Οι διαβουλεύσεις για τον καθορισμό επαρκών κατώτατων μισθών στην Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη μετά την παρουσίαση της σχετικής πρότασης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Οκτώβριο του 2020. Η πρόταση έχει ήδη προκαλέσει θετικές και αρνητικές αντιδράσεις
Οι διαβουλεύσεις για τον καθορισμό επαρκών κατώτατων μισθών στην Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη μετά την παρουσίαση της σχετικής πρότασης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Οκτώβριο του 2020. Η πρόταση, που εντάσσεται στο πλαίσιο των προσπαθειών των ευρωπαϊκών θεσμών για βελτίωση του κοινωνικού κράτους και της εργασίας στον απόηχο της πανδημίας του κορονοϊού, έχει ήδη προκαλέσει θετικές και αρνητικές αντιδράσεις.
Στη χώρα μας, η διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού βρίσκεται σε εξέλιξη, ωστόσο μεγάλο ερωτηματικό αποτελεί αν θα υπάρξει τελική απόφαση φέτος. Το επικρατέστερο σενάριο θέλει τον κατώτατο μισθό να παραμένει στον «πάγο» έως τις αρχές του 2022 οπότε συμπληρώνονται τρία χρόνια από την προηγούμενη αναπροσαρμογή.
Αυτή τη στιγμή, 21 κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχουν θεσπίσει το μέτρο του κατώτατου μισθού, ενώ σε έξι χώρες (Αυστρία, Κύπρος, Δανία, Φινλανδία, Ιταλία και Σουηδία) το ποσοστό του κατώτατου μισθού καθορίζεται μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων, μια διαδικασία που κρίνεται αποδοτική μέχρι σήμερα.
Οι υποστηρικτές και οι αντίθετοι στο σχέδιο
Από τη μια πλευρά, οργανώσεις που εκπροσωπούν τους Ευρωπαίους εργαζόμενους, ευρέως καλωσόρισαν τις προτάσεις, ενώ από την άλλη πλευρά, εκπρόσωποι εργοδοτών, το Συμβούλιο Ευρωπαϊκών Δήμων και Περιοχών CEMR και χώρες που δεν έχουν υποχρεωτικούς νόμους για κατώτατο μισθό, εκφράζουν την ανησυχία ότι οι μισθοί είναι καλύτεροι όταν συμφωνούνται μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε ισχυρούς και ανεξάρτητους κοινωνικούς εταίρους σε εθνικό επίπεδο. Επιπλέον, οι ενώσεις εργοδοτών υποστηρίζουν ότι το σχέδιο θα υπονομεύσει τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, που έχουν ήδη πληγεί βαριά από την κρίση της πανδημίας. Ειδικότερα, η ένωση εργοδοτών τεχνολογίας και βιομηχανίας ήταν ξεκάθαρη λέγοντας ότι η Ε.Ε. δεν έχει νομική βάση για να θεσπίσει νομοθεσία σ΄ αυτόν τον τομέα, καθώς το άρθρο 153(5) εξαιρεί τον καθορισμό μισθού από τις αρμοδιότητες της Ε.Ε.
Ερευνες οικονομολόγων, όπως ο Τζέφρι Κλέμενς και ο Μάικλ Γουίδερ, έδειξαν ότι ο καθορισμός κατώτατου μισθού διασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι με χαμηλές δεξιότητες είτε θα απολυθούν ή θα παραμείνουν άνεργοι αφού κανείς εργοδότης δεν πρόκειται να προσλάβει κάποιον ο οποίος παράγει αγαθά λιγότερης αξίας απ΄ ότι ο μισθός του, ενώ καθιστά δυσκολότερο για τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα να ξεφύγουν από την φτώχεια. Το 2016, ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια υπέγραψε νόμο για τη σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού μέχρι τα 15 δολάρια/ώρα έως το 2022. Αποτέλεσμα; Πολλές επιχειρήσεις έκλεισαν, άλλες μετακόμισαν αλλού και χιλιάδες άνθρωποι έμειναν άνεργοι.
Υπάρχει όμως και το άλλο επιχείρημα. Η πανδημία θα χειροτερέψει τα πράγματα για τους εργαζόμενους στην Ε.Ε. Ηδη, σύμφωνα με στοιχεία του 2018, το ποσοστό φτώχειας ανάμεσα σε εργαζόμενους αυξήθηκε από το 8,3% το 2007 στο 9,4% το 2018, κυρίως λόγω της προηγούμενης οικονομικής κρίσης. Η πανδημία αναμένεται να διογκώσει αυτά τα μεγέθη.
Οι περιφερειακές αρχές στην Ε.Ε. καλωσόρισαν τις προτάσεις, τόνισαν όμως ότι θα πρέπει να αντανακλούν την τοπική διάσταση του προτεινόμενου νομικού πλαισίου. Κι αυτό γιατί παρότι λίγες περιοχές έχουν νομοθετικές εξουσίες να καθορίζουν επίπεδα βάσης για πληρωμές, μπορούν να επηρεάσουν μέσω της ιδιότητάς τους ως εργοδότες, διαπραγματευόμενοι υπο-εθνικές συλλογικές συμφωνίες και χορηγώντας δημόσια συμβόλαια. Υπάρχουν επίσης παραδείγματα πόλεων που έχουν εθελοντικές συμφωνίες για κατώτατους μισθούς και συνθήκες απασχόλησης σε συγκεκριμένους τομείς, όπως η περιοχή της Μπολόνια στην Ιταλία. Σε περιοχές της Δανίας, τα περιφερειακά συμβούλια ανησυχούν πως οι προτάσεις της Κομισιόν, παρ’ ότι δεν υποχρεώνουν τα κράτη-μέλη να εναρμονίζουν τα συστήματά τους, ίσως υπονομεύσουν το σκανδιναβικό μοντέλο τους.
Τα επίπεδα κατώτατων μισθών διαφέρουν σημαντικά μέσω στην Ευρωπαϊκή Ενωση και κυμαίνονται από 312 ευρώ στη Βουλγαρία σε 2.142 ευρώ στο Λουξεμβούργο. Οι ενώσεις πιέζουν για αύξηση του κατώτατου μισθού, όμως οι συνθήκες που θα επικρατήσουν στην ευρωπαϊκή οικονομία την επόμενη ημέρα μετά την πανδημία είναι ακόμη άγνωστες, παρά τις αισιόδοξες προβλέψεις για ταχεία ανάκαμψη. Η Ε.Ε. πάντως έχει μια μοναδική ευκαιρία να νομοθετήσει πάνω σε ένα θέμα το οποίο μέχρι σήμερα αποτελεί πεδίο εθνικής ευθύνης.
Τι προβλέπει η πρόταση της Επιτροπής
Όπως, τονίζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η διασφάλιση ότι οι εργαζόμενοι στην Ένωση κερδίζουν επαρκείς ελάχιστους μισθούς είναι ουσιαστικής σημασίας για την εξασφάλιση επαρκών συνθηκών εργασίας και διαβίωσης, καθώς και για τη δημιουργία δίκαιων και ανθεκτικών οικονομιών και κοινωνιών, όπως ορίζεται στην στον Ευρωπαϊκό Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων.
Οι καλύτερες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης, μεταξύ άλλων μέσω επαρκών ελάχιστων μισθών, ωφελούν τόσο τους εργαζομένους όσο και τις επιχειρήσεις στην Ένωση. Οι επαρκείς ελάχιστοι μισθοί συμβάλλουν στη διασφάλιση θεμιτού ανταγωνισμού, στην τόνωση της βελτίωσης της παραγωγικότητας και στην προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής προόδου. Μπορούν επίσης να συμβάλουν στη μείωση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων , καθώς περισσότερες γυναίκες από τους άνδρες κερδίζουν έναν ελάχιστο μισθό.
Ο ρόλος των κατώτατων μισθών καθίσταται ακόμη πιο σημαντικός κατά την οικονομική ύφεση. Η εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης των εργαζομένων και η μείωση της εργασιακής φτώχειας είναι σημαντική κατά τη διάρκεια μιας κρίσης και επίσης απαραίτητη για μια βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς οικονομική ανάκαμψη.
Στην πλειονότητα των κρατών μελών, η επάρκεια του κατώτατου μισθού είναι ανεπαρκής και / ή υπάρχουν κενά στην κάλυψη της ελάχιστης μισθολογικής προστασίας, παρόλο που η ελάχιστη μισθολογική προστασία υπάρχει σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, είτε από νομοθετικές διατάξεις («νόμιμοι ελάχιστοι μισθοί») ) και / ή με συλλογικές συμβάσεις.
Υπό το πρίσμα αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε πρόταση οδηγίας για επαρκείς ελάχιστους μισθούς στις 28 Οκτωβρίου 2020. Η πρόταση αποσκοπεί στη δημιουργία ενός πλαισίου για τη βελτίωση της επάρκειας των ελάχιστων μισθών και για την αύξηση της πρόσβασης των εργαζομένων στην προστασία των ελάχιστων μισθών .
Σε όλα τα κράτη μέλη , η πρόταση της Επιτροπής αποσκοπεί στην προώθηση συλλογικών διαπραγματεύσεων για τους μισθούς και στη βελτίωση της επιβολής και της παρακολούθησης της ελάχιστης μισθολογικής προστασίας που καθιερώνεται σε κάθε χώρα.
Στα κράτη μέλη με τους νόμιμους κατώτατους μισθούς , η πρόταση στοχεύει επίσης
- θέσπιση των προϋποθέσεων για τον καθορισμό των νόμιμων κατώτατων μισθών σε επαρκή επίπεδα: σαφή και σταθερά κριτήρια για τον καθορισμό ελάχιστων μισθών, ενδεικτικές τιμές αναφοράς για την καθοδήγηση της αξιολόγησης της επάρκειας, τακτικές και έγκαιρες ενημερώσεις των κατώτατων μισθών και τη σύσταση συμβουλευτικών οργάνων για συμβουλεύει τις αρμόδιες αρχές
- περιορίζοντας στο ελάχιστο τη χρήση των ελάχιστων μισθολογικών διαφορών και μειώσεων
- διασφάλιση της αποτελεσματικής συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων στη ρύθμιση και ενημέρωση των ελάχιστων μισθών.
Η προτεινόμενη οδηγία θα καθιερώσει ετήσια υποβολή εκθέσεων από τα κράτη μέλη σχετικά με τα δεδομένα ελάχιστης μισθολογικής προστασίας στην Επιτροπή. Η οδηγία θα πρέπει να εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο προτού μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο. Μόλις εγκριθούν, τα κράτη μέλη θα έχουν στη διάθεσή τους δύο χρόνια για να μεταφέρουν την οδηγία.