Του Χρήστου Μαζανίτη
ε αφορμή τη συμπλήρωση δύο ετών από τη στυγερή δολοφονία του 86χρονου Ιμβρίου Ζαφείρη Πινάρη, η οποία σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση προήλθε από βασανισμό, εκδόθηκε τον περασμένο Απρίλιο η απόφαση του δικαστηρίου της Καλλίπολης, η οποία ήταν καταδικαστική για τους ενόχους, αλλά απέρριψε τον χαρακτηρισμό του ως ρατσιστικό έγκλημα και παράλληλα το αίτημα της πλευράς των συγγενών του θύματος για την εξέταση των αιτιών και από την Ένωση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Τουρκίας.
Για τη δολοφονία του άτυχου ευκατάστατου ηλικιωμένου ο οποίος βρέθηκε νεκρός στο πάτωμα του σπιτιού του και δεμένος χειροπόδαρα, κατηγορήθηκαν τρεις Τούρκοι πολίτες οι οποίοι τον χτύπησαν μέχρι θανάτου για να τον ληστέψουν. Ένας εξ αυτών πέθανε λίγο μετά τη σύλληψή του, ενώ ο ιθύνων νους του εγκλήματος καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως και ληστεία. Η ετυμηγορία του δικαστηρίου για πολλούς ήταν μάλλον αναμενόμενη. Σε μια χώρα όπου οποιαδήποτε αντιπολιτευόμενη φωνή σωπαίνει με συνοπτικές διαδικασίες, είτε τιθέμενη στο περιθώριο, είτε συνδεόμενη με κατηγορία της τρομοκρατίας, η δίκαιη εκδίκαση μιας υπόθεσης που αφορά μάλιστα στην κακοποίηση μέχρι θανάτου που υπέστη ένα ελληνικής καταγωγής Τούρκου πολίτη, είναι το λιγότερο ουτοπική. Η σύνδεση του κινήτρου της ληστείας με την εθνικότητα του θύματος είναι προφανής και δυστυχώς δεν είναι η μόνη.
Ο αφελληνισμός της Ίμβρου και της Τενέδου
Κατά καιρούς η τουρκική πλευρά μας ψέγει για δήθεν αθέτηση των όρων των συνθήκης της Λωζάνης. Με αφορμή όμως την βίαιη δολοφονία του άτυχου Πινάρη, έρχεται και πάλι στο προσκήνιο η συστηματική προσπάθεια αφελληνισμού τόσο της Ίμβρου όσο και της Τενέδου. Με βάση τη συνθήκη της Λωζάνης τα δύο νησιά πέρασαν σε τουρκική κυριαρχία, με την υποχρέωση όμως να τηρούν ειδικό καθεστώς διακυβέρνησης σεβόμενο τους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς που διαβιούν εκεί. Η Τουρκία σε πλήρη αντιδιαστολή, κατέκλυσε την Ίμβρο από το 1965 με σκληρούς ποινικούς από τα βάθη της Ανατολίας, μετατρέποντας όλο το νησί σε μία «ημι-ανοικτή φυλακή» στην οποία οι φυλακισμένοι θα μπορούσαν να τριγυρνούν ελεύθερα βιαιοπραγώντας, απειλώντας και αρπάζοντας το βιος των Ελλήνων κατοίκων της. Με αυτόν τον τρόπο οι Έλληνες της Ίμβρου από 5.500 που αριθμούσαν το 1960 σύμφωνα με την επίσημη απογραφή, σήμερα δεν ξεπερνούν τους 300 ηλικιωμένους ως επί το πλείστον κατοίκους. Αφού λοιπόν ο σχεδιασμός για την εξαφάνιση του ελληνικού στοιχείου με την ίδρυση αυτής της ιδιότυπης φυλακής υλοποιήθηκε μέχρι κεραίας, η τουρκική κυβέρνηση αποφάσισε να την κλείσει το 1991!
Διαχρονικά, το τουρκικό κράτος τεχνηέντως διαπράττει αφαίμαξη των περιουσιών των Ελλήνων της Ίμβρου, εξωθώντας τους να εγκαταλείψουν το νησί ώστε να απεμπολήσουν αυτόματα τα δικαιώματά τους σε περιουσία. Επιπλέον σε όσους εγκατέλειπαν το νησί απαγορευόταν η επιστροφή που θα ματαίωνε τα σχέδια αλλοτρίωσης του εθνολογικού χάρτη του νησιού, όπως αποκάλυπτε η έκθεση του τουρκικού Συμβουλίου Ασφαλείας του 1964 για τον σχεδιασμό εκτουρκισμού της Ίμβρου [1].
Οι τουρκικές κυβερνήσεις ουδέποτε σεβάστηκαν την πρόβλεψη για τον καθορισμό διοίκησης στο νησί που θα σεβόταν τα δικαιώματα των μη μουσουλμάνων κατοίκων του νησιού αφού οι «δικοί» τους άνθρωποι είχαν παρεισφρήσει στην αστυνομία, στις λιμενικές αρχές, στους δικαστές και στο διοικητικό συμβούλιο του νησιού. Τα ονόματα των Ελλήνων κατοίκων είχαν καταγραφεί ένα προς ένα όπως και οι πολιτικές τους πεποιθήσεις προκειμένου την κατάλληλη στιγμή να χρησιμοποιηθούν εναντίον τους. Επιπλέον τα ελληνικά σχολεία όπως και οι χώροι λατρείας έπρεπε να καταστραφούν αφού αποτελούσαν «εκκολαπτήρια συνωμοσίας» [2]. Για το λόγο αυτό από το 1960 έως το 1990 πάνω από 200 εκκλησίες και μοναστήρια καταστράφηκαν, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ελσίνκι.
Ωμός ξεριζωμός
«Ότι ανήκει σε Έλληνα, ειδικά αν αυτός είναι ευκατάστατος, ανήκει σε εμάς» αναφέρει η δικηγόρος Inci Incesağır της Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Τουρκίας [3]. Αυτή είναι η κεντρική αντίληψη της τουρκικής κυβέρνησης η οποία εφάρμοσε αυτήν την πρακτική της τόσο στα Σεπτεμβριανά (1955) όσο και αργότερα τον Μάρτιο του 1964, δίνοντας διορία 12 ωρών στους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης να την εγκαταλείψουν παίρνοντας μαζί τους υπάρχοντα βάρους 20 κιλών και χρηματικό ποσό αντίστοιχο των 20 αμερικανικών δολαρίων και εν συνεχεία κατάσχοντας την περιουσία τους.
Είναι προφανές ότι το σχέδιο παντουρκισμού είχε τεθεί σε λειτουργία ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα όταν ο Δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας του 1926 απαγόρευε ρητά σε μη-μουσουλμάνους να καταλαμβάνουν κρατικές θέσεις, ενώ το 1941 εν μέσω πολέμου, Ασσύριοι, Αρμένιοι και Έλληνες οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα εργασίας και ένα χρόνο αργότερα επιβλήθηκε υπέρογκος φόρος περιουσίας στους μη μουσουλμάνους κατοίκους της Τουρκίας, ωθώντας τους στην ανέχεια. Οι πολιτικές αφελληνισμού της Τουρκίας στην Ίμβρο και την Τένεδο συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ου και 21ου αιώνα, όπως ξεκάθαρα δήλωνε σε ανήσυχο τόνο η επιστολή των Ιμβριακών Ενώσεων προς το παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων με αφορμή τα απειλητικά γράμματα κατά της ζωής τους που λάμβαναν και συνεχίζουν να λαμβάνουν οι Έλληνες κάτοικοι του νησιού, προειδοποιώντας ότι κινδυνεύουν να έχουν την ίδια τύχη με τον Δεληκωνσταντή, έναν άλλο Ίμβριο ο οποίος δολοφονήθηκε 20 χρόνια πριν. Δυστυχώς οι επιστολές δεν έφεραν αποτέλεσμα, κρίνοντας από τη δολοφονία του Πινάρη.
Το τουρκικό κράτος
Τα διαχρονικά αυτά ρατσιστικά εγκλήματα έχουν ξεκάθαρα έναν κοινό παρονομαστή και θύτη: το επίσημο Τουρκικό κράτος. Ελπίζοντας αυτή η στυγερή δολοφονία να αποτελέσει την τελευταία, οι επίσημοι οργανισμοί προστασίας ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα πρέπει να θέσουν στο μικροσκόπιο τις πρακτικές της Τουρκίας έναντι των μειονοτήτων, ξεπερνώντας τις κούφιες στηλιτεύσεις οι οποίες όπως φαίνεται δεν πιάνουν τόπο, αλλά γιατί όχι, να προχωρήσουν στην επιβολή κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας, θέτοντας το θέμα επί τάπητος σε επίπεδο διεθνών οργανισμών όπως η ΕΕ και τα Ηνωμένα Έθνη.
Όταν η Τουρκία «διαρρηγνύει τα ιμάτια» της εναντίον της δήθεν καλλιεργούμενης Ισλαμοφοβίας στην Ευρώπη και όταν μιλάει για σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της μουσουλμανικής μειονότητας που διαβιεί στη Θράκη, οφείλει να κοιτάει πρώτα «τα του οίκου της» της, σταματώντας τις αφοριστικές και εξοντωτικές πρακτικές έναντι των μειονοτήτων που εδώ και πλέον ένα αιώνα συστηματικά εφαρμόζει ως κράτος.
Ο «ανθρωπιστικός αλληθωρισμός» της κυβέρνησης Ερντογάν θα πρέπει να τερματιστεί αν όντως επιθυμεί πραγματικά την προσέγγιση με την Δύση και να ευθυγραμμιστεί επιτέλους με το προφίλ μιας πολιτισμένης χώρας που και η ίδια θέλει να προβάλλει προς το εξωτερικό κι όχι αυτό της «ιρανοποίησης» κάθε μορφής του πολιτικού και κοινωνικού βίου.
Παραπομπές:
[1] https://dailycaller.com/2019/05/22/murder-greek-christian-turkish-ethnic-cleansing/