Αγωγή 105 ΕισΝΑΚ – Αναστολή καταβολής συντάξεως, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 16 παρ. 1 του ν. 3863/2010
ΔΠΑ 17264/2020, 18ο Τμήμα
«[…] 10. Επειδή, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις, όπως αυτές έχουν ερμηνευθεί, και τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, λαμβανομένου υπόψη ότι οι ενάγουσες συνταξιοδοτήθησαν από το τ. Ε.Τ.Α.Α. μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3863/2010, στην περίπτωσή τους εφαρμοστέες τυγχάνουν οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 16 του νόμου αυτού, χωρίς να ασκεί επιρροή ο χρόνος ενάρξεως της απασχολήσεώς τους, κατ’ απόρριψη του αντίθετου λόγου αγωγής, ως αβασίμου. Περαιτέρω, απορριπτέος, ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, είναι και ο ισχυρισμός των εναγουσών περί εφαρμογής της ως άνω Φ.80000/οικ.2087/113/11.7.2011 εγκυκλίου από τα όργανα των εναγομένων ασφαλιστικών φορέων για τη θεμελίωση της αποφάσεως περί αναστολής καταβολής των συντάξεών τους και τούτο διότι, εν όψει του ότι εφαρμοστέα τυγχάνει η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν.3863/2010, το γεγονός ότι η Διοίκηση υπολαμβάνει εσφαλμένως ότι δεσμεύεται από την προαναφερόμενη εγκύκλιο ουδόλως επιδρά στη νομιμότητα των σχετικών αποφάσεων περί αναστολής καταβολής της συντάξεώς τους, εφ’ όσον κατ’ ουσία εφηρμόσθη ο ορθός κανόνας δικαίου. Εξ άλλου, ο ισχυρισμός περί παραβιάσεως του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, καθώς ο εν λόγω περιορισμός του περιουσιακού δικαιώματος των εναγουσών, ήτοι η αναστολή καταβολής των δικαιούμενων από αυτές συντάξεων, αφ’ ενός μεν, έχει προσωρινό χαρακτήρα, αφ’ ετέρου δε, συναρτάται με την παράλληλη απόληψη αποδοχών ενέργειας εκ μέρους τους, καθώς επίσης και την παρεχόμενη εκ του νόμου δυνατότητα προσμετρήσεως του εν λόγω χρόνου ασφαλίσεως, είτε αυτοτελώς, είτε για την προσαύξηση της καταβαλλόμενης συντάξεως και, συνεπώς, εν όψει του προαναφερόμενου σκοπού του νόμου (βλ. σκέψεις 4-5), δεν συνιστά αθέμιτη αποστέρηση της περιουσίας του απασχολούμενου συνταξιούχου (πρβλ. ΣτΕ 1952/2018 7μ. σκ. 21, ΣτΕ 660/2016 7μ. σκ. 18). Εν όψει όλων των ανωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι ενάγουσες, κατά το χρόνο της συνταξιοδοτήσεώς των από το Ε.Τ.Α.Α., τα έτη 2012 και 2011, αντιστοίχως, ήτοι μετά την ισχύ του ν. 3863/2010, δεν είχαν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας των, περαιτέρω, είχαν αναλάβει εργασία στο Δημόσιο και συγκεκριμένα […], ήδη από το έτος 1990 η πρώτη και το έτος 2001 η δεύτερη, το Δικαστήριο κρίνει ότι νομίμως ανεστάλη η καταβολή της κύριας και επικουρικής συντάξεως αυτών, κατ’ εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 3863/2010, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται παράνομη συμπεριφορά εκ μέρους των οργάνων των εναγομένων ασφαλιστικών φορέων και ως εκ τούτου να μην στοιχειοθετείται αποζημιωτική ευθύνη των εναγομένων, κατά τα άρθρα 105 – 106 του Εισ.Ν.Α.Κ., τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα να είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. […]»