Στην υπ’ αριθμ. 224/2020 απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου εξετάζεται το κατά πόσον μπορεί η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος μέσα από αναρτήσεις του εναγόμενου στο Facebook να θεωρηθεί ότι καλύπτεται από την οικιακή εξαίρεση του Ν.2472/1997.
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 Ν.2472/1997:
«2. Οι διατάξεις του παρόντος νόμου δεν εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων η οποία πραγματοποιείται:
α) από φυσικό πρόσωπο για την άσκηση δραστηριοτήτων αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών […],
ενώ αντίστοιχη διάταξη συναντάται και στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων, το άρθρο 2 του οποίου προβλέπει ότι:
2. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα:
γ) από φυσικό πρόσωπο στο πλαίσιο αποκλειστικά προσωπικής ή οικιακής δραστηριότητας.
Το ιστορικό της υπόθεσης και το αίτημα της αγωγής
Με προηγούμενη απόφαση του Εφετείου Δωδεκανήσου από το έτος 2013, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος υποχρεώθηκε να καταβάλει στον εναγόμενο-εκκαλούντα το ποσό των 80.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που ο τελευταίος υπέστη εξαιτίας εργατικού ατυχήματος που συνέβη το 2004, ενώ απαγγέλθηκε σε βάρος του προσωπική κράτηση διάρκειας τεσσάρων μηνών ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσής της.
Σύμφωνα με την αγωγή, ο νικητής της απόφασης εκείνης διάδικος επεδόθη σε έναν διαδικτυακό αγώνα προσβολής της προσωπικότητας του ενάγοντος, μέσω αναρτήσεων στο Facebook, αλλά και σε διαδικτυακό τόπο εφημερίδας.
Όπως ειδικότερα εκθέτει ο ενάγων:
«[…] στις 20-4-2014 ο πρώτος εναγόμενος, ανήρτησε στο προφίλ που τηρεί στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης FACEBOOK το διαδικτυακό περιοδικό «…», του οποίου ιδιοκτήτης είναι ο δεύτερος εναγόμενος, το λεπτομερώς αναφερόμενο στο αγωγικό δικόγραφο κείμενο, ζητώντας μάλιστα τη δημοσίευση αυτού στο ανωτέρω περιοδικό, το οποίο αναφερόταν στο πρόσωπό του και στα περιστατικά που έγιναν δεκτά με την ανωτέρω απόφαση, χωρίς τη συγκατάθεσή του και παρουσιαζόταν ο ίδιος κατά τρόπο προσβλητικό ως φυγόποινος, προκήρυσσε δε για την ανεύρεσή του μεγάλη αμοιβή.
Ότι πλέον των ανωτέρω, την 12-7-2014 ο πρώτος εναγόμενος ανήρτησε στο προσωπικό του προφίλ στο FACEBOOK κείμενο δημοσιευθέν στο διαδίκτυο σε άλλη ιστοσελίδα, στο οποίο ανέφερε στοιχεία προσδιοριστικά της ταυτότητάς του και περαιτέρω αναφερόταν σε πρόσωπα του οικογενειακού του περιβάλλοντος, τα οποία συνελήφθησαν καθόσον ματαίωσαν τη σύλληψή του οπό τον δικαστικό επιμελητή.
Ότι ακολούθως, την αυτή ως άνω ημέρα, ο πρώτος εναγόμενος σχολίασε άρθρο ανηρτημένο στο διαδικτυακό τόπο της εφημερίδας «…» προβαίνοντας σε δυσφημιστικά σχόλια σε βάρος του ενάγοντος και την επόμενη ημέρα σε άρθρο ανηρτημένο στον διαδικτυακό τόπο της εφημερίδας «…», σχολίασε προβαίνοντας σε εξυβριστικούς για τον ενάγοντα χαρακτηρισμούς».
Με βάση τα ανωτέρω, ο ενάγων προέβαλε ότι «ο εναγόμενος προσέβαλε παράνομα και υπαίτια την προσωπικότητα του ενάγοντος, τόσο διότι τον εξύβρισε και ισχυρίστηκε σε βάρος του γεγονότα που βλάπτουν την τιμή και την υπόληψη του, όσο και λόγω της παραβίασης των διατάξεων του νόμου για την προστασία από επεξεργασία προσωπικών δεδομένων. Κατ’ ακολουθία του ως άνω ιστορικού ο ενάγων ζητά να υποχρεωθεί ο πρώτος εναγόμενος να του καταβάλει ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, το ποσό των 40.000,00 ευρώ και να αρθεί η προσβολή και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να αποσύρει τα προσβλητικά σε βάρος του σχόλια καθώς και να καταδικαστεί στην δικαστική του δαπάνη».
Επισημαίνεται ότι η αγωγή έγινε εν μέρει δεκτή, με την υπ’ αριθμ. 208/2018 Πολ.Πρ.Ρόδου, το οποίο δίκασε ερήμην των εναγομένων. Μετά την άσκηση έφεσης από τον α’ εναγόμενο, το εφετείο αποφάσισε «να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, να κρατηθεί η υπόθεση και να γίνει αναδίκαση της υποθέσεως από το Δικαστήριο τούτο».
Η απόφαση του Δικαστηρίου
Το Εφετείο Δωδεκανήσου δέχθηκε την αγωγική βάση της προσβολής προσωπικότητας στηριζόμενης στις διατάξεις των άρθρων 57, 346 ΑΚ, 361, 362, 363 ΠΚ και 176, 946 ΚπολΔ, ωστόσο απέρριψε ως μη νόμιμη την έτερη βάση περί παράνομης επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και παραβίασης των διατάξεων του Ν.2472/1997.
Σύμφωνα με τη μείζονα σκέψη του δικαστηρίου:
«Συνεπώς, η εργασία, που συνίσταται στην αναφορά, επί ιστοσελίδας του Διαδικτύου, σε διάφορα πρόσωπα και στον προσδιορισμό τους, είτε με το όνομά τους, είτε με άλλα μέσα, συνιστά αυτοματοποιημένη, εν όλω ή εν μέρει, επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, κατά την έννοια του άρθρου 3 παρ. 1 της Οδηγίας 95/46 [ΔΕΚ, απόφ. της 6.11.2003, υπόθ. C-101/2001, Lίndqvίst, Σκέψεις αρ. 25-27, απόφ. 17/08 της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, ΔΙΜΕΕ 2008/124, ΑΠ 1564/2010, ΑΠ 2638/2008, ΑΠ 2079/2007, δημ. Νόμος).
Τέλος όμως σύμφωνα με το άρθ. 3 παρ. 2α Ν. 2472/1997, οι διατάξεις του του Ν. 2472/1997 δεν εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων, η οποία πραγματοποιείται, μεταξύ άλλων, από φυσικό πρόσωπο για την άσκηση δραστηριοτήτων αποκλειστικά προσωπικών ή οικιακών, εκτός αν συντρέχει κάποια περίπτωση εξαίρεσης του φυσικού προσώπου από την προστασία λόγω οικιακής χρήσης, όπως λ.χ. στην περίπτωση που τούτος ενεργεί εκ μέρους μιας εταιρίας ή ενός οργανισμού ή χρησιμοποιεί την εν λόγω υπηρεσία κυρίως ως πλατφόρμα για την επιδίωξη διαφημιστικών, πολιτικών ή φιλανθρωπικών στόχων (γνώμη 5/2009 σχετικά με τις επιγραμμικές υπηρεσίες κοινωνικής δικτύωσης της ομάδας εργασίας του άρθ. 29 της Οδ. 95/46/ΕΚ για την προστασία δεδομένων).»
Υπό τη σκέψη αυτή, το δικαστήριο έκρινε ότι η καταλογιζόμενη στον εναγόμενο, νυν εκκαλούντα, συμπεριφορά δεν εμπίπτει στις διατάξεις της νομοθεσίας για την προστασία προσωπικών δεδομένων, αφού αυτή εντάσσεται στην οικιακή εξαίρεση του άρθρου 3 παρ.2 Ν.2472/1997:
«Με το περιεχόμενο αυτό η αγωγή είναι μη νόμιμη ως προς την βάση της που στηρίζεται στις διατάξεις του Ν. 2472/1997, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, καθότι από τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στην αγωγή δεν προκύπτει δραστηριότητα του πρώτου εναγόμενου η οποία να επεκτείνεται πέραν της προσωπικής και οικιακής χρήσης ενώ είναι νόμιμη ως προς την βάση της προσβολής της προσωπικότητας, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 57, 346 ΑΚ, 361, 362, 363 ΠΚ και 176, 946 ΚΠολΔ.»
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ.