Ο συγκύριος ταξί, το οποίο οδηγεί επαγγελματικά ο ίδιος χωρίς την χρήση βοηθητικού προσωπικού, είναι μικροέμπορος και υπάγεται στην ευνοϊκή ρύθμιση του νόμου Κατσέλη
Την αναίρεση της απόφασης του δικάσαντος κατ’ έφεση μονομελούς πρωτοδικείου, η οποία απέρριψε κατ’ ουσίαν την αίτηση του αναιρεσείοντα περί υπαγωγής του στις ευεργετικές διατάξεις του Ν. 3869/2010 κρίνοντας ότι αυτός είχε την εμπορική ιδιότητα κατά το χρόνο παύσης των πληρωμών του, ότι επίσης, δεν ήταν μικρέμπορος και ότι, εξαιρείται από την προστασία του Ν. 3869/2010, διότι έχει πτωχευτική ικανότητα, αποφάσισε ο Άρειος Πάγος (ΑΠ 756/2020). Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού δέχτηκε εν μέρει την αίτηση, ρύθμισε τα χρέη του αιτούντα-αναιρεσείοντα καθορίζοντας σύμμετρες καταβολές προς τις πιστώτριές του.
Κατά τους ισχυρισμούς του αναιρεσείοντος, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατέληξε στο εσφαλμένο αποδεικτικό πόρισμα ότι ο τελευταίος είναι έμπορος και έχει πτωχευτική ικανότητα, ενώ θα έπρεπε να δεχθεί ότι αυτός είναι μικρέμπορος, ως οδηγός ΤΑΧΙ, του οποίου είναι συγκύριος σε ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, χωρίς να έχει οποιαδήποτε επαγγελματική οργάνωση και βοηθητικό προσωπικό, παρέχοντας την προσωπική του εργασία με αντίτιμο του σωματικού του μόχθου την αμοιβή του κομίστρου και χωρίς να συμβάλλει κερδοσκοπικά στην διακίνηση αγαθών,
Ειδικότερα, κατά την προσβαλλόμενη απόφαση, η επένδυση εκ μέρους του αιτούντος κεφαλαίου σημαντικής κλίμακας, που συνδέθηκε και με ανάληψη τραπεζικού κινδύνου – δανείων από την πιστώτρια τράπεζα και επομένως ανάληψη εκ μέρους του επιχειρηματικού κινδύνου με την προσδοκία προφανώς σημαντικών κερδών, δεν συνάδει με την ιδιότητα του μικρεμπόρου, με την έννοια της μη δραστηριοποίησης σε ριψοκίνδυνη κερδοσκοπική διαμεσολάβηση και με σκοπό απλώς την αμοιβή του σωματικού του μόχθου και κόπου. Αντίθετα, αρχικά ως μόνος ιδιοκτήτης και κατόπιν ως συνιδιοκτήτης ταξί, επένδυσε, ρίσκαρε και διακίνησε κεφάλαιο σημαντικής κλίμακας με σκοπό το μεγαλύτερο κέρδος και, για τον λόγο, αυτό ήταν έμπορος.
Κρίνοντας έτσι, ωστόσο, το ως εφετείο δικάσαν δικαστήριο, για να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα ότι ο αναιρεσείων ήταν έμπορος κατά το χρόνο υποβολής της αίτησής του για την υπαγωγή του στο Ν. 3869/2010 και ότι, συνεπώς, δεν υπάγεται στην προστασία του ανωτέρω νόμου, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τις ουσιαστικού κανόνα δικαίου διατάξεις των άρ. 2 παρ. 1 ΠτΚ (Ν. 3588/ 2007) και άρ. 2 ΒΔ 2/14-5-1835 “περί εμποροδικείων”, ενώ, επίσης, εσφαλμένα ερμήνευσε και δεν εφάρμοσε το άρθρο 1 παρ. 1 περ. α’ Ν. 3869/2010. Συγχρόνως, το Εφετείο διέλαβε ελλιπή και αντιφατική αιτιολογία ως προς το ζήτημα της εμπορικής ιδιότητας του αναιρεσείοντα, που ήταν ουσιώδες για την υπαγωγή του στην προστασία του Ν. 3869/2010 και έτσι στέρησε την απόφασή του από νόμιμη βάση.
Κατά το σκεπτικό του ανωτάτου δικαστηρίου, στη ευνοϊκή ρύθμιση του Ν. 3869/2010 υπάγονται και οι «μικροέμποροι», για τους οποίους το κέρδος από την άσκηση εμπορικών πράξεων αποτελεί αμοιβή του σωματικού τους μόχθου και κόπου, και όχι κερδοσκοπικής δραστηριότητας, καθώς αυτοί είναι βιοπαλαιστές έτοιμοι να τραπούν σε άλλα βιοποριστικά επαγγέλματα από εποχή σε εποχή και επομένως δεν έχουν κατά τα ισχύοντα στον ΠτΚ πτωχευτική ικανότητα. Αντιθέτως δεν υπάγονται στη ρύθμιση του Ν. 3869/2010 οι οφειλέτες, που κατά τον χρόνο της παύσεως των πληρωμών είχαν την εμπορική ιδιότητα. Η εμπορική ιδιότητα, είτε υφιστάμενη, είτε αναγόμενη στο παρελθόν, κατά το χρονικό όμως σημείο κατά το οποίο έπαυσαν οι πληρωμές, είναι η προϋπόθεση, που προσδίδει πτωχευτική ικανότητα στο φυσικό πρόσωπο, αποκλείοντας την υπαγωγή του στο πεδίο εφαρμογής του νόμου.
Απόσπασμα απόφασης
Πιο συγκεκριμένα, Α) αν και σύμφωνα με τις παραδοχές ο αναιρεσείων είχε λάβει από την 1η αναιρεσίβλητη τράπεζα, το έτος 2007, δύο επαγγελματικά δάνεια, συνολικού ποσού 116.000 ευρώ, από το οποίο ποσό 45.000 ευρώ αναλώθηκε για να εξοφλήσει προηγούμενο επαγγελματικό δάνειο της Εμπορικής Τράπεζας και με το υπόλοιπο ποσό των 71.000 ευρώ αγόρασε ολόκληρη την άδεια κυκλοφορίας ενός ΤΑΧΙ, που εκμεταλλεύτηκε έως το έτος 2010, οπότε λόγω καταστροφής του οχήματος σε τροχαίο ατύχημα αναγκάστηκε να πουλήσει το ήμισυ της άδειας του ΤΑΧΙ και να αγοράσει νέο αυτοκίνητο ΤΑΧΙ, το οποίο εκμεταλλεύτηκε κατά το ήμισυ έως το έτος 2014, εντούτοις το ως Εφετείο δικάσαν Δικαστήριο, δέχτηκε ότι ο αναιρεσείων για την αγορά του προηγούμενου ΤΑΧΙ κατέβαλε το ποσό των 170.000 ευρώ, που κατά τις παραδοχές αποτελεί σημαντική επένδυση με ανάληψη τραπεζικού κινδύνου, που προσδίδει σ’ αυτόν την εμπορική ιδιότητα, χωρίς όμως να παραθέτει, όπως θα έπρεπε πώς κατέληξε στο ανωτέρω συμπέρασμα, εφόσον το συνολικό ποσό των δανείων, που του χορήγησε η 1η αναιρεσίβλητη τράπεζα ανέρχεται κατά τις παραδοχές του (όπως εκτίθενται σε άλλο σημείο της απόφασής του) σε 116.000 ευρώ,
Β) αν και το ως Εφετείο δικάσαν Δικαστήριο δέχτηκε ότι αποδείχθηκε ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντα ότι το προηγούμενο ΤΑΧΙ καταστράφηκε ολοσχερώς σε ατύχημα το έτος 2010 και ότι αυτός αναγκάστηκε να πουλήσει το ήμισυ της αξίας της άδειας λειτουργίας του, για να αγοράσει άλλο ΤΑΧΙ κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, το οποίο εκμεταλλεύτηκε έως το έτος 2014, οπότε, κατά τις παραδοχές, ο αναιρεσείων διέκοψε τις εργασίες του ως οδηγός ΤΑΧΙ, εντούτοις δεν προσδιορίζει τα εισοδήματα του αναιρεσείοντα από την εκμετάλλευση του ΤΑΧΙ από το έτος 2010 έως 2014, σύμφωνα με τις φορολογικές του δηλώσεις, από τις οποίες άλλωστε θα προκύπτουν και οι μεταβολές των περιουσιακών του στοιχείων, ώστε να διαπιστωθεί, εάν το κέρδος που αυτός αποκόμιζε από την εκμετάλλευση του ΤΑΧΙ, αφορούσε την αμοιβή της προσωπικής του εργασίας ως οδηγού και ανταποκρίνεται στον καθημερινό του μόχθο, ή αντιθέτως, εάν το κέρδος αυτό αποτελούσε υψηλή κερδοσκοπική εκμετάλλευση (υψηλό τζίρο) με ριψοκίνδυνη διαμεσολάβηση στην εμπορία αγαθών, που προσδίδει σ’ αυτόν την εμπορική ιδιότητα,
Γ) αν και η προσβαλλόμενη απόφαση δέχεται, ότι δεν αποδείχθηκε ο τρόπος εκμετάλλευσης του ΤΑΧΙ, δηλαδή, όπως ορθά εκτιμάται η ανωτέρω παραδοχή, εάν ο αναιρεσείων διέθετε οργανωμένη επιχείρηση και εγκατάσταση με χρησιμοποίηση βοηθητικού προσωπικού, εντούτοις αναιτιολόγητα δέχεται, ότι αποδείχθηκε σημαντική επένδυση κεφαλαίου με ριψοκίνδυνη δραστηριότητα, την οποία στηρίζει μόνο στο γεγονός της χορήγησης των δύο ανωτέρω επιχειρηματικών δανείων, χωρίς όμως συγχρόνως να προσδιορίζει την χρηματική αποτίμηση αγοράς του δεύτερου ΤΑΧΙ, που κατά τις παραδοχές αποτελούσε επένδυση σημαντικού κεφαλαίου, αν και τούτο είχε αγοραστεί το έτος 2010 κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου, δηλαδή, κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, που είχε επηρεάσει μειωτικά τις αξίες των αδειών λειτουργίας των ΤΑΧΙ, Δ) επίσης η προσβαλλόμενη δεν προσδιορίζει τα ετήσια εισοδήματα και τις οικογενειακές υποχρεώσεις του αναιρεσείοντα, ώστε, συγκρινόμενα με τα ανωτέρω, να κριθεί εάν το κέρδος που αυτός αποκόμιζε από την εκμετάλλευση του ΤΑΧΙ αποτελούσε ριψοκίνδυνη εμπορική διαμεσολάβηση, που του προσδίδει την εμπορική ιδιότητα ή εάν αντιθέτως αποτελούσε την αμοιβή του για την καθημερινή εργασία αυτού, ώστε να χαρακτηριστεί ως μικρέμπορος, που εμπίπτει στην προστασία του Ν. 3869/2010.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο areiospagos.gr