Ο νόμος προβλέπει πως η φορολογική απόσβεση ενός πάγιου περιουσιακού στοιχείου αρχίζει από τον επόμενο μήνα εντός του οποίου χρησιμοποιείται ή τίθεται σε υπηρεσία από τον φορολογούμενο κατ’ αναλογία με τους συντελεστές και όχι από το μήνα που αυτό άρχισε να χρησιμοποιείται ή να λειτουργεί.
Ο λογισμός απόσβεσης για όλες τις κατηγορίες παγίων (ενσώματα, βιολογικά και άυλα-ιδιόκτητα ή χρηματοδοτικής μίσθωσης) αρχίζει από τον χρόνο που είναι έτοιμα για την χρήση για την οποία προορίζονται με βάση δωδεκατημόρια.
Η διάταξη αυτή του άρθρου 24 του Ν.4172/2013 δημιουργεί διαφορά λογιστικής – φορολογικής βάσης, ως προς το κριτήριο χρόνου έναρξης των αποσβέσεων, καθώς η διατύπωση «χρησιμοποιείται ή τίθεται σε υπηρεσία» διαφέρει από τη διατύπωση «από τον χρόνο που είναι έτοιμα για την χρήση για την οποία προορίζονται».
Ωστόσο, με εγκύκλιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) διευκρινίστηκε ότι οι επιχειρήσεις που ανεστάλη η λειτουργία τους λόγω κορωνοϊού μπορούν να διενεργούν φορολογικές αποσβέσεις και για τους μήνες που παρέμειναν κλειστές.
Ειδικότερα, πρόκειται για εξαίρεση από τον κανόνα που προβλέπει ότι δεν υπολογίζονται φορολογικές αποσβέσεις για τα πάγια περιουσιακά στοιχεία που δεν χρησιμοποιούνται παραγωγικά για τις ανάγκες της επιχείρησης, λόγω μη ύπαρξης λειτουργικής φθοράς τους.
Η εξαίρεση είναι δικαιολογημένη δεδομένου ότι κατά την περίοδο της πανδημίας η μη χρησιμοποίηση των παγίων οφείλεται σε έκτακτες συνθήκες ενώ τα πάγια περιουσιακά στοιχεία παρέμεναν καθ’ όλο το διάστημα σε ετοιμότητα να επαναλειτουργήσουν.
Επίσης, διευκρινίζεται ότι οι επιχειρήσεις έχουν δικαίωμα να διενεργούν αποσβέσεις και για τους μήνες που, αφού παρήλθε το διάστημα της αναστολής με κρατική εντολή, αποφάσισαν να μην επαναλειτουργήσουν εκτιμώντας ότι θα έχουν περιορισμένη οικονομική δραστηριότητα.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύουν με κάθε πρόσφορο μέσο ότι η αναστολή της λειτουργίας τους οφείλεται στις συνθήκες που δημιουργήθηκαν στην αγορά λόγω της πανδημίας.