Απόφαση ΓΔΕΕ: «Συμβατές με το δίκαιο της Ένωσης οι ενισχύσεις υπέρ θυγατρικής της Amazon – Aκυρώνεται η απόφαση της Επιτροπής»
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με τη δημοσιευθείσα στις 12-05-2021 απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΓΔΕΕ) ακύρωσε απόφαση με την οποία η Επιτροπή είχε διαπιστώσει ότι υπάρχει επιλεκτικό πλεονέκτημα με αποδέκτη την LuxOpCo, λουξεμβουργιανή θυγατρική εταιρία του ομίλου Amazon.
Ιστορικό της υπόθεσης
Από το 2006, ο όμιλος Amazon συνεχίζει τις εμπορικές του δραστηριότητες στην Ευρώπη μέσω δυο συνδεδεμένων εταιριών εγκατεστημένων στο Λουξεμβούργο, αφενός, της Amazon Europe Holding Technologies SCS (LuxSCS), λουξεμβουργιανής ετερόρρυθμης εταιρίας, οι εταίροι της οποίας ήταν αμερικανικές οντότητες του ομίλου Amazon και, αφετέρου, της Amazon EU Sàrl (LuxOpCo), θυγατρικής της LuxSCS.
Μεταξύ των ετών 2006 και 2014, η LuxSCS ήταν ελέγχουσα εταιρεία άυλων περιουσιακών στοιχείων για τις ευρωπαϊκές εργασίες της Amazon. Για τον σκοπό αυτό, συνήψε διάφορες συμβάσεις με τις αμερικανικές οντότητες του ομίλου Amazon, ήτοι συμβάσεις παραχώρησης άδειας εκμετάλλευσης και εκχώρησης προϋφιστάμενης διανοητικής ιδιοκτησίας με την Amazon Technologies, Inc. (ATI) (σύμβαση εισόδου), καθώς και σύμβαση επιμερισμού του κόστους του προγράμματος ανάπτυξης των άυλων στοιχείων ενεργητικού (σύμβαση επιμερισμού του κόστους) με την ΑΤΙ και μια δεύτερη οντότητα, την A9.com, Inc. Με τις συμβάσεις αυτές, η LuxSCS απέκτησε το δικαίωμα εκμετάλλευσης ορισμένων δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας εστιάζοντας στην τεχνολογία, τα δεδομένα των πελατών και τα εμπορικά σήματα, καθώς και την παραχώρηση περαιτέρω αδειών εκμετάλλευσης των άυλων στοιχείων ενεργητικού. Η LuxSCS συνήψε, μεταξύ άλλων, σύμβαση άδειας με την LuxOpCo, τον κύριο οικονομικό φορέα της εμπορικής δραστηριότητας του ομίλου Amazon στην Ευρώπη. Δυνάμει αυτής της συμφωνίας, η LuxOpCo δεσμευόταν να καταβάλλει δικαιώματα εκμετάλλευσης στην LuxSCS ως αντάλλαγμα για τη χρήση των άυλων στοιχείων ενεργητικού.
Στις 6 Νοεμβρίου 2003, οι φορολογικές αρχές του Λουξεμβούργου εξέδωσαν, κατόπιν αιτήματος της Amazon.com φορολογική απόφαση (tax ruling). Αυτό το αίτημα αποσκοπούσε να επιβεβαιωθεί η μεταχείριση των LuxOpCo και LuxSCS ως προς τον λουξεμβουργιανό φόρο εισοδήματος εταιριών. Όσον αφορά, πιο συγκεκριμένα, τον καθορισμό του φορολογητέου ετήσιου εισοδήματος της LuxOpCo, ο όμιλος Amazon είχε προτείνει να υπολογίσει την αμοιβή του λεγόμενου «πλήρους ανταγωνισμού» των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης που πρέπει να καταβάλει η LuxOpCo στη LuxSCS, σύμφωνα με τη μέθοδο καθαρού περιθωρίου κέρδους συναλλαγής (MTMN), ορίζοντας την LuxOpCo ως το «ελεγχόμενο μέρος».
Η φορολογική απόφαση επιβεβαίωνε, αφενός, ότι η LuxSCS δεν υποβαλλόταν σε φόρο εισοδήματος εταιριών λόγω της εταιρικής της μορφής και, αφετέρου, ενέκρινε τη μέθοδο υπολογισμού του ύψους των ετήσιων δικαιωμάτων εκμετάλλευσης (τέλος άδειας) που οφείλει η LuxOpCo στη LuxSCS δυνάμει της προαναφερθείσας σύμβασης άδειας.
Το 2017, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτίμησε ότι, η φορολογική απόφαση, στο μέτρο που είχε εγκρίνει τον χαρακτήρα «πλήρους ανταγωνισμού» της μεθόδου υπολογισμού του ύψους των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης που οφείλει η LuxOpCo στη LuxSCS, καθώς και την ετήσια εφαρμογή της από το 2006 έως το 2014, συνιστά κρατική ενίσχυση μη συμβατή με την εσωτερική αγορά, κατά την έννοια του άρθρου 107 ΣΛΕΕ. Ειδικότερα, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρξε πλεονέκτημα υπέρ της LuxOpCo, θεωρώντας, κατ’ουσίαν, ότι το το ύψος των οφειλόμενων δικαιωμάτων εκμετάλλευσης από τη LuxOpCo προς τη LuxSCS, κατ’εφαρμογήν της μεθόδου υπολογισμού που εγκρίθηκε από την επίμαχη φορολογική απόφαση, κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου, ήταν πολύ υψηλό, με αποτέλεσμα η αμοιβή της LuxOpCo, και, ως εκ τούτου, η φορολογητέα βάση να έχουν μειωθεί τεχνητά. Παρατηρώντας ότι η φορολογική απόφαση εφαρμόστηκε στο Λουξεμβούργο χωρίς προηγούμενη κοινοποίηση, η Επιτροπή διέταξε την ανάκτηση της παράνομης ενίσχυσης.
Το Λουξεμβούργο και ο όμιλος Amazon άσκησαν προσφυγή ακύρωσης κατά της απόφασης της Επιτροπής ενώπιον του ΓΔΕΕ, αμφισβητώντας ιδίως τη συλλογιστική της Επιτροπής αναφορικά με την ύπαρξη πλεονεκτήματος.
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Γενικό Δικαστήριο ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση διότι έκρινε ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε µε επαρκή νομικά στοιχεία ότι υπήρξε ελάφρυνση της φορολογικής επιβάρυνσης της LuxOpCo.
Ως εκ τούτου, το ΓΔΕΕ αποφάνθηκε ότι δεν υπάρχει επιλεκτικό πλεονέκτημα με αποδέκτη την εν λόγω εταιρία.
Γίνεται υπόμνηση ότι η προσφυγή ακυρώσεως αποσκοπεί στην ακύρωση πράξεων των οργάνων της Ένωσης που αντιβαίνουν στο δίκαιο της Ένωσης. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη, τα όργανα της Ένωσης και οι ιδιώτες μπορούν να ασκήσουν προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του Δικαστηρίου ή του Γενικού Δικαστηρίου. Αν η προσφυγή είναι βάσιμη, η πράξη ακυρώνεται. Το καθού όργανο της Ένωσης οφείλει να καλύψει το ενδεχόμενο κενό δικαίου που δημιουργεί η ακύρωση της πράξεως.
Υπενθυμίζεται ακόμα ότι κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου και εντός δύο μηνών και δέκα ημερών από της κοινοποιήσεώς της μπορεί να ασκηθεί αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου, περιοριζόμενη σε νομικά ζητήματα.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στα αγγλικά και στα γαλλικά στην ιστοσελίδα CURIA