Στην αντεπίθεση περνούν οι αμερικανικές επιχειρήσεις και ενώνουν τις δυνάμεις τους για να εναντιωθούν στη θέσπιση ελάχιστου εταιρικού φόρου σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο λόγος είναι ότι επίκειται συμφωνία επί του ακανθώδους θέματος σε παγκόσμιο επίπεδο με πρώτο βήμα τη διαμόρφωση συναίνεσης στους κόλπους του G7 μέσα στην εβδομάδα. Ετσι, 28 βιομηχανικοί όμιλοι των ΗΠΑ έχουν σχηματίσει συμμαχία με τίτλο: «Οι εργοδότες της Αμερικής που προσφέρουν θέσεις εργασίας υπέρ μιας ισχυρής ανάκαμψης» και ασκούν πιέσεις με επιχειρήματα ότι ο φόρος θα πλήξει την ανταγωνιστικότητα των αμερικανικών βιομηχανιών και θα είναι ο «δούρειος ίππος» για την επιβολή πολύ υψηλών φόρων σε ατομικές και οικογενειακές επιχειρήσεις.
Μιλώντας για το θέμα στο BBC, ο Ερικ Χόπλιν, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εθνικής ένωσης διανομέων χονδρικής που ηγείται της εν λόγω συμμαχίας, τόνισε πως «η αύξηση-ρεκόρ των εταιρικών φόρων που επιδιώκουν οι Δημοκρατικοί δεν θα μπορούσε να έρθει σε χειρότερη στιγμή για τους εργοδότες της Αμερικής». Προσέθεσε πως οι αμερικανικές επιχειρήσεις υποστηρίζουν το πρόγραμμα επενδύσεων σε έργα υποδομής το οποίο προωθεί ο πρόεδρος Μπάιντεν και ευελπιστεί να χρηματοδοτήσει με τους αυξημένους εταιρικούς φόρους. Υπογράμμισε, όμως, ότι τώρα οι επιχειρήσεις μόλις που αρχίζουν να ανακάμπτουν από το πλήγμα της πανδημίας και μια επιθετική φορολογία θα τις γονατίσει. Παράλληλα, ο Κρις Σμιθ, διευθυντικό στέλεχος της ένωσης εργοδοτών, προσέθεσε με έμφαση πως αν το κράτος φορολογήσει εκ νέου τις ατομικές και οικογενειακές επιχειρήσεις ενώ αγωνίζονται να ανακάμψουν, θα είναι υπερβολικό». Εκπρόσωπος αυτής της συμμαχίας των επιχειρήσεων υπογράμμισε πως οι αμερικανικές επιχειρήσεις υποστηρίζουν ιδιαιτέρως το πρόγραμμα επενδύσεων του Τζο Μπάιντεν, αλλά προσέθεσε πως «αλλάζουν αμέσως γνώμη όταν η συζήτηση έρχεται στο θέμα της αύξησης των εταιρικών φόρων» από τους οποίους πρόκειται να χρηματοδοτηθεί. Σημειωτέον ότι ανάμεσα στους υποστηρικτές της αύξησης των φόρων στις επιχειρήσεις συγκαταλέγεται και ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Amazon, Τζεφ Μπέζος, μολονότι έχει επικριθεί για τους υποτυπώδεις φόρους που καταβάλλει ώς τώρα η εταιρεία του.
Ανάμεσα στα μέλη της συμμαχίας συγκαταλέγονται η ένωση αμερικανικών ξενοδοχείων και καταλυμάτων, η αμερικανική ένωση ενοικιάσεων, η ένωση συντήρησης αυτοκινήτων, η ένωση εμπόρων τροφίμων και οι επιχειρήσεις χονδρικής οίνου και οινοπνευματωδών της Αμερικής. Αναμένεται, πάντως, να προσχωρήσουν και άλλες επιχειρήσεις στη συμμαχία που σχεδιάζει να πραγματοποιήσει έρευνες και να ασκήσει πιέσεις με στόχο την αναθεώρηση της πρότασης του Αμερικανού προέδρου. Προ ημερών η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν, μίλησε στο αμερικανικό εμπορικό επιμελητήριο σχετικά με την ανάγκη για αύξηση των φόρων με σκοπό τη χρηματοδότηση του προγράμματος επενδύσεων. Στο πλαίσιο αυτής της ομιλίας η κ. Γέλεν δήλωσε πως οι εταιρικοί φόροι στην υπερδύναμη βρίσκονται «σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα». Τόνισε μάλιστα πως «ο τομέας των επιχειρήσεων μπορεί να συνδράμει σε αυτήν την προσπάθεια και αυτό μπορεί να γίνει αν επαναφέρουμε τον συντελεστή φορολογίας των επιχειρήσεων στα προηγούμενα επίπεδα». Προσέθεσε, άλλωστε, πως «αν γίνει με τον σωστό τρόπο, ένα μεγάλο πρόγραμμα επενδύσεων αποτελεί επένδυση στο μέλλον και όπως συμβαίνει με την αγορά μιας κατοικίας, μπορεί να εξοφλείται επί πολλά χρόνια».
Αναφερόταν στο σχέδιο της κυβέρνησης Μπάιντεν να αυξήσει τον εταιρικό φόρο στο 28% από το 21% στο οποίο τον έχει μειώσει η προηγούμενη κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ. Προκειμένου να μην αντιμετωπίσει φυγή των επιχειρήσεων προς φορολογικούς παραδείσους, η κυβέρνηση Μπάιντεν τάχθηκε υπέρ της επιβολής ελάχιστου εταιρικού φόρου ύψους 21% σε παγκόσμιο επίπεδο. Προχώρησε μάλιστα σε έναν τακτικό ελιγμό και προκειμένου να διευκολύνει την επίτευξη συμφωνίας απέσυρε το βέτο και υπογράμμισε πως με την επιβολή ενιαίου ελάχιστου φόρου θα φορολογούνται και οι αμερικανικές πολυεθνικές και προπαντός οι αμερικανικοί τεχνολογικοί κολοσσοί στην εκάστοτε χώρα αναλόγως με τις πωλήσεις τους στην εκάστοτε χώρα. Τις τελευταίες ημέρες, πάντως, η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει υπαναχωρήσει από την πρότασή της για ελάχιστο φόρο 21% και συναινεί πλέον σε έναν συντελεστή 15% προκειμένου να διασφαλίσει τη συναίνεση σε ευρύτερο επίπεδο. Εχουν ταχθεί υπέρ της επιβολής ελάχιστου εταιρικού φόρου της τάξεως «τουλάχιστον» του 15% χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιαπωνία και η Ιταλία.
Η δυσκολία στη διαμόρφωση ευρύτερης συναίνεσης έγκειται στα αποκλίνοντα συμφέροντα διαφόρων οικονομιών με τις φτωχότερες αναπτυσσόμενες χώρες να έχουν λόγους να διαφωνήσουν: αν χάσουν το δέλεαρ της χαμηλής φορολογίας, δεν θα έχουν κανέναν τρόπο να προσελκύσουν ξένες επιχειρήσεις στο έδαφός τους. Εντός Ευρώπης τη σθεναρότερη αντίσταση προβάλλει ήδη η Ιρλανδία που κατορθώνει να διασφαλίζει επενδύσεις στο έδαφός της έχοντας τον κατώτερο εταιρικό φόρο στην Ε.Ε. και συγκεκριμένα το 12,5%.