Τι προβλέπει το σχέδιο νόμου του Υπ. Δικαιοσύνης που κατατέθηκε στη Βουλή – Αλλαγές στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας
Κατατέθηκε στη Βουλή το σχέδιο νόμου “Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας – Τροποποίηση του ν. 4557/2018 – Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1673 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου και διατάξεις για την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης”.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, με τις νέες ρυθμίσεις ενσωματώνεται στην ελληνική νομοθεσία η Οδηγία (ΕΕ) 2018/1673 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2018 σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες μέσω του ποινικού δικαίου (L 284).
Συνακόλουθα, επιδιώκονται η βελτίωση και η ενίσχυση της εφαρμογής της υφιστάμενης εθνικής νομοθεσίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, ούτως ώστε αυτή να επικαιροποιηθεί και να ευθυγραμμιστεί με τις πρόσφατες νομοθετικές και νομολογιακές εξελίξεις σε εγχώριο και ευρωπαϊκό επίπεδο και να καταστεί δυνατή η αποτελεσματικότερη και ταχύτερη διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ των αρμοδίων αρχών.
Τι αλλάζει στη Διοικητική Δικαιοσύνη
Παράλληλα, με το κεφάλαιο Γ του νομοσχέδιου (διατάξεις για την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης), ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν στην ορθολογικότερη κατανομή της δικαστηριακής ύλης μεταξύ των διοικητικών δικαστηρίων, στην επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης, καθώς και στην διευκόλυνση των πολιτών στην αναζήτηση δικαστικής προστασίας.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, από την επισκόπηση των στατιστικών στοιχείων των διοικητικών δικαστηρίων προκύπτει ανισομερής κατανομή της δικαστηριακής ύλης μεταξύ αυτών με αποτέλεσμα να προκύπτουν σοβαρές δυσλειτουργίες και να κωλύεται η ταχεία και αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης.
Αναλυτικά οι διατάξεις προβλέπουν:
Άρθρο 12
Με την προτεινόμενη ρύθμιση μεταφέρεται η αρμοδιότητα εκδίκασης των διαφορών του ν. 702/1977 (Α’ 268) στα διοικητικά εφετεία του τόπου, όπου εδρεύει το όργανο που τελικώς υπογράφει την προσβαλλόμενη πράξη.
Κατά τόπον αρμόδιο διοικητικό Εφετείο – Προσθήκη εδαφίου στην παρ. 1 άρθρου 3 ν. 702/1977
Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 702/1977 (Α’ 268) επικαιροποιείται στη δημοτική προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Αρμόδιο κατά τόπο για την εκδίκαση των ανωτέρω αιτήσεων ακυρώσεως, είναι το διοικητικό εφετείο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει, η εκδούσα την προσβαλλομένη πράξη διοικητική αρχή. Επί μεταβίβασης από όργανο οποιασδήποτε αρχής του δικαιώματος υπογραφής, η αρμοδιότητα του προηγούμενου εδαφίου κρίνεται με βάση την περιφέρεια στην οποία εδρεύει το όργανο που τελικώς υπογράφει.
Οι παραπάνω αιτήσεις ακυρώσεως μπορούν να ασκηθούν και στο διοικητικό εφετείο του τόπου στον οποίο υπηρετεί ή εκπαιδεύεται ή απασχολείται ο αιτών. Η προτεραιότητα μεταξύ των δικαστηρίων καθορίζεται από το χρόνο άσκησης της αίτησης.».
Άρθρο 13
Με την προτεινόμενη διάταξη, στο πλαίσιο της επιτάχυνσης και διευκόλυνσης της απονομής της διοικητικής δικαιοσύνης, ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν την κατά τόπο αρμοδιότητα των διοικητικών δικαστηρίων.
Κατά τόπον αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο για διαφορές ουσίας – Αντικατάσταση της παρ. 2 του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας
Στην παρ. 2 του άρθρου 7 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97) περί της αρμοδιότητας εκδίκασης των διοικητικών διαφορών ουσίας, προστίθεται νέα περ. ε’ ως εξής:
«ε) αν πρόκειται για φορολογικές διαφορές από πράξεις ελεγκτικών Αρχών που εδρεύουν στην Αθήνα, αλλά η αρμοδιότητα ελέγχου τους εκτείνεται και πέραν της Αττικής, αρμόδιο δικαστήριο είναι εκείνο στην περιφέρεια του οποίου εδρεύει ή κατοικεί το ελεγχόμενο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.».
Άρθρο 14
Με την προτεινόμενη ρύθμιση ορίζεται ως κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο για τις υποθέσεις ανακοπών κατά κατασχέσεων εις χείρας τρίτου, αποκλειστικά το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του οφειλέτη.
Κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο για τις διαφορές του άρθρου 216 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας – Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 218 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας
Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 218 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97) τροποποιείται και προσδιορίζεται ότι αρμόδιο δικαστήριο για κατασχέσεις εις χείρας πιστωτικών ιδρυμάτων είναι μόνο το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του οφειλέτη, και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο σε πρώτο βαθμό είναι, σε περίπτωση ανακοπής κατά πράξης ταμειακής βεβαίωσης, το δικαστήριο όπου εδρεύει η αρχή που εξέδωσε την προσβαλλόμενη πράξη, ενώ, σε κάθε άλλη περίπτωση ανακοπής, το δικαστήριο του τόπου της εκτέλεσης.
Ειδικώς, όταν πρόκειται για κατασχέσεις εις χείρας πιστωτικών ιδρυμάτων, αρμόδιο είναι το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του οφειλέτη.».
Άρθρο 15
Ελλείψει ρητής και σαφούς διατύπωσης στην διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 224 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97) περί προβολής ισχυρισμού παραγραφής ως αποσβεστικού λόγου της οφειλής προς το Δημόσιο, προβλέπεται ότι ο ως άνω ισχυρισμός δύναται να προβληθεί, στο πλαίσιο άσκησης ανακοπής, εφόσον δεν είχε προταθεί και κριθεί από άλλο δικαστήριο με ισχύ δεδικασμένου.
Εξουσία του δικαστηρίου – Προσθήκη εδαφίου στην παρ. 5 του άρθρου 224 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας
Στην παρ. 5 του άρθρου 224 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999, Α’ 97) προστίθεται δεύτερο εδάφιο και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:
«5. Ισχυρισμοί, που αφορούν την απόσβεση της απαίτησης για την ικανοποίηση της οποίας επισπεύδεται η εκτέλεση, μπορούν να προβάλλονται με την ευκαιρία άσκησης ανακοπής κατά της πράξης ταμειακής βεβαίωσης ή οποιασδήποτε πράξης της εκτέλεσης, πρέπει δε να αποδεικνύονται αμέσως. Ισχυρισμοί που αφορούν παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου για επιβολή φόρου ή τέλους μπορούν επίσης να προβληθούν με την ευκαιρία άσκησης ανακοπής για πρώτη φορά, εφόσον δεν έχουν προταθεί και κριθεί από άλλο δικαστήριο με ισχύ δεδικασμένου.».
Άρθρο 16
Με την προτεινόμενη ρύθμιση αυξάνονται οι οργανικές θέσεις των διοικητικών δικαστών με σκοπό την ενίσχυση της ταχύτητας και της αποτελεσματικότητας της δικαιοδοτικής λειτουργίας.
Αύξηση οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων
Οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων αυξάνονται από 1ης Σεπτεμβρίου 2021 ως εξής:
α) των Προέδρων Εφετών κατά τρεις (3) και ο συνολικός τους αριθμός ορίζεται σε εβδομήντα οκτώ (78),
β) των Εφετών κατά έξι (6) και ο συνολικός τους αριθμός ορίζεται σε διακόσους εβδομήντα δύο (272).
Άρθρο 17
Με την προτεινόμενη μεταβατική ρύθμιση, αποτρέπεται το ενδεχόμενο να επέλθει η αυτοδίκαιη άρση της δέσμευσης, κατά τη νέα ρύθμιση του πρώτου εδαφίου της παρ. 9 του άρθρου 42 του ν. 4557/2018, στις περιπτώσεις που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχει ήδη συμπληρωθεί το χρονικό διάστημα των πέντε (5) ετών από την επιβολή του μέτρου της δέσμευσης ή πάντως έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μακρότερο των τριών (3) ετών. Όσον αφορά στις περιπτώσεις αυτές, προβλέπεται ότι η αυτοδίκαιη άρση της δέσμευσης επέρχεται μόνο εφόσον παρέλθει διάστημα δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος του νόμου, χωρίς να λάβει χώρα ενδιαμέσως η αμετάκλητη παραπομπή στο ακροατήριο.
Μεταβατική διάταξη για την αυτοδίκαιη άρση της δέσμευσης
Αν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχει ήδη συμπληρωθεί το χρονικό διάστημα των πέντε (5) ετών από την επιβολή του μέτρου της δέσμευσης ή έχει παρέλθει χρονικό διάστημα μακρότερο των τριών (3) ετών, η αυτοδίκαιη άρση της δέσμευσης κατά το άρθρο 9 επέρχεται μόνο εφόσον δεν υπάρξει αμετάκλητη παραπομπή στο ακροατήριο εντός δύο (2) ετών από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
Άρθρο 18
Με την προτεινόμενη ρύθμιση σκοπείται η μεταφορά των εκκρεμών υποθέσεων των άρθρων 12 και 13, που δεν έχουν συζητηθεί, στα καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδια διοικητικά δικαστήρια, με σκοπό την ταχεία και αποτελεσματικότερη απονομή της διοικητικής δικαιοσύνης.
Μεταβατική διάταξη για τις εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων
Tα άρθρα 12 και 13 καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς υποθέσεις, που δεν έχουν συζητηθεί, οι οποίες παραπέμπονται στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο µε τη διαδικασία της παρ. 4 του άρθρου 34Α του π.δ. 18/1989 (Α’ 8) και του άρθρου 126Α του ν. 2717/1999 (Α’ 97).
Δείτε αναλυτικά το σχέδιο νόμου.