Η νέα νομοθετική ρύθμιση συνεπάγεται μείωση του αριθμού των περιπτώσεων πυρκαγιάς, στις οποίες θα καταφάσκεται η νομοτυπική μορφή του εγκλήματος του εμπρησμού
Με γνωμοδότησή της η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου (ΓνωμΕισΑΠ 16/2021) απαντά σε ερωτήματα αναφορικά με νομικά θέματα προκύπτοντα από την εφαρμογή των νέων Κωδίκων (ΠΚ, ΚΠΔ), σχετιζόμενα με τα καθήκοντα των ανακριτικών υπαλλήλων του Πυροσβεστικού Σώματος και το έγκλημα του εμπρησμού στο νέο Ποινικό Κώδικα.
Συγκεκριμένα, σε απάντηση ερωτημάτων του Διευθυντή της Δ/νσης Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού του Πυροσβεστικού Σώματος, η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου προβαίνει σε ερμηνευτική προσέγγιση του αναμορφωθέντος άρθρου 264 ΠΚ.
Το άρ. 264 του νέου ΠΚ προβλέπει πλέον τον εμπρησμό ως έγκλημα συγκεκριμένης διακινδύνευσης, ενώ υπό τον προϊσχύσαντα ΠΚ, χαρακτηριζόταν ως έγκλημα «αφηρημένα συγκεκριμένης διακινδύνευσης» ή «δυνητικής διακινδύνευσης».
Με τη νέα μορφή του άρ. 264 ΠΚ, ο εμπρησμός δεν καθίσταται έγκλημα βλάβης, αλλά παραμένει έγκλημα διακινδύνευσης, συγκεκριμένης πλέον, γεγονός που συνεπάγεται ότι ο κίνδυνος θα πρέπει να είναι πραγματωμένος.
Η νέα νομοθετική αυτή ρύθμιση του άρ. 264 ΠΚ αναμφίβολα συνεπάγεται μείωση του αριθμού των περιπτώσεων πυρκαγιάς, στις οποίες θα καταφάσκεται η νομοτυπική μορφή του εγκλήματος του εμπρησμού. Και τούτο διότι απαιτείται η συνδρομή της συγκεκριμένης διακινδύνευσης, δηλαδή πραγματωμένου κινδύνου. Επίσης, πιθανότατα, κατά την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης θα λειτουργούν πιο συχνά οι κανόνες της συρροής εγκλημάτων αναφορικά με τις αξιόποινες πράξεις των άρ. 264 και 378§2 ΠΚ ή, ακόμη, θα εμφανίζονται περιπτώσεις «μεταβολής της κατηγορίας».
Το γεγονός αυτό, ήτοι η πιθανή μείωση του αριθμού των ποινικών δικογραφιών για το έγκλημα του εμπρησμού, ως απόρροια της εφαρμογής του νέου ΠΚ, τονίστηκε πως ουδόλως εκλαμβάνεται ως μείωση της υπηρεσιακής απόδοσης των ειδικών ανακριτικών υπαλλήλων του Πυροσβεστικού Σώματος ή υποβάθμιση της λειτουργικής αποστολής τους.
Όσον αφορά στο τιθέμενο ερώτημα, αν εξακολουθεί να ισχύει η παλαιότερη σχετική γνωμοδότηση (ΓνωμΕισΑΠ 3/2001), επισημάνθηκε πως δεν είναι νοητή η ανάκληση μιας γνωμοδότησης του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η οποία μπορεί να επιδέχεται οποιαδήποτε επιστημονική κριτική ως προς την ευστοχία της, όμως παραμένει σε ισχύ.
Είναι, όμως, δυνατόν να υπάρξει εξαίρεση και η εισαγγελική γνωμοδότηση να καταστεί αδρανής (και μάλιστα τούτο να γίνει με νεότερη «διαπιστωτική» γνωμοδότηση) όταν το αντιμετωπισθέν από αυτή ζήτημα επιλύθηκε στη συνέχεια κατά διαφορετικό τρόπο από παγιωθείσα νομολογία ή απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Συνεπώς, καθίσταται αντιληπτό ότι η παλαιότερη γνωμοδότηση εξακολουθεί να ισχύει, όμως, υπό τον αυτονόητο όρο ότι αναγιγνώσκεται υπό το πρίσμα της σημερινής μορφής (διαφορετικής σε σύγκριση με εκείνη του 2001) του άρθρου 264 ΠΚ.
Απόσμασμα
Η προαναφερθείσα νέα νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 264 ΠΚ αναμφίβολα συνεπάγεται μείωση του αριθμού των περιπτώσεων πυρκαγιάς, στις οποίες θα καταφάσκεται η νομοτυπική μορφή του εγκλήματος του εμπρησμού. Τούτο είναι λογική συνέπεια της απαίτησης συνδρομής συγκεκριμένης διακινδύνευσης, δηλαδή πραγματωμένου κινδύνου. Επίσης, πιθανότατα, κατά την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης θα λειτουργούν πιο συχνά οι κανόνες της συρροής εγκλημάτων αναφορικά με τις αξιόποινες πράξεις των άρθρων 264 και 378§2 ΠΚ ή, ακόμη, θα εμφανίζονται περιπτώσεις «μεταβολής της κατηγορίας».
Η ενδεχόμενη επιλογή του αρμόδιου εισαγγελέα να κινήσει την ποινική δίωξη για διακεκριμένη φθορά με φωτιά (άρθρο 378§2 ΠΚ), όταν υποβάλλεται σ’ αυτόν δικογραφία αυτεπάγγελτης προανάκρισης (άρθρο 245§2 ΚΠΔ) που είχε ως έγκλημα αναφοράς τον εμπρησμό (άρθρο 264 ΠΚ), δεν αποτελεί «πρωτοφανές φαινόμενο» ούτε σημαίνει ύπαρξη προβλήματος «πρωτόγνωρης διαφοράς στην ποινική αντιμετώπιση» (όπως όχι εύστοχα αναφέρεται στο υπόμνημά σας), αφού, κατά την ελληνική ποινικοδικονομική έννομη τάξη, στον εισαγγελέα αποκλειστικά (και όχι στους ανακριτικούς υπαλλήλους) ανήκει εν προκειμένω η αρμοδιότητα κίνησης της ποινικής δίωξης (άρθρο 43§2 ΚΠΔ).
Σε κάθε περίπτωση, η μείωση του αριθμού των ποινικών δικογραφιών για το έγκλημα του εμπρησμού, ως απόρροια της εφαρμογής του νέου ΠΚ, ουδόλως εκλαμβάνεται ως μείωση της υπηρεσιακής απόδοσης των ειδικών ανακριτικών υπαλλήλων του Πυροσβεστικού Σώματος ή υποβάθμιση της λειτουργικής αποστολής τους.
Δείτε ολόκληρο το κείμενο της γνωμοδότησης εδώ.