Ανάκληση, λόγω πλάνης, ηλεκτρονικής δήλωσης (απόσυρσης υποψηφιότητας για θέση καθηγητή ΤΕΙ) που υποβλήθηκε μέσω του πληροφοριακού συστήματος “ΑΠΕΛΛΑ”. Με την απόφαση αυτή κρίθηκε ότι η διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (“Ο ενδιαφερόμενος μπορεί, πριν από την έκδοση της διοικητικής πράξης, να παραιτηθεί από την αίτησή του χωρίς συνέπειες, εκτός αν υπάρχει ειδική αντίθετη ρύθμιση. Ανάκληση της παραίτησης δεν μπορεί να γίνει.”) είναι ερμηνευτέα υπό το φως της γενικής αρχής του δικαίου, που αποτυπώνεται στα άρθρα 140-157 Αστικού Κώδικα, σύμφωνα με την οποία η δήλωση βούλησης, προκειμένου να επιφέρει το σκοπούμενο από αυτήν αποτέλεσμα, πρέπει να είναι απαλλαγμένη ελαττωμάτων, δηλαδή να μην έλαβε χώρα υπό καθεστώς πλάνης, απάτης ή απειλής. Η διάταξη, δηλαδή, αυτή προϋποθέτει έγκυρη και απαλλαγμένη ελαττωμάτων δήλωση βούλησης του παραιτηθέντος και ουδόλως αποκλείει την ανάκληση της παραίτησης, στην περίπτωση που αυτή έλαβε χώρα υπό καθεστώς συγγνωστής πλάνης. Προκειμένου να διαπιστωθεί από το αρμόδιο όργανο το συγγνωστό ή μη της πλάνης του παραιτηθέντος, πρέπει να υποβληθεί από αυτόν, χωρίς υπαίτια καθυστέρηση από τότε που συνειδητοποίησε την πλάνη του, αίτηση ανάκλησης της παραίτησής του, στην οποία να εκτίθενται και οι λόγοι, εξαιτίας των οποίων επήλθε η πλάνη αυτή. Για τη διάγνωση δε της συνδρομής ή μη συγγνωστής πλάνης συνεκτιμώνται οι ειδικές περιστάσεις της εκάστοτε κρινόμενης υπόθεσης, όπως ιδίως οι ιδιαίτερες γνώσεις ή ικανότητες του παραιτηθέντος, η μόρφωση, το πνευματικό επίπεδο, η εμπειρία και η δυνατότητα πληροφόρησής του στη συγκεκριμένη περίπτωση. Περαιτέρω, με την απόφαση αυτή κρίθηκε ότι η υποβολή υποψηφιότητας κατά τη διαδικασία εκλογής και εξέλιξης καθηγητών Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι. με τη χρήση του πληροφοριακού συστήματος “ΑΠΕΛΛΑ” εμπεριέχει τη σχετική δήλωση βούλησης του υποψηφίου, η δε τυχόν απόσυρση της υποψηφιότητάς του δια του συστήματος αυτού συνιστά παραίτηση από αίτηση κατά την έννοια του προεκτεθέντος άρθρου 3 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας. Κατά την υποβολή των ηλεκτρονικών αυτών δηλώσεων οι υποψήφιοι οφείλουν να επιδεικνύουν ιδιαίτερη προσοχή και επιμέλεια, διότι ενδέχεται να εμφιλοχωρήσει – ευχερέστερα από ό,τι στις έγγραφες δηλώσεις που υποβάλλονται ενώπιον των δημοσίων αρχών – διάσταση ανάμεσα στο περιεχόμενο της εξωτερικευμένης μέσω του πληροφοριακού συστήματος δήλωσης βούλησης προς την αληθινή βούλησή τους, η οποία μπορεί να οφείλεται σε λόγους που ανάγονται στην προσωπική κατάστασή τους, όπως λ.χ. σπουδή, απροσεξία ή ανεπαρκή εξοικείωσή τους στη χρήση του συστήματος αυτού, ή / και σε ικανές προς δημιουργία παραπλάνησης παραστάσεις ή σε μη επαρκή δεδομένα του ίδιου του συστήματος, ιδίως στις περιπτώσεις που η Διοίκηση παραλείπει ουσιώδεις υποχρεώσεις της, απορρέουσες από την αρχή της χρηστής διοίκησης, στον τομέα της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Οι υποχρεώσεις αυτές συνίστανται κατ’ αρχήν στην πρόσδοση στα πληροφοριακά αυτά συστήματα της μεγαλύτερης, κατά το δυνατόν, “αντιληπτικότητας, χρηστικότητας, κατανοησιμότητας και στιβαρότητας” (πρβλ. και την οδηγία 2016/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προσβασιμότητα των ιστότοπων και των εφαρμογών για φορητές συσκευές των οργανισμών του δημόσιου τομέα – L 327), πρέπει δε ιδίως να εξασφαλίζεται ότι οι χρήστες έχουν πρόσβαση σε επαρκείς οδηγίες χρήσης των συστημάτων αυτών, ότι καθίσταται σαφής και αναγνωρίσιμη προς αυτούς η νομική δεσμευτικότητα των ηλεκτρονικών δηλώσεών τους και ότι τους παρέχεται ευκρινώς η δυνατότητα επιβεβαίωσης οποιασδήποτε επιλογής που συνεπάγεται έννομες συνέπειες. Ενόψει των ανωτέρω, εφόσον η διάσταση της εξωτερικευμένης, μέσω του πληροφοριακού συστήματος, δήλωσης βούλησης προς την αληθινή βούληση του υποψηφίου οφείλεται σε πλάνη, παρέχεται, υπό τις ίδιες ως άνω προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 3 παρ. 2 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας που παρατέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη, η δυνατότητα του προσώπου να ανακαλέσει την ηλεκτρονική δήλωσή του. Υπό τα δεδομένα αυτά, κρίθηκε ότι εσφαλμένως δέχθηκε το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο ότι, στην προκείμενη περίπτωση, δεν ήταν δυνατή η ανάκληση απόσυρσης υποψηφιότητας από θέση επίκουρου καθηγητή ΤΕΙ του εκκαλούντος υποψηφίου, ο οποίος, όπως προέκυπτε από την εκκαλούμενη απόφαση και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου, επικαλούμενος ότι είχε προβεί εκ παραδρομής στην ηλεκτρονική απόσυρση της υποψηφιότητάς του, είχε υποβάλει αμελλητί σχετικό αίτημα ανάκλησης λόγω πλάνης, η οποία είχε κριθεί συγγνωστή από τη Διοίκηση, αφενός λόγω μη εξοικείωσής του με το πληροφοριακό σύστημα “ΑΠΕΛΛΑ”, το οποίο χρησιμοποιείτο για πρώτη φορά από το ΤΕΙ, αφετέρου λόγω ύπαρξης λειτουργικού κενού του συστήματος αυτού σε επίπεδο ευχρηστίας. Κρίθηκε δε ότι επί του ζητήματος αυτού, εάν δηλαδή, υπό τις ειδικές περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης, υπήρξε, πράγματι, πλάνη του εκκαλούντος και αν αυτή ήταν συγγνωστή, όπως δέχθηκε η Διοίκηση, το δικάσαν Διοικητικό Εφετείο δεν σχημάτισε, όπως όφειλε, πλήρη δικανική πεποίθηση, αλλά αρκέστηκε μόνο σε πιθανολόγηση.