Ρούλα Σαλούρου
Η συζήτηση για τον χρόνο εργασίας, το ιερό 8ωρο και τη διευθέτησή του σε εβδομαδιαία, μηνιαία ή ακόμη και ετήσια βάση, που επανήλθε στο προσκήνιο με αφορμή την επικείμενη νομοθετική παρέμβαση του υπουργείου Εργασίας, δεν μονοπωλεί ξαφνικά το ενδιαφέρον των εργαζομένων και των εργοδοτών στην Ελλάδα, όπως δεν είναι πρωτόγνωρη και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Βέβαια, η νέα, χωρίς προηγούμενο πραγματικότητα που δημιούργησαν η εμφάνιση και η έξαρση της πανδημίας του κορωνοϊού στην ελληνική αγορά εργασίας, αν και καθιστά αναγκαία τη λήψη κατεπειγόντων μέτρων, θέτει στο επίκεντρο της συζήτησης την αναγκαιότητα για προστασία των εργαζομένων και των εισοδημάτων τους, παράλληλα με τη διατήρηση των θέσεων εργασίας τους και τη συνέχιση της λειτουργίας των επιχειρήσεων. Η μεταρρύθμιση στα εργασιακά βρισκόταν στην ατζέντα της κυβέρνησης πριν από το ξέσπασμα της κρίσης του κορωνοϊού, με τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας να αποτελεί σημαντική επιλογή, στο πλαίσιο της προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων «που συμβάλλουν στην αλλαγή νοοτροπίας, την προσέλκυση επενδύσεων και τη δημιουργία θέσεων εργασίας». Σύμφωνα με τον κυβερνητικό σχεδιασμό, στόχος της μεταρρύθμισης, μεταξύ άλλων, είναι «να διευκολύνει τους εργαζομένους στην αναζήτηση της ισορροπίας μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, τις δε υγιείς επιχειρήσεις στην οργάνωση της παραγωγής κατά τρόπο που να επιτρέπει τη δημιουργία θέσεων εργασίας».
Το φινλανδικό μοντέλο
Ενα παράδειγμα που έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον στο υπουργείο Εργασίας και εξετάζεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες είναι αυτό των χιονοδρομικών κέντρων στη Φινλανδία, όπου η ετήσια διευθέτηση του χρόνου εργασίας σύμφωνα και με τον Οδηγό της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) παρέχει στους εργαζομένους μόνιμη εργασία, σταθερό ετήσιο εισόδημα και μεγάλες συνεχείς διακοπές στην περίοδο Ιουνίου-Οκτωβρίου, ενώ οι εργοδότες επωφελούνται από την απουσία συμβάσεων βραχυπρόθεσμου και ορισμένου χρόνου, καθώς μπορούν να βασίζονται στις δεξιότητες και την εμπειρία των εργαζομένων τους. Προφανώς, βέβαια, το ελληνικό ανάλογο για τα χιονοδρομικά κέντρα της Φινλανδίας είναι ο θερινός τουρισμός.
Απλήρωτες υπερωρίες
Στον αντίποδα, η ΓΣΕΕ, σε πρόσφατη έρευνά της ανέδειξε δύο σημαντικά προβλήματα, ιδιαίτερα σε περιβάλλον χαμηλών μισθών: τις απλήρωτες υπερωρίες, με το 52% των εργαζομένων να εργάζεται παραπάνω από το κανονικό και το 40% αυτών να μην αμείβεται για τις υπερωρίες του αλλά και την απαίτηση των εργαζομένων σε ποσοστό 73% να πληρώνονται τις υπερωρίες τους αντί να λαμβάνουν άδεια ή ρεπό. Ειδικά βέβαια για αυτό το θέμα, μετά και τις έντονες αντιδράσεις συνδικαλιστών και αντιπολίτευσης, πριν καν δημοσιευθεί το σχέδιο νόμου, από το υπουργείο Εργασίας σπεύδουν να ξεκαθαρίσουν ότι με τις προωθούμενες παρεμβάσεις «δεν καταργείται το 8ωρο», ενώ ο υπουργός Κωστής Χατζηδάκης θέτει ως προϋπόθεση για την εφαρμογή του 10ωρου για ένα συγκεκριμένο διάστημα, με αντιστάθμισμα λιγότερες ώρες εργασίας ή ρεπό το αμέσως επόμενο διάστημα, την ύπαρξη συμφωνίας μετά αίτημα του εργαζομένου.
Ενα από τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν στο υπουργείο Εργασίας είναι ότι σύμφωνα με την έκθεση του ευρωπαϊκού ινστιτούτου «Eurofound Third European Company Survey», που δημοσιοποιήθηκε το 2015 και επικαιροποιήθηκε το 2018, στην Ε.Ε.-28 συνολικά, το 54% των επιχειρήσεων προσφέρει ως επιλογή στους εργαζομένους του τη δυνατότητα ευελιξίας στους χρόνους έναρξης και λήξης της εργασίας. Παράλληλα, εφαρμόζοται το σύστημα συσσώρευσης υπερωριών, τις οποίες στη συνέχεια χρησιμοποιούνται ως άδειες. Ενα επιπλέον 15% των επιχειρήσεων εφαρμόζουν το σύστημα σε ορισμένους υπαλλήλους τους. Η κατανομή ανά χώρα έχει ως εξής: περισσότερο από το 90% των επιχειρήσεων στη Φινλανδία, την Αυστρία και τη Γερμανία προσφέρει σε μερικούς ή σε όλους τους υπαλλήλους τη δυνατότητα συσσώρευσης υπερωριών για διακοπές, ενώ αυτό ισχύει μόνο για λιγότερο από το 35% των επιχειρήσεων στην Κύπρο και την Ελλάδα.
Νορβηγία, Γερμανία
Παράλληλα, στο «μικροσκόπιο» του υπουργείου Εργασίας έχουν μπει χώρες όπως η Νορβηγία, όπου ισχύει η διευθέτηση του χρόνου εργασίας με ατομική συμφωνία, με μεγαλύτερο εβδομαδιαίο ωράριο ανά περιόδους, χωρίς όμως ο μέσος όρος εβδομαδιαίου ωραρίου σε ορισμένη περίοδο αναφοράς, να ξεπερνάει τα ανώτατα όρια. Στη Φινλανδία εφαρμόζεται επιπλέον απασχόληση έως 2 ώρες κάθε ημέρα, αλλά όχι πέραν των 40 ωρών εβδομαδιαίως κατά μέσον όρο, σε περίοδο αναφοράς 4 μηνών. Στο Λουξεμβούργο, ο εργοδότης μπορεί να καθορίσει μία περίοδο 4 μηνών εντός της οποίας η εργασία θα υπερβαίνει τα ανώτατα όρια, με πλαφόν 10 ωρών την ημέρα και 48 ωρών την εβδομάδα. Στη Γερμανία εφαρμόζεται εργασία 10 ωρών την ημέρα, εάν ο μέσος όρος ωρών απασχόλησης ανά ημέρα δεν υπερβαίνει τις 8 για περίοδο 24 εβδομάδων. Στην Αυστρία μετά συλλογική σύμβαση μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία για αυξημένο ή μειωμένο ωράριο σε συγκεκριμένη περίοδο αναφοράς έως ένα έτος (ή μεγαλύτερη σε μεμονωμένες περιπτώσεις) σε κλάδους επισιτισμού, εμπορίου, τουρισμού, ξενοδοχείων.