Ανάκληση των δωρεών λόγω αχαριστίας και λόγω μη εκτέλεσης του τρόπου υπό τον οποίο αυτές συστήθηκαν και καταδίκη της δωρεοδόχου, η οποία διατηρεί το εμπράγματο δικαίωμα επί του ακινήτου χωρίς νόμιμη αιτία, σε δήλωση βούλησης
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά, κάνοντας δεκτή ως ουσία βάσιμη την υπό κρίση αγωγή (ΠΠρΠειρ 1140/2020), αναγνώρισε ότι είναι σχετικώς άκυρη ως εικονική η συναφθείσα μεταξύ των διαδίκων δικαιοπραξία μεταβίβασης λόγω πώλησης ακινήτου, καθώς και ότι είναι έγκυρη η υποκρυπτόμενη αυτής σύμβαση μεταβίβασης λόγω δωρεάς εν ζωή υπό τρόπο . Επιπλέον, αναγνωρίζοντας ότι η δωρεά έχει ανακληθεί, υποχρέωσε την εναγομένη να αναμεταβιβάσει την ψιλή κυριότητα του ακινήτου στον ενάγοντα, σε περίπτωση δε άρνησης της, να καταδικαστεί σε δήλωση βούλησης προς τούτο κατ’ άρ. 949 του ΚΠολΔ.
Από τις διατάξεις του άρ. 138 παρ. 1 και 2 του ΑΚ, προκύπτει ότι, όταν μεταξύ των όρων που απαιτούνται για την κατάρτιση της υπό την εικονική καλυπτόμενης άλλης δικαιοπραξία είναι συστατικός τύπος, όπως το συμβολαιογραφικό έγγραφο που επιβάλλει ο νόμος πάντοτε για τη δωρεά ακινήτου (κατά τα άρ. 159 παρ. 1, 369 και 498 παρ. 1 του ΑΚ), αρκεί ο τύπος αυτός να τηρήθηκε για την εικονική δικαιοπραξία και δεν απαιτείται να προκύπτει από τον τύπο αυτόν και το είδος και γενικότερα το περιεχόμενο της καλυπτόμενης δικαιοπραξίας.
Εν προκειμένω, το δικαστήριο δέχθηκε ότι η σύμβαση πώλησης που καταρτίστηκε μεταξύ των διαδίκων ήταν εικονική και επομένως άκυρη, κατά τα άρ. 138 παρ.1 και 180 του ΑΚ, καθόσον συνομολογήθηκε φαινομενικά. Στην πραγματικότητα, αυτό το οποίο θέλησαν οι συμβληθέντες ήταν να μεταβιβάσει ο ενάγων στην εναγομένη ένα ποσοστό της κυριότητάς του στο ακίνητο λόγω δωρεάς, ήτοι χωρίς αντάλλαγμα και με τον όρο της ισόβιας περιποίησης, φροντίδας και περίθαλψής του από την τελευταία, αναφέρθηκε δε εικονικά στο ως άνω συμβόλαιο ως αιτία μεταβίβασης η πώληση, για λόγους φορολογικής του ελάφρυνσης. Το γεγονός ότι στο συμβόλαιο αναφέρεται ότι το τίμημα της «πώλησης» καταβλήθηκε εκτός Συμβολαιογραφείου, δεν αποτελεί πλήρη απόδειξη περί της καταβολής κατ’ άρ. 438 του ΚΠολΔ, καθόσον πρόκειται περί γεγονότος που δεν έλαβε χώρα ενώπιον του Συμβολαιογράφου, λαμβάνοντας, επιπλέον, υπόψη πως η εναγόμενη δεν προσκόμισε κανένα αποδεικτικό στοιχείο από το οποίο να προκύπτει η καταβολή του τιμήματος, όπως σχετική απόδειξη πληρωμής.
Ενόψει των ανωτέρω, δεδομένου ότι η εικονική σύμβαση πώλησης περιβλήθηκε τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και υποβλήθηκε σε καταχώρηση στο αρμόδιο κτηματολογικό γραφείο, ενώ παράλληλα συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις σύναψής της, το δικαστήριο έκρινε πως η υποκρυπτόμενη αυτής σύμβαση δωρεάς υπό τρόπο είναι έγκυρη.
Περαιτέρω, κατά τις παραδοχές του δικαστηρίου, η εναγομένη δεν τήρησε υπαιτίως τον ανωτέρω όρο υπό τον οποίο έγινε η προς αυτήν δωρεά, λόγω δε της συμπεριφοράς της φάνηκε αχάριστη από βαρύ παράπτωμα έναντι του δωρητή. Συνεπώς, η μέσω εξώδικης δήλωσης ανάκληση λόγω αχαριστίας των γεννώμενων προς την εναγόμενη δωρεών είναι έγκυρη, καθώς τα πραγματικά περιστατικά που δικαιολογούν την ανάκλησή τους, αφού συνιστούν βαριά παραπτώματα της δωρεοδόχου, με τα οποία φάνηκε αχάριστη απέναντι στον δωρητή, εν προκειμένω, αποτελούν ταυτόχρονα και υπαίτια παραβίαση από αυτήν του τρόπου υπό τον οποίο έγιναν οι δωρεές, η δε εναγομένη δεν απέδειξε προς απαλλαγή της είτε ότι εκπλήρωσε τον τρόπο, είτε ότι η μη εκπλήρωση οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν υπέχει αυτή ευθύνη, φέροντας η ίδια το σχετικό βάρος απόδειξης.
Κατόπιν των ανωτέρω, το δικαστήριο υποχρέωσε την δωρεοδόχο να αναμεταβιβάσει το εμπράγματο δικαίωμά της επί του ακινήτου στον ενάγοντα, καθότι μετά την ανάκληση έχει λήξει η νόμιμη αιτία των επίδικων μεταβιβάσεων λόγω δωρεάς, σε περίπτωση δε άρνησης της, να καταδικαστεί σε δήλωση βούλησης προς τούτο.
Απόσπασμα απόφασης
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η πρώτη εκ των ανωτέρω αναφερομένων σύμβαση πωλήσεως που καταρτίστηκε μεταξύ των διαδίκων δυνάμει του υπ’ αριθμ…. συμβολαίου πώλησης και παρακράτησης επικαρπίας της συμβολαιογράφου Αθηνών … ήταν εικονική και επομένως άκυρη (άρθ. 138 παρ.1, 180 ΑΚ) διότι δεν συνομολογήθηκε στα σοβαρά παρά μόνο φαινομενικά, αφού δεν υπήρχε αληθινή βούληση ούτε του ενάγοντος να πωλήσει το ως άνω ποσοστό εξ αδιαιρέτου του δικαιώματος ψιλής κυριότητας αυτού, ούτε της εναγομένης να αγοράσει το ως άνω εμπράγματο δικαίωμα. Στην πραγματικότητα αυτό το οποίο θέλησαν οι συμβληθέντες ήταν να μεταβιβάσει ο ενάγων στην εναγομένη το ποσοστό των 4/5 εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας του στο προπεριγραφέν ακίνητο λόγω δωρεάς, ήτοι χωρίς αντάλλαγμα και με τον όρο της ισόβιας περιποιήσεως, φροντίδας και περιθάλψεως του από την εναγομένη, αναφέρθηκε δε εικονικά στο ως άνω συμβόλαιο ως αιτία μεταβίβασης η πώληση, για λόγους φορολογικής του ελάφρυνσης (βλ. σχετικά τη σαφή περί των ανωτέρω κατάθεση των μαρτύρων του ενάγοντος στις προσκομισθείσες από αυτόν ένορκες βεβαιώσεις).
Σημειώνεται ότι στο υπ’ αρ. … συμβόλαιο αναφέρεται ότι το τίμημα της «πώλησης» καταβλήθηκε εκτός Συμβολαιογραφείου, η δήλωση αυτή, όμως, δεν αποτελεί πλήρη απόδειξη περί της καταβολής κατ’ άρθρο 438 ΚΠολΔ, καθ’ όσον πρόκειται περί γεγονότος που δεν έλαβε χώρα ενώπιον του Συμβολαιογράφου. Την κρίση του Δικαστηρίου περί των ανωτέρω ενισχύει το γεγονός ότι η εναγόμενη δεν προσκομίζει κανένα αποδεικτικό στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ο τρόπος απόκτησης από αυτή του χρηματικού ποσού των : ευρώ που αναγράφεται ως τίμημα στο υπ’ αρ…. συμβόλαιο, όπως θα ήταν το αποδεικτικό εκταμίευσης του ποσού αυτού με ανάληψη από κάποιο τραπεζικό της λογαριασμό, ενώ, επιπλέον, δεν προέκυψε να έλαβε χώρα κατάθεση αντίστοιχου χρηματικού ποσού σε τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντα, ούτε και προσκομίζεται από την εναγομένη σχετική απόδειξη πληρωμής από την οποία να προκύπτει ότι πράγματι είχε καταβληθεί τίμημα εκ μέρους της για την ως άνω μεταβίβαση την οποία (απόδειξη) συντάσσουν οι συμβαλλόμενοι σε ανάλογες περιπτώσεις κατά τα διδάγματα κοινής πείρας. Επιπλέον, όπως αποδείχθηκε, ο ενάγων κατά το χρόνο σύναψης του ανωτέρω συμβολαίου δεν είχε άμεση ανάγκη χρημάτων ώστε να υποχρεωθεί σε πώληση του ακινήτου του, δεδομένου ότι λάμβανε σύνταξη που επαρκούσε για τη συντήρηση του, όπως η ίδια η εναγομένη εκθέτει με το δικόγραφο των προτάσεων της.
Εξάλλου, ούτε από τις καταθέσεις των μαρτύρων της εναγομένης στις προκομισθείσες από αυτή ένορκες βεβαιώσεις προκύπτουν τα αντίθετα, καθότι η αναφορά των τελευταίων στη μη εικονικότητα της ως άνω σύμβασης μεταβίβασης ποσοστού 4/5 εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας του επίδικου ακινήτου, είναι τελείως γενικόλογη και δεν κρίνεται πειστική, δεδομένου μάλιστα ότι ουδείς εξ αυτών δεν ήταν παρών κατά το χρόνο της επικαλούμενης από την εναγομένη καταβολής του ως άνω χρηματικού ποσού στον ενάγοντα. Ως εκ των άνω, αποδείχθηκε ότι οι συμβληθέντες κατά τη σύνταξη του παραπάνω συμβολαίου συμφώνησαν αμοιβαίως ότι η μεταξύ αυτών καταρτιζόμενη πώληση δεν είναι σοβαρή και σπουδαία αλλά μόνο φαινομενική, ήθελαν δε να καλύψουν κάτω από την πώληση αυτή δωρεά υπό τρόπον, ήτοι χωρίς αντάλλαγμα και με τον όρο ισοβίου φροντίδας, περιποίησης και περίθαλψης του ενάγοντος από την εναγομένη. Ενόψει τούτων και δεδομένου ότι η παραπάνω εικονική σύμβαση πώλησης περιεβλήθη τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και υπεβλήθη σε καταχώρηση στο αρμόδιο κτηματολογικό γραφείο, ενώ παραλλήλως συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις συνάψεως της, η υποκρυπτόμενη αυτής σύμβαση δωρεάς υπό τρόπον είναι έγκυρη.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση εδώ
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Πειραιά, κάνοντας δεκτή ως ουσία βάσιμη την υπό κρίση αγωγή (ΠΠρΠειρ 1140/2020), αναγνώρισε ότι είναι σχετικώς άκυρη ως εικονική η συναφθείσα μεταξύ των διαδίκων δικαιοπραξία μεταβίβασης λόγω πώλησης ακινήτου, καθώς και ότι είναι έγκυρη η υποκρυπτόμενη αυτής σύμβαση μεταβίβασης λόγω δωρεάς εν ζωή υπό τρόπο . Επιπλέον, αναγνωρίζοντας ότι η δωρεά έχει ανακληθεί, υποχρέωσε την εναγομένη να αναμεταβιβάσει την ψιλή κυριότητα του ακινήτου στον ενάγοντα, σε περίπτωση δε άρνησης της, να καταδικαστεί σε δήλωση βούλησης προς τούτο κατ’ άρ. 949 του ΚΠολΔ.
Από τις διατάξεις του άρ. 138 παρ. 1 και 2 του ΑΚ, προκύπτει ότι, όταν μεταξύ των όρων που απαιτούνται για την κατάρτιση της υπό την εικονική καλυπτόμενης άλλης δικαιοπραξία είναι συστατικός τύπος, όπως το συμβολαιογραφικό έγγραφο που επιβάλλει ο νόμος πάντοτε για τη δωρεά ακινήτου (κατά τα άρ. 159 παρ. 1, 369 και 498 παρ. 1 του ΑΚ), αρκεί ο τύπος αυτός να τηρήθηκε για την εικονική δικαιοπραξία και δεν απαιτείται να προκύπτει από τον τύπο αυτόν και το είδος και γενικότερα το περιεχόμενο της καλυπτόμενης δικαιοπραξίας.
Εν προκειμένω, το δικαστήριο δέχθηκε ότι η σύμβαση πώλησης που καταρτίστηκε μεταξύ των διαδίκων ήταν εικονική και επομένως άκυρη, κατά τα άρ. 138 παρ.1 και 180 του ΑΚ, καθόσον συνομολογήθηκε φαινομενικά. Στην πραγματικότητα, αυτό το οποίο θέλησαν οι συμβληθέντες ήταν να μεταβιβάσει ο ενάγων στην εναγομένη ένα ποσοστό της κυριότητάς του στο ακίνητο λόγω δωρεάς, ήτοι χωρίς αντάλλαγμα και με τον όρο της ισόβιας περιποίησης, φροντίδας και περίθαλψής του από την τελευταία, αναφέρθηκε δε εικονικά στο ως άνω συμβόλαιο ως αιτία μεταβίβασης η πώληση, για λόγους φορολογικής του ελάφρυνσης. Το γεγονός ότι στο συμβόλαιο αναφέρεται ότι το τίμημα της «πώλησης» καταβλήθηκε εκτός Συμβολαιογραφείου, δεν αποτελεί πλήρη απόδειξη περί της καταβολής κατ’ άρ. 438 του ΚΠολΔ, καθόσον πρόκειται περί γεγονότος που δεν έλαβε χώρα ενώπιον του Συμβολαιογράφου, λαμβάνοντας, επιπλέον, υπόψη πως η εναγόμενη δεν προσκόμισε κανένα αποδεικτικό στοιχείο από το οποίο να προκύπτει η καταβολή του τιμήματος, όπως σχετική απόδειξη πληρωμής.
Ενόψει των ανωτέρω, δεδομένου ότι η εικονική σύμβαση πώλησης περιβλήθηκε τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και υποβλήθηκε σε καταχώρηση στο αρμόδιο κτηματολογικό γραφείο, ενώ παράλληλα συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις σύναψής της, το δικαστήριο έκρινε πως η υποκρυπτόμενη αυτής σύμβαση δωρεάς υπό τρόπο είναι έγκυρη.
Περαιτέρω, κατά τις παραδοχές του δικαστηρίου, η εναγομένη δεν τήρησε υπαιτίως τον ανωτέρω όρο υπό τον οποίο έγινε η προς αυτήν δωρεά, λόγω δε της συμπεριφοράς της φάνηκε αχάριστη από βαρύ παράπτωμα έναντι του δωρητή. Συνεπώς, η μέσω εξώδικης δήλωσης ανάκληση λόγω αχαριστίας των γεννώμενων προς την εναγόμενη δωρεών είναι έγκυρη, καθώς τα πραγματικά περιστατικά που δικαιολογούν την ανάκλησή τους, αφού συνιστούν βαριά παραπτώματα της δωρεοδόχου, με τα οποία φάνηκε αχάριστη απέναντι στον δωρητή, εν προκειμένω, αποτελούν ταυτόχρονα και υπαίτια παραβίαση από αυτήν του τρόπου υπό τον οποίο έγιναν οι δωρεές, η δε εναγομένη δεν απέδειξε προς απαλλαγή της είτε ότι εκπλήρωσε τον τρόπο, είτε ότι η μη εκπλήρωση οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν υπέχει αυτή ευθύνη, φέροντας η ίδια το σχετικό βάρος απόδειξης.
Κατόπιν των ανωτέρω, το δικαστήριο υποχρέωσε την δωρεοδόχο να αναμεταβιβάσει το εμπράγματο δικαίωμά της επί του ακινήτου στον ενάγοντα, καθότι μετά την ανάκληση έχει λήξει η νόμιμη αιτία των επίδικων μεταβιβάσεων λόγω δωρεάς, σε περίπτωση δε άρνησης της, να καταδικαστεί σε δήλωση βούλησης προς τούτο.
Απόσπασμα απόφασης
Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η πρώτη εκ των ανωτέρω αναφερομένων σύμβαση πωλήσεως που καταρτίστηκε μεταξύ των διαδίκων δυνάμει του υπ’ αριθμ…. συμβολαίου πώλησης και παρακράτησης επικαρπίας της συμβολαιογράφου Αθηνών … ήταν εικονική και επομένως άκυρη (άρθ. 138 παρ.1, 180 ΑΚ) διότι δεν συνομολογήθηκε στα σοβαρά παρά μόνο φαινομενικά, αφού δεν υπήρχε αληθινή βούληση ούτε του ενάγοντος να πωλήσει το ως άνω ποσοστό εξ αδιαιρέτου του δικαιώματος ψιλής κυριότητας αυτού, ούτε της εναγομένης να αγοράσει το ως άνω εμπράγματο δικαίωμα. Στην πραγματικότητα αυτό το οποίο θέλησαν οι συμβληθέντες ήταν να μεταβιβάσει ο ενάγων στην εναγομένη το ποσοστό των 4/5 εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας του στο προπεριγραφέν ακίνητο λόγω δωρεάς, ήτοι χωρίς αντάλλαγμα και με τον όρο της ισόβιας περιποιήσεως, φροντίδας και περιθάλψεως του από την εναγομένη, αναφέρθηκε δε εικονικά στο ως άνω συμβόλαιο ως αιτία μεταβίβασης η πώληση, για λόγους φορολογικής του ελάφρυνσης (βλ. σχετικά τη σαφή περί των ανωτέρω κατάθεση των μαρτύρων του ενάγοντος στις προσκομισθείσες από αυτόν ένορκες βεβαιώσεις).
Σημειώνεται ότι στο υπ’ αρ. … συμβόλαιο αναφέρεται ότι το τίμημα της «πώλησης» καταβλήθηκε εκτός Συμβολαιογραφείου, η δήλωση αυτή, όμως, δεν αποτελεί πλήρη απόδειξη περί της καταβολής κατ’ άρθρο 438 ΚΠολΔ, καθ’ όσον πρόκειται περί γεγονότος που δεν έλαβε χώρα ενώπιον του Συμβολαιογράφου. Την κρίση του Δικαστηρίου περί των ανωτέρω ενισχύει το γεγονός ότι η εναγόμενη δεν προσκομίζει κανένα αποδεικτικό στοιχείο από το οποίο να προκύπτει ο τρόπος απόκτησης από αυτή του χρηματικού ποσού των : ευρώ που αναγράφεται ως τίμημα στο υπ’ αρ…. συμβόλαιο, όπως θα ήταν το αποδεικτικό εκταμίευσης του ποσού αυτού με ανάληψη από κάποιο τραπεζικό της λογαριασμό, ενώ, επιπλέον, δεν προέκυψε να έλαβε χώρα κατάθεση αντίστοιχου χρηματικού ποσού σε τραπεζικό λογαριασμό του ενάγοντα, ούτε και προσκομίζεται από την εναγομένη σχετική απόδειξη πληρωμής από την οποία να προκύπτει ότι πράγματι είχε καταβληθεί τίμημα εκ μέρους της για την ως άνω μεταβίβαση την οποία (απόδειξη) συντάσσουν οι συμβαλλόμενοι σε ανάλογες περιπτώσεις κατά τα διδάγματα κοινής πείρας. Επιπλέον, όπως αποδείχθηκε, ο ενάγων κατά το χρόνο σύναψης του ανωτέρω συμβολαίου δεν είχε άμεση ανάγκη χρημάτων ώστε να υποχρεωθεί σε πώληση του ακινήτου του, δεδομένου ότι λάμβανε σύνταξη που επαρκούσε για τη συντήρηση του, όπως η ίδια η εναγομένη εκθέτει με το δικόγραφο των προτάσεων της.
Εξάλλου, ούτε από τις καταθέσεις των μαρτύρων της εναγομένης στις προκομισθείσες από αυτή ένορκες βεβαιώσεις προκύπτουν τα αντίθετα, καθότι η αναφορά των τελευταίων στη μη εικονικότητα της ως άνω σύμβασης μεταβίβασης ποσοστού 4/5 εξ αδιαιρέτου της ψιλής κυριότητας του επίδικου ακινήτου, είναι τελείως γενικόλογη και δεν κρίνεται πειστική, δεδομένου μάλιστα ότι ουδείς εξ αυτών δεν ήταν παρών κατά το χρόνο της επικαλούμενης από την εναγομένη καταβολής του ως άνω χρηματικού ποσού στον ενάγοντα. Ως εκ των άνω, αποδείχθηκε ότι οι συμβληθέντες κατά τη σύνταξη του παραπάνω συμβολαίου συμφώνησαν αμοιβαίως ότι η μεταξύ αυτών καταρτιζόμενη πώληση δεν είναι σοβαρή και σπουδαία αλλά μόνο φαινομενική, ήθελαν δε να καλύψουν κάτω από την πώληση αυτή δωρεά υπό τρόπον, ήτοι χωρίς αντάλλαγμα και με τον όρο ισοβίου φροντίδας, περιποίησης και περίθαλψης του ενάγοντος από την εναγομένη. Ενόψει τούτων και δεδομένου ότι η παραπάνω εικονική σύμβαση πώλησης περιεβλήθη τον τύπο του συμβολαιογραφικού εγγράφου και υπεβλήθη σε καταχώρηση στο αρμόδιο κτηματολογικό γραφείο, ενώ παραλλήλως συντρέχουν και οι λοιπές νόμιμες προϋποθέσεις συνάψεως της, η υποκρυπτόμενη αυτής σύμβαση δωρεάς υπό τρόπον είναι έγκυρη.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση εδώ