Του Λεωνίδα Στεργίου
Ριζικές αλλαγές στην προστασία δανειοληπτών και υπερχρεωμένων νοικοκυριών και επιχειρήσεων έρχονται από την Τρίτη, 1η Ιουνίου 2021, με την πρεμιέρα του νέου πτωχευτικού νόμου. Για πρώτη φορά δίνεται η δυνατότητα πτώχευσης και σε φυσικά πρόσωπα, με ρευστοποίηση περιουσίας και δεύτερη ευκαιρία, δηλαδή απαλλαγή από κάθε βάρος του παρελθόντος για μια νέα αρχή. Από την άλλη, σταματά κάθε είδους προστασία από πλειστηριασμούς και κατασχέσεις, περιλαμβανομένων των ευάλωτων ομάδων. Διευκρινίζεται ότι για επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα με επιχειρηματική δραστηριότητα και με περιουσία άνω των 350.000 ευρώ και τζίρο άνω των 700.000 είχε ξεκινήσει από τον Μάρτιο, αλλά με αίτηση μόνο μέσω δικαστηρίου. Τα lockdown προκάλεσαν καθυστερήσεις και παρατάσεις, με προστασία από πλειστηριασμούς μόνο για τους πληγέντες από τον κορονοϊό.Τώρα, από την 1η Ιουνίου ισχύει όλες τις κατηγορίες, χωρίς καμία εξαίρεση. Ισχύουν, όμως, οι νέες ειδικές ευεργετικές διατάξεις για την πρώτη κατοικία και τις ευάλωτες ομάδες που περιλαμβάνονται στον νέο νόμου (παύει η ισχύς των προηγούμενων).
Δύο βασικές αλλαγές
Μία από τις βασικές αλλαγές είναι ότι με τον νέο νόμο τίποτα δεν μπορεί να ξεκινήσει, πχ κάποια νομική ενέργεια ενός πιστωτή προς τον οφειλέτη, εάν πρώτα η πλευρά του πιστωτή δεν έχει ακολουθήσει συγκεκριμένη διαδικασία ενημέρωσης, έγκαιρης προειδοποίησης και δεν έχει προτείνει λύσεις. Μία ακόμα καινοτομία αποτελεί το γεγονός ότι η όλη διαδικασία, από την πρώτη αίτηση μέχρι την τελευταία απόφαση για ρύθμιση ή πτώχευση, γίνεται ηλεκτρονικά μέσω της πλατφόρμας της Ειδικής Γραμματείας Ιδιωτικού Χρέους. Σε αυτό περιλαμβάνονται οι εξωδικαστικές διαδικασίες και η διαμεσολάβηση.
Επίσης, ο νέος νόμος προβλέπει είτε συνολική διευθέτηση όλων των οφειλών προς Δημόσιο, τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης είτε πτώχευση. Δεν ρυθμίζεται μόνο μία κατηγορία. Στη συνολική διευθέτηση, οι ρυθμίσεις μπορεί να φτάσουν μέχρι τις 420 δόσεις, όταν αυτές αφορούν οφειλές προς το Δημόσιο (εφορία, ασφαλιστικά ταμεία, κλπ) και μέχρι 250 δόσεις για οφειλές προς τις τράπεζες. Ειδικά για την πρώτη κατοικία, οι δόσεις για οφειλές προς τις τράπεζες επιδοτούνται με 50% από το Δημόσιο. Διευκρινίζεται ότι ο ενδιαφερόμενος δεν μπορεί να ρυθμίσει μόνο τις οφειλές προς το Δημόσιο ή μόνο προς τις τράπεζες. Για να ισχύουν τα παραπάνω, θα πρέπει το υπερχρεωμένο φυσικό πρόσωπο ή η υπερχρεωμένη επιχείρηση να ζητήσει συνολική διευθέτηση του χρέους. Ακόμα κι αν είναι υπερήμερος μόνο προς το Δημόσιο, ενώ, για παράδειγμα, ένα δάνειο προς τράπεζα εξυπηρετείται. Για να ενταχθεί στις διατάξεις του νέου πτωχευτικού, απαιτείται συμφωνία συνολικής διευθέτησης, δηλαδή θα πρέπει να συμφωνήσουν με τη ρύθμιση όλες οι πλευρές. Βέβαια, το πώς και το πόσοι πιστωτές θα πρέπει να συμφωνήσουν εξαρτάται από το εάν πρόκειται για φυσικό ή νομικό πρόσωπο.
Διαδικασίες
Ο νέος πτωχευτικός αποτελείται από πέντε βιβλία, δηλαδή πέντε μεγάλα κεφάλαια, με 308 άρθρα και δεκάδες κοινές υπουργικές αποφάσεις, αλλά και αρκετές ακόμα που θα πρέπει να δημοσιευθούν για να λειτουργήσει, πχ ο Φορέας Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων, κά.
Μία συνοπτική παρουσίαση των διαδικασιών του νέου νόμου είναι η εξής:
Βήμα 1: Προληπτικός μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης του πολίτη. Πρόκειται για το πρώτο και βασικό στάδιο προκειμένου να ξεκινήσει κάθε διαδικασία για ρύθμιση ή πτώχευση. Χωρίς έγκαιρη προειδοποίηση των πιστωτών προς τον οφειλέτη, κανένας πιστωτής δεν μπορεί να αξιώσει τίποτα από τον τελευταίο, βάσει των διατάξεων του νέου πτωχευτικού. Ο μηχανισμός έγκαιρης προειδοποίησης θεσπίζει διαδικασίες ενημέρωσης και παροχής στήριξης στα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα, προκειμένου να μπορέσουν να καλύψουν ή να αναδιαρθρώσουν τις οφειλές τους και έτσι να αποφύγουν διαδικασίες αφερεγγυότητας, ρευστοποίησης ή πτώχευσης.
Βήμα 2: Αντιμετώπιση και ρύθμιση οφειλών. Προβλέπεται εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών, τόσο για φυσικά όσο και για νομικά πρόσωπα. Η διαδικασία είναι αμιγώς εξωδικαστική και εμπιστευτική μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών. Διεξάγεται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας και παρέχει τη δυνατότητα για την αναδιάρθρωση όλων των οφειλών, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας “κουρέματος” της οφειλής. Η παροχή ρύθμισης αποφασίζεται από την πλειοψηφία των θεσμικών πιστωτών (Δημόσιο, τράπεζες, διαχειριστές δανείων). Στην περίπτωση που η πρόταση ρύθμισης προκύπτει από αυτόματο υπολογιστικό εργαλείο, τότε είναι υποχρεωτική η εφαρμογή της από το δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς. Η διαδικασία διαρκεί για μέγιστο χρονικό διάστημα δύο μηνών, εντός των οποίων είτε επιτυγχάνεται ρύθμιση, είτε τερματίζεται η διαδικασία με την τυχόν άρνηση των τραπεζικών ιδρυμάτων να προτείνουν ρύθμιση ή με την άρνηση του οφειλέτη προς την προτεινόμενη ρύθμιση. Εναλλακτικά, εισάγεται ο θεσμός της χρηματοοικονομικής διαμεσολάβησης, με σκοπό να βοηθήσει τους οφειλέτες και τους πιστωτές, στην εξεύρεση μιας αμοιβαίως ωφέλιμης, συμβιβαστικής λύσης. Κατά το χρονικό διάστημα των ανωτέρω διαδικασιών, προβλέπεται αναστολή της αναγκαστικής ρευστοποίησης της περιουσίας του οφειλέτη, σε συμφωνία με τους θεσμικούς πιστωτές.
Βήμα 3: Πτώχευση και 2η ευκαιρία. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η επίτευξη προληπτικής αναδιάρθρωσης, τότε προβλέπεται η δυνατότητα πτώχευσης, τόσο των φυσικών όσο και των νομικών προσώπων, με ταυτόχρονη απαλλαγή από όλες τις οφειλές. Δρομολογείται διαδικασία συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών, με ταυτόχρονη απαλλαγή του οφειλέτη από τα υπόλοιπα των οφειλών του. Στην περίπτωση των νομικών προσώπων, ήδη με την απόφαση κήρυξης της πτώχευσης, αποφασίζεται η ρευστοποίηση είτε του συνόλου της επιχείρησης είτε των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων αυτής, και αν δεν επιτευχθεί η πώληση ως σύνολο εντός 18 μηνών, τότε εκποιούνται τα επιμέρους περιουσιακά στοιχεία. Οι διαδικασίες της πτώχευσης συστηματοποιούνται και απλοποιούνται προς το σκοπό της ταχείας διεκπεραίωσης. Στο πλαίσιο αυτό, προβλέπεται η χρήση ηλεκτρονικών μέσων που διασφαλίζουν διαφάνεια και δημοσιότητα, η κατάργηση προσκόμισης δικαιολογητικών (τα οποία θα ανακτώνται ηλεκτρονικά), η εισαγωγή ποσοτικών κριτηρίων που θα καθορίζουν ευχερέστερα την επέλευση της παύσης πληρωμών, η άμεση έναρξη των διαδικασιών ρευστοποίησης, η αυτόματη αναπροσαρμογή της τιμής πρώτης προσφοράς στις διαδικασίες πλειστηριασμού (εφόσον αναδειχθούν άγονοι), καθώς και η βελτίωση του θεσμού των διαχειριστών αφερεγγυότητας. Επίσης, θεσπίζονται απλοποιημένες διαδικασίες για τις πτωχεύσεις “μικρού αντικειμένου”, ώστε να κινούνται και να περαιώνονται με ταχύτητα οι διαδικασίες κήρυξης της πτώχευσης, ρευστοποίησης και συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών.
Ασφαλιστικές δικλείδες
Οι ασφαλιστικές δικλείδες, ο δίχτυς κοινωνικής προστασίας και η δεύτερη ευκαιρία προκύπτουν ως εξής:
Πρώτον, Προβλέπεται η απαλλαγή των φυσικών προσώπων από τα υπόλοιπα των οφειλών, μετά τη συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών, κατόπιν κήρυξης της πτώχευσης. Η απαλλαγή αυτή επέρχεται εντός διαστήματος 1 έτους από την κήρυξη της πτώχευσης, εάν στη ρευστοποίηση περιλαμβάνεται η πρώτη κατοικία ή ουσιαστικά περιουσιακά στοιχεία. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις ο οφειλέτης απαλλάσσεται σε 3 έτη και επιπλέον οφείλει να συνεισφέρει με τα εισοδήματά του, τα οποία υπερβαίνουν τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, μέχρι να επέλθει η απαλλαγή τους. Η απαλλαγή αυτή είναι ανεξάρτητη από την ολοκλήρωση των εργασιών της πτώχευσης και επιτρέπει στον οφειλέτη να κάνει μια καινούργια αρχή. Θεσπίζονται επίσης σημαντικές δικλείδες ασφαλείας για τον εντοπισμό στρατηγικών κακοπληρωτών, για τους οποίους δεν επέρχεται η απαλλαγή, πέραν των λοιπών ποινικών και αστικών ευθυνών που υπέχουν.
Δεύτερον, μεταβατική περίοδος μέχρι την έναρξη του Φορέα Απόκτησης και Επαναμίσθωσης Ακινήτων. Ο φορέας αυτός αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία στο β’ τρίμηνο του 2022. Μέχρι τότε θα υπάρξει μία λύση προσομείωσης, όπου τον ρόλο του φορέα θα παίζουν οι ίδιες οι τράπεζες, αλλά θα πρέπει να λειτουργούν απέναντι στον δανειολήπτη σαν να ήταν ο φορέας αυτός. Δηλαδή θα είναι υποχρεωμένες να αποκτήσουν το ακίνητο με έξοδα δικά τους, να το νοικιάσουν για 12 χρόνια, ο δανειολήπτης θα μπορεί να μένει σπίτι του ως ενοικιαστής και θα δικαιούται στεγαστικό επίδομα, ενώ στο τέλος των 12 ετών θα μπορεί να το ξαναπάρει πληρώνοντας την αναπόσβεστη αξία. Όπως και στην περίπτωση του Φορέα, έτσι και με τις τράπεζες, ο δανειολήπτης θα χάνει το σπίτι του εάν δεν πληρώσει τρία ενοίκια και θα έχει τη δυνατότητα να ανακτήσει το σπίτι του πριν από τα 12 χρόνια εάν πληρώσει τα ενοίκια μέχρι τη λήξη της μίσθωσης συν την αναπόσβεστη αξία.
Δεύτερον, εισάγονται σημαντικές πρόνοιες για ευάλωτες κοινωνικά ομάδες, τόσο στο επίπεδο της προληπτικής αναδιάρθρωσης των οφειλών όσο και στο επίπεδο της ρευστοποίησης. Πιο συγκεκριμένα, στο επίπεδο της προληπτικής αναδιάρθρωσης, προβλέπεται η κρατική επιδότηση δανείου πρώτης κατοικίας, με σκοπό την έμπρακτη στήριξη στην αποπληρωμή της επιτευχθείσας συνολικής ρύθμισης οφειλών. Στο επίπεδο της συλλογικής ικανοποίησης των πιστωτών, προβλέπεται στήριξη, μέσω της δημιουργίας ενός ιδιωτικού Φορέα για την απόκτηση των ακινήτων, ο οποίος θα επιλεγεί από το κράτος, μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας. Ο εν λόγω φορέας θα καλείται να αποκτήσει το ακίνητο που συνιστά την 1 η κατοικία ευάλωτων κοινωνικά ομάδων, η οποία έχει δρομολογηθεί σε διαδικασία πλειστηριασμού, κατόπιν κήρυξης πτώχευσης ή αναγκαστικής εκτέλεσης. Στόχος είναι να διασφαλιστεί η παραμονή τους σε αυτό – κατόπιν της καταβολής μισθώματος – και να αποφευχθεί η έξωση, που θα επερχόταν εάν αποκτούσε κάποιος τρίτος το ακίνητο, καθώς και να προσφέρει τη δυνατότητα επαναπόκτησης του ακινήτου από τον οφειλέτη στο μέλλον. Για την απόκτηση καταβάλλεται η εμπορική αξία του ακινήτου από το φορέα προς τους πιστωτές, ενώ παράλληλα ο οφειλέτης θα καταβάλλει μίσθωμα, με ταυτόχρονη δυνατότητα άσκησης δικαιώματος επαναγοράς του ακινήτου του εντός 12 ετών, εφόσον ο ίδιος το επιθυμεί.
Τέταρτον, στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης, οι επιχειρήσεις μπορούν να προσφύγουν στη διαδικασία της εξυγίανσης. Απαιτείται η συναίνεση δύο κατηγοριών πιστωτών, αυτών που έχουν εμπράγματες εξασφαλίσεις και των υπολοίπων πιστωτών, σε ποσοστό 50% της κάθε κατηγορίας. Ωστόσο, η επιτευχθείσα με τον τρόπο αυτό συμφωνία, επικυρώνεται από το δικαστήριο, μόνον εάν συναινέσει το 60% των πιστωτών όλων των κατηγοριών, οπότε στην περίπτωση αυτή επέρχεται και αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων των ενέγγυων πιστωτών. Οι πιστωτές που μειοψήφησαν δεσμεύονται από τη συμφωνία, εφόσον ικανοποιείται η βασική αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης και της ίσης μεταχείρισης των πιστωτών που ανήκουν στην ίδια κατηγορία (εκτός εάν συντρέχουν σοβαροί εμπορικοί ή κοινωνικοί λόγοι). Σημαντικό επίσης είναι ότι τα δικαιώματα των εργαζομένων δεν επηρεάζονται από τη συμφωνία εξυγίανσης και οι απαιτήσεις τους δεν καταλαμβάνονται από αναστολή καταδιωκτικών μέτρων.
Πέμπτον, στην περίπτωση πτώχευσης απεγκλωβίζονται, επίσης, τα μέλη διοίκησης των νομικών προσώπων που έχουν πτωχεύσει από οφειλές της επιχείρησης που πτώχευσε και έτσι μπορούν να επαναδραστηριοποιηθούν.
Έκτον, ο νέος κώδικας είναι ιδιαίτερα αυστηρός στην περίπτωση που αποδειχθεί δόλια αδυναμία πληρωμής ή πτώχευσης. Κάτι τέτοιο μπορεί να αποδειχθεί σε οποιοδήποτε στάδιο και να αναιρέσει όλη την προηγούμενη διαδικασία, ακόμα και μετά τη συμφωνία ρύθμισης ή πτώχευσης, με παράλληλες ποινικές διαστάσεις.
Δείτε την αναλυτική παρουσίαση του νέου πτωχευτικού στα “Σχετικά Αρχεία”
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡXEIA
Αναλυτική-Παρουσίαση-Ν-4738_2020 (406 KB)
https://www.capital.gr/oikonomia/3549208/ti-allazei-apo-triti-me-tin-premiera-tou-neou-ptoxeutikou