Τηλεδιάσκεψη της κυβέρνησης με τις τράπεζες
Το θέμα της παροχής ρευστότητας στην οικονομία με έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ), αποτελεί το αντικείμενο της τηλεδιάσκεψης που θα πραγματοποιηθεί σήμερα το μεσημέρι υπό τον υπουργό Χρήστο Σταϊκούρα με τη συμμετοχή της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και των συστημικών τραπεζών, της Τράπεζας της Ελλάδος, καθώς και εκπροσώπων από φορείς της αγοράς και Επιμελητήρια της χώρας.
Το θέμα βρίσκεται υψηλά στην κυβερνητική ατζέντα, καθώς όπως σημειώνεται σε σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών «αποτελεί βασικό άξονα της κυβερνητικής πολιτικής για την επίτευξη ισχυρής και διατηρήσιμης ανάπτυξης» και ο ρόλος των τραπεζών που αποτελούν το βασικότερο κρίκο στην αλυσίδα της παροχής ρευστότητας, είναι κομβικός.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, το πρώτο τετράμηνο του 2021 η μηνιαία ακαθάριστη ροή τραπεζικών δανείων τακτής λήξης προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις διαμορφώθηκε σε 869 εκατ. ευρώ έναντι 1,35 δισ. ευρώ το 2020 και 666 εκατ. ευρώ το 2019. Η καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης αποτυπώνει το ύψος των νέων δανείων που χορηγήθηκαν αφού αφαιρεθούν οι αποπληρωμές δανείων και όταν γίνεται αρνητική σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις αποπλήρωσαν περισσότερα δάνεια σε σχέση με τις νέες εκταμιεύσεις.
Ωστόσο η μέση μηνιαία καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις το ίδιο τετράμηνο υπήρξε αρνητική κατά 43 εκατ. ευρώ έναντι θετικής ροής 558 εκατ. ευρώ το 2020 και 110 εκατ. ευρώ το 2019. Την ίδια στιγμή το μέσο μηνιαίο υπόλοιπο της τραπεζικής χρηματοδότησης χωρίς καθορισμένη διάρκεια, δηλαδή των πιστωτικών γραμμών και άλλων διευκολύνσεων μειώθηκε κατά 15% το διάστημα Ιανουαρίου – Απριλίου του 2021 σε σχέση με το το αντίστοιχο υπόλοιπο του 2020.
Όπως επισημαίνει η ΤτΕ, η πιστωτική επέκταση προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις εξακολουθεί να αντικατοπτρίζει αυξημένη ζήτηση δανείων, καθώς οι επιχειρήσεις προσφεύγουν στην τραπεζική χρηματοδότηση λόγω της εξασθένησης των εσόδων τους. Όπως παρατηρεί ωστόσο «αυτό δεν σημαίνει ότι η τραπεζική χρηματοδότηση είναι επαρκής ώστε να ικανοποιήσει πλήρως τις τεράστιες ανάγκες για δανειακά κεφάλαια που δημιουργεί η πανδημία».
Η ΤτΕ συνδέει αυτή τη διαπίστωση με το αυξημένο επίπεδο προσφοράς ρευστότητας που ισχύει για το τραπεζικό σύστημα, καθώς οι ελληνικές τράπεζες συνέχισαν να αντλούν πόρους μεγάλου ύψους από το Ευρωσύστημα (κυρίως μέσω των TLTRO III), ενώ διευκολύνθηκαν και από τα εποπτικά μέτρα ελάφρυνσης του SSM. Εξάλλου, οι εισροές καταθέσεων πελατών ήταν σημαντικά ενισχυμένες, αλλά οι σημαντικοί πόροι που έχουν συγκεντρώσει οι τράπεζες δεν έχουν διοχετευθεί ακόμη σε χορηγήσεις προς τους πελάτες τους.
Όπως παρατηρεί η ΤτΕ, «οι τράπεζες συνέχισαν να πιστοδοτούν την πραγματική οικονομία με τη στήριξη κυρίως των προγραμμάτων που διαχειρίζεται η Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, αλλά με δεδομένο ότι είχε προηγηθεί ικανοποιητική απορρόφηση των δύο προγραμμάτων εγγυήσεων ή επιδότησης επιτοκίου («Ταμείο Εγγυήσεων COVID-19» και «ΤΕΠΙΧ ΙΙ») μέχρι το Δεκέμβριο, το α ́ τετράμηνο του 2021 ήταν διαθέσιμοι λιγότεροι πόροι».
Σημειώνεται ότι το μέτρο της αναστολής πληρωμών δόσεων δανείων από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά προς τις τράπεζες έπαυσε να ισχύει μετά το τέλος του 2020 για τα περισσότερα δάνεια που είχαν ενταχθεί σε αυτό το καθεστώς. Επομένως η μέχρι πρότινος θετική επίδραση στην καθαρή ροή δανείων, λόγω της διακοπής των αποπληρωμών, εξέλιπε μετά το Δεκέμβριο. Από την άλλη πλευρά, η συνέχιση του δημοσιονομικού μέτρου της επιστρεπτέας προκαταβολής κατά το 2021 βελτιώνει τη χρηματοοικονομική κατάσταση των ΜΧΕ, περιορίζοντας τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα τον πιστωτικό κίνδυνο.
Η εξέταση της τραπεζικής χρηματοδότησης ανά μέγεθος επιχείρησης δείχνει ότι ο ετήσιος ρυθμός πιστωτικής επέκτασης προς τις μεγάλες επιχειρήσεις επιταχύνθηκε το α ́ τετράμηνο του 2021 σε 10,8% κατά μέσο όρο από 9,9% το 2020. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής των δανείων προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ) επίσης αυξήθηκε σε 7,4% το α ́ τετράμηνο του 2021 από 1,9% το 2020. Το διάστημα Ιανουαρίου-Απριλίου 2021 η μέση μηνιαία ακαθάριστη ροή δανείων (τακτής λήξης) προς τις μεγάλες επιχειρήσεις ανήλθε σε 515 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με ροή ύψους 847 εκατ. ευρώ το 2020.
Η αντίστοιχη ροή δανείων προς τις ΜΜΕ το τρίμηνο αυτό ήταν 355 εκατ. ευρώ έναντι 503 εκατ. ευρώ το 2020, μόνο κατά τι δηλαδή χαμηλότερη σε σύγκριση με τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Επίσης, το μερίδιο των δανείων προς ΜΜΕ στη σωρευτική ακαθάριστη ροή δανείων (τακτής λήξης) προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2021 αυξήθηκε σε 43,8% έναντι 37,3% το 2020 και 41,1% 2019. Επομένως, το τετράμηνο μέχρι τον Απρίλιο του 2021 οι τράπεζες συνέχισαν, όπως και το 2020, να κατευθύνουν μεγαλύτερο μέρος των δανείων προς τις μεγάλες επιχειρήσεις σε σύγκριση με τις ΜΜΕ, οι οποίες συνδέονται με υψηλό πιστωτικό κίνδυνο. Η διαφορά όμως μειώθηκε το εν λόγω τετράμηνο σε σύγκριση με το 2020, ως αποτέλεσμα της επίδρασης των προγραμμάτων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας.
Οι τρεις τομείς οικονομικής δραστηριότητας προς τις επιχειρήσεις των οποίων καταγράφηκε υψηλότερη σωρευτική καθαρή ροή χρηματοδότησης το α ́ τετράμηνο του τρέχοντος έτους ήταν:
- τουρισμός με 280 εκατ. ευρώ, έναντι 1,1 δισ. ευρώ το 2020
- το εμπόριο με 168 εκατ. ευρώ έναντι 1,7 δισ. ευρώ το 2020 και
- οι δραστηριότητες που σχετίζονται με τη διαχείριση ακίνητης περιουσίας με 95 εκατ. ευρώ έναντι 476 εκατ. ευρώ το 2020.
Η μεγαλύτερη συμβολή των τομέων του τουρισμού και του εμπορίου στην καθαρή ροή χρηματοδότησης των ΜΧΕ το 2020 και το α’ τετράμηνο του 2021 επηρεάστηκε από την ενίσχυση που τους παρείχαν τα προγράμματα της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, καθώς οι εν λόγω τομείς επλήγησαν ιδιαίτερα από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Σε αντιδιαστολή, το 2019 οι τραπεζικές πιστώσεις προς τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα του εμπορίου δεν συνέβαλαν σημαντικά στη συνολική καθαρή ροή χρηματοδότησης προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις.
Τα νοικοκυριά
Σε ότι αφορά στα νοικοκυριά, το α ́ τετράμηνο του 2021 όπως σημειώνει η ΤτΕ παρατηρήθηκε αντίθετη εξέλιξη στις δύο κύριες συνιστώσες. Ο ετήσιος ρυθμός συρρίκνωσης της καταναλωτικής πίστης (σε όρους καθαρής ροής) διευρύνθηκε σε -2,5% κατά μέσο όρο το εν λόγω διάστημα από -1,7% το 2020. Τουναντίον, ο αντίστοιχος ρυθμός για τα στεγαστικά δάνεια περιορίστηκε κάπως, σε -2,7% έναντι 3% το 2020. Επίσης, η ακαθάριστη ροή νέων δανείων (με τακτή λήξη) εμφάνισε αύξηση, αν και οριακή, τον Ιανουάριο-Απρίλιο 2021 έναντι του 2020, στην περίπτωση των καταναλωτικών δανείων και μικρή μείωση στην περίπτωση των στεγαστικών δανείων. Η επιτάχυνση του ρυθμού με τον οποίο τα καταναλωτικά δάνεια συνέχισαν να συρρικνώνονται ετησίως είχε ξεκινήσει από το Νοέμβριο του 2020 και είναι συνεπής με την εκ νέου επιβολή περιοριστικών υγιειονομικών μέτρων κατά τους χειμερινούς μήνες και τη μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης το 2020 όπως καταγράφηκε στους εθνικούς λογαριασμούς. Εξάλλου, η λήξη της αναστολής πληρωμών των δόσεων των καταναλωτικών δανείων έπαψε να έχει θετική επίδραση στις καθαρές ροές πιστώσεων μετά το Δεκέμβριο.