Μη συνδρομή ούτε άμεσου ούτε ενδεχόμενου δόλου στο πρόσωπο της αιτούσας και ρύθμιση των χρεών της με μηνιαίες καταβολές, κατόπιν αφαίρεσης του ποσού που είχε καταβληθεί στο πλαίσιο προσωρινής διαταγής.
Το Ειρηνοδικείο Πειραιά, δικάζοντας ερήμην των καθ’ ων η αίτηση τραπεζών, έκρινε ότι συντρέχουν στο πρόσωπο της αιτούσας οι προϋποθέσεις υπαγωγής της στον Ν.3869/2010, και ειδικότερα στο άρθ. 8 παρ. 2 του Ν.3869/2010 για μηνιαίες καταβολές από τα εισοδήματά της.
Ειδικότερα, το δικαστήριο διαπίστωσε πως η αιτούσα έχει περιέλθει σε γενική και μόνιμη αδυναμία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της, αφενός επειδή, λόγω της μείωσης του μηνιαίου εισοδήματός της, αδυνατεί να καλύπτει τις βασικές βιοτικές της ανάγκες ταυτοχρόνως με τις μηνιαίες δόσεις των επίδικων δανείων, αφετέρου επειδή δεν αναμένεται σημαντική αύξηση των μηνιαίων απολαβών της στο άμεσο μέλλον, λαμβάνοντας υπόψη πλήθος παραγόντων όπως η ηλικία της αιτούσας και η οικονομική κρίση της χώρας μας.
Όσον αφορά στη συνδρομή του δόλου, διαπιστώθηκε πως κατά το χρόνο λήψης των επίδικων δανείων η αιτούσα διέθετε την εισοδηματική ικανότητα να ανταποκριθεί σε αυτά, όπως έπραττε επιμελώς στο παρελθόν, και πως εργάζεται αδιαλείπτως καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια αύξησης των εισοδημάτων της. Επιπλέον, τα επίδικα δάνεια ελήφθησαν από την αιτούσα προς κάλυψη αναγκαίων εξόδων και δαπανών για τις σπουδές του τέκνου της, κατά χρόνο πολύ προγενέστερο της παύσης πληρωμών, το δε ύψος των εξ αυτών οφειλών της προκύπτει σε μεγάλο βαθμό από τα υψηλά επιτόκια υπερημερίας.
Συνεπώς, κρίθηκε πως αποκλείεται η συνδρομή της δολιότητας στον υπερδανεισμό της αιτούσας, τόσο με τη μορφή του άμεσου όσο και με τη μορφή του ενδεχόμενου δόλου.
Λαμβάνοντας υπόψη πως σκοπός των εφαρμοζόμενων διατάξεων είναι η στάθμιση όλων των παραγόντων για την μέγιστη ικανοποίηση των πιστωτών, χωρίς, ωστόσο, ταυτόχρονα να θίγεται το ελάχιστο επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης του οφειλέτη, το δικαστήριο όρισε ένα εύλογο κατά την κρίση του ποσό ως μηνιαία καταβολή για περίοδο τριών ετών, από το οποίο (ποσό), στη συνέχεια, αφαίρεσε το ποσό που είχε ήδη καταβληθεί από την αιτούσα κατόπιν έκδοσης σχετικής προσωρινής διαταγής.
Απόσπασμα απόφασης ΕιρΠειρ 59/2021
Λόγω της μείωσης του μέσου καθαρού μηνιαίου εισοδήματος της αιτούσας από το ποσό των 1.961,00€, το οποίο λάμβανε κατά το έτος 2009 (οικ. έτος 2010), στο ανωτέρω αναφερόμενο συνολικό καθαρό ποσό, η αιτούσα έχει περιέλθει σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών της. Η αδυναμία της είναι γενική, καθώς με το μηνιαίο εισόδημα της, όπως αυτό διαμορφώθηκε, αδυνατεί και τις βασικές βιοτικές της ανάγκες να καλύπτει και τις μηνιαίες δόσεις των επίδικων δανείων να αποπληρώνει. Περαιτέρω, η αδυναμία της είναι μόνιμη, επειδή δεν αναμένεται σημαντική αύξηση των μηνιαίων απολαβών της κατά το προσεχές μέλλον, εξ αιτίας της ηλικίας της, εξ αιτίας των προβλημάτων βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος, λόγω των οποίων δεν αναμένεται ουσιώδης αύξηση των συντάξεων κατά τα προσεχή έτη, αλλά και εξ αιτίας της οικονομικής κρίσης λόγω της οποίας δεν αναμένεται ουσιώδης αύξηση των μισθών των εργαζομένων, αλλά, αντιθέτως, αναμένεται η ανεργία να συνεχίζει να κυμαίνεται σε υψηλά επίπεδα. Εξάλλου, δεν αποδείχθηκε δολιότητα της αιτούσας ως προς την περιέλευσή της σε αδυναμία πληρωμής καθώς η ίδια κατά τον χρόνο λήψης των επίδικων δανείων είχε την εισοδηματική δυνατότητα αποπληρωμής τους. Προς τούτο, οι ίδιες ως άνω πιστώτριες συνέχιζαν, λόγω της συνεπούς από μέρους της αιτούσας αποπληρωμής των παλαιών δανειακών της υποχρεώσεων, να τις χορηγούν και νέα δανειακά προϊόντα. Εξάλλου, η αιτούσα εργάζεται αδιαλείπτως και καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για επαύξηση του εισοδήματος της. Σημειώνεται επιπλέον ότι η ίδια, λόγω του πρόωρου θανάτου του συζύγου της, βρέθηκε σε τεράστιο οικονομικό αδιέξοδο, καθώς έπρεπε μόνη της να φροντίσει για τα έξοδα και ιδιαίτερα, για τις σπουδές του τέκνου της, με αποτέλεσμα μεγάλο μέρος του δανεισμού της να οφείλεται στην ανωτέρω αιτία και όχι σε πολυτελή διαβίωση με την λήψη καταναλωτικών προϊόντων και άσκοπη σπατάλη χρημάτων με περιττά έξοδα.
Άλλωστε, ο χρόνος που η αιτούσα ανέλαβε τα επίδικα δάνεια, καθώς οι βασικές της υποχρεώσεις είχαν αναληφθεί κατά το έτος 2002, σε συνδυασμό με το χρονικό διάστημα που αυτά εξυπηρετούνταν, αποκλείει την δολιότητα στον υπερδανεισμό της είτε με τη μορφή του άμεσου είτε με τη μορφή του ενδεχόμενου δόλου, καθώς αυτά δεν αναλήφθηκαν κοντά στον χρόνο της παύσης πληρωμών (βλ. αντίστοιχο σκεπτικό και στην ΕιρΝικαίας 60/2012 αδημ.). Εξάλλου, το ότι η συνολική οφειλή της κυμαίνεται στα ανωτέρω επίπεδα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στα υψηλά επιτόκια υπερημερίας των καταναλωτικών δανείων. Τέλος, η αιτούσα δεν ανέλαβε εικονικά χρέη τρίτων ούτε προέβη σε δωρεές προς τρίτους ούτε εκποίησε περιουσιακά της στοιχεία, απορριπτόμενης της νομίμως υποβληθείσας ένστασης περί δόλιας περιέλευσής της σε γενική και μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών της ως ουσία αβάσιμης. Απορριπτέα είναι και η νομίμως υποβληθείσα ένσταση, ανειλικρίνειας, καθώς η ηλικία της αιτούσας δεν είναι τέτοια που να της επιτρέπει να λαμβάνει και άλλα, πέραν των δηλωθέντων, εισοδήματα. Εξάλλου, για τα ακίνητα της, τα οποία έχουν τεθεί υπό απαλλοτρίωση, δεν έχει συντελεστεί Πράξη Αναλογισμού Αποζημίωσης, ώστε η αιτούσα να έχει λάβει χρηματικά ποσά εκ της ανωτέρω αιτίας και να τα αποκρύπτει από τους πιστωτές της.
http://www.dsanet.gr/Epikairothta/Nomologia/eirpeir%2059_2021.htm