Το ράλι διαρκείας των τιμών δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων (που έχουν σχεδόν διπλασιαστεί τους τελευταίους μήνες ξεπερνώντας τα 50 ευρώ/τόνος) ωθεί τη ΔΕΗ στην απόφαση να ενεργοποιήσει από τον Μάιο τη σχετική ρήτρα CO2 στα τιμολόγια της χαμηλής τάσης. Όπως επισημαίνουν αρμόδιες πηγές της Επιχείρησης στο «MR» για τους οικιακούς καταναλωτές με συμβόλαια με ρήτρα, υπολογίζεται πως η μηνιαία επιβάρυνση στους λογαριασμούς δεν θα ξεπερνά τα 2-3 ευρώ. Λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη ότι η ρήτρα συναρτάται με τις εκπομπές CO2 της ΔΕΗ που έχουν ήδη μειωθεί από τις αρχές Μαΐου (με την ακόμη πιο περιορισμένη χρήση των λιγνιτικών μονάδων στο πλαίσιο και της λήξης της θερμαντικής περιόδου στις λιγνιτικές περιοχές), η χρέωση εκτιμάται πως θα μειωθεί αισθητά ήδη από τον Ιούνιο και θα διαμορφωθεί 1 ευρώ.
Από τις ίδιες πηγές επισημαίνεται ότι η επιβάρυνση αφορά τα παλιά οικιακά συμβόλαια και όχι το νέο βασικό πρόγραμμα για οικιακούς καταναλωτές (ΔΕΗ myHome Enter) που είναι σταθερού τιμολογίου και δεν περιλαμβάνει ρήτρα.
Η ρήτρα CO2 ενσωματώθηκε στα οικιακά τιμολόγια της ΔΕΗ Νοέμβριο του 2019, ώστε σε περίπτωση αύξησης των τιμών δικαιωμάτων ρύπων στο μέλλον, ένα μέρος του κόστους με το οποίο επιβαρύνεται η εταιρεία για δικαιώματα λόγω των ποσοτήτων CO2 που εκπέμπουν οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής της να μετακυλίεται στο εξής αυτόματα στους λογαριασμούς της.
Ο δείκτης για το κόστος των δικαιωμάτων είναι ο μέσος όρος κατά τον προηγούμενο μήνα των τιμών κλεισίματος του συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης (Future) EUA, με μήνα ωρίμανσης τον Δεκέμβριο του έτους χρήσης.
Το «τρελό» ράλι των ρύπων
Η ιλιγγιώδης αύξηση των τιμών των δικαιωμάτων ρύπων κατά το τελευταίο 6μηνο αποτυπώνεται από τη μεταβολή των τιμών αυτού του δείκτη, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρατίθενται στην ιστοσελίδα της ΔΕΗ. Από τον Νοέμβριο του 2019 και έως τον Απρίλιο του 2021, έχει αυξηθεί περίπου 60%, από 25,18 ευρώ ανά τόνο σε 40,96 ευρώ. Μεταξύ Μαρτίου και Απριλίου 2021), η άνοδος προσέγγισε το 8%. Ήδη από τις αρχές του έτους ο δείκτης είχε διαμορφωθεί σε τέτοια επίπεδα (περί τα 31 ευρώ ανά τόνο), που «επέτρεπαν» την ενεργοποίηση της ρήτρας.
Η αύξηση των τιμών των δικαιωμάτων ρύπων ήρθε ως φυσικό επακόλουθο της ενίσχυσης της οικονομικής δραστηριότητας μετά την καθίζηση που παρατηρήθηκε κατά τους πρώτους μήνες πανδημίας. Συνέπεσε δε με την απόφαση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων να υιοθετήσουν ακόμα πιο φιλόδοξους στόχους για την μείωση των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου, που λειτουργεί ως ακόμα πιο ισχυρό αντικίνητρο για τη χρήση ορυκτών καυσίμων.
Οι προβλέψεις για το μέλλον
Η ΔΕΗ αποφάσισε να απορροφήσει πλήρως το επιπλέον κόστος των ρύπων, με δεδομένη την οικονομική πίεση που δέχονταν οι καταναλωτές από τις συνέπειες των μέτρων περιορισμού εξάπλωσης της πανδημίας. Η ανοδική τροχιά που συνεχίζουν να ακολουθούν οι τιμές, ωστόσο, εξώθησε την επιχείρηση να αναθεωρήσει τη στάση της.
Σημειώνεται ότι οι ιδιώτες προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας έχουν στα βασικά τους οικιακά προγράμματα ρήτρες που συναρτώνται με το χονδρεμπορικό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, οι περισσότερες εκ των οποίων (αν όχι και όλες) είναι ενεργοποιημένες λόγω των τιμών που έχουν διαμορφωθεί στις εγχώριες αγορές περίπου από τα τέλη του προηγούμενου έτους. Πάντως, υπάρχουν πάροχοι που, όπως η ΔΕΗ, προσφέρουν παράλληλα και οικιακά τιμολόγια χωρίς ρήτρες αναπροσαρμογής.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών, η ανοδική πίεση στις τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων δεν πρόκειται να εκτονωθεί στο ορατό μέλλον, καθώς πέρα από τους θεμελιώδη μεγέθη, υπάρχουν και κερδοσκοπικοί «παίκτες» στην εν λόγω αγορά που εντείνουν την ήδη ισχυρή τάση. Τα προθεσμιακά συμβόλαια στην αγορά των ρύπων «δείχνουν» τιμές 55-60 ευρώ/τόνος για το επόμενο διάστημα. Ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Γιώργος Στάσσης κατά την τοποθέτησή του στο Φόρουμ των Δελφών χθες το απόγευμα επικαλέστηκε μελέτες που κάνουν λόγο ακόμα και για διπλασιασμό των τιμών των ρύπων στα 100 ευρώ/τόνο, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό πλαίσιο για τις ενεργοβόρες βιομηχανίες, εξηγώντας την απόφαση της Επιχείρησης να κάνει ακόμα πιo εμπροσθοβαρή την ούτως ή άλλως fast track διαδικασία απολιγνιτοποίησης, δρομολογώντας τη μετατροπή της υπό κατασκευής λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαϊδα V, ώστε να λειτουργεί με φυσικό αέριο από το 2025, έναντι αρχικού χρονοδιαγράμματος για αλλαγή καυσίμου το 2028.