Τρόπους για την ταχύτερη επικαιροποίηση της λίστας με τα κράτη που έχουν προνομιακό φορολογικό καθεστώς εξετάζει η ΑΑΔΕ, προκειμένου να βελτιώσει τους ελέγχους της, αλλά και να διευκολύνει τις επιχειρήσεις.
Ένα κράτος θεωρείται ότι έχει θεσπίσει προνομιακό καθεστώς όταν δεν επιβάλλει φορολόγηση ή όταν ο ισχύων συντελεστής φόρου είναι ίσος ή κατώτερος από το 60% του εφαρμοστέου συντελεστή βάσει την ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας.
Η ΑΑΔΕ στο τέλος κάθε έτους καταρτίζει τη λίστα με τα κράτη που έχουν προνομιακό φορολογικό καθεστώς. Αυτή η λίστα όμως αναφέρεται σε μια χρήση πίσω και όχι στην τρέχουσα χρήση, ήτοι το Δεκέμβριο του 2020 η ΑΑΔΕ δημοσίευσε τη λίστα για το 2019.
Δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις ζητούν ταχύτερη ενημέρωση της λίστας αυτής, ώστε να προγραμματίζονται αρτιότερα, η ΑΑΔΕ εξετάζει τρόπους για να γίνει αυτό. Έτσι, δεν αποκλείεται εντός του έτους να υπάρξει νέα εγκύκλιος για τον χαρακτηρισμό των προνομιακών καθεστώτων για το 2020.
Η ΑΑΔΕ δείχνει προσοχή στο ζήτημα, καθώς ο προσδιορισμός των προνομιακών καθεστώτων είναι κρίσιμος τόσο για τους ελέγχους, όσο και για σημαντικά φορολογικά ζητήματα που απασχολούν τις επιχειρήσεις. Π.χ. είναι ειδικής σημασίας στο ζήτημα της έκπτωσης δαπανών, καθώς οι δαπάνες που καταβάλλονται προς φυσικά και νομικά πρόσωπα που έχουν την φορολογική τους κατοικία σε χώρα με προνομιακό καθεστώς κατά κανόνα δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, εκτός εάν ο φορολογούμενος αποδείξει ότι αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών με σκοπό τη φοροαποφυγή.
Και η ΑΑΔΕ στις συγκεκριμένες περιπτώσεις δεν «χαρίζει κάστανα». Προκειμένου να στοιχειοθετηθεί κατά τον φορολογικό έλεγχο ότι οι υπόψη συναλλαγές είναι πραγματικές και συνήθεις και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών με σκοπό την φοροαποφυγή, οι φορολογούμενοι πρέπει να προσκομίζουν στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι αυτές οι συναλλαγές πραγματικά έχουν λάβει χώρα και ότι έχουν αποφέρει πραγματικό οικονομικό όφελος στην ελεγχόμενη επιχείρηση που πραγματοποίησε τις σχετικές δαπάνες.
Έτσι, οι φορολογούμενοι που συναλλάσσονται με προνομιακά φορολογικά καθεστώτα θα πρέπει να συγκεντρώνουν διάφορα στοιχεία προς επίδειξη στις φορολογικές αρχές σε ενδεχόμενο έλεγχο, όπως π.χ. η ύπαρξη εμπορικής συμφωνίας ή σύμβασης έργου, αποδεικτικό καταβολής του τιμήματος αγοράς σε τραπεζικό λογαριασμό του δικαιούχου, απόδειξη πως η αλλοδαπή εταιρεία πραγματοποιεί ουσιαστική επιχειρηματική δραστηριότητα στη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένη, κ.α.