Ο ψηφιακός μετασχηματισμός των δημόσιων υπηρεσιών και η ενίσχυση της εισπραξιμότητας για τα κρατικά ταμεία τοποθετούνται στη φωτεινή πλευρά του ελληνικού δημοσίου μέσα στη διαχείριση της πανδημίας. «Αγκάθια» το χρέος και το κόστος των συντάξεων. Χαμηλή η ικανοποίηση στις παροχές υγείας. Θετική έκπληξη η συμμετοχή των γυναικών στα ανώτερα κλιμάκια.
Τα παραπάνω συμπεράσματα προκύπτουν από τη νέα έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η οποία μελετάει τις επιδόσεις των κρατών – μελών (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας) για το πανδημικό 2020.
Πιο αναλυτικά:
Το 2020, τα πρωτογενή διαρθρωτικά ελλείμματα επιδεινώθηκαν σημαντικά σ’ όλες τις χώρες – μέλη του ΟΟΣΑ, με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν στο -5,5%. Εξαίρεση αποτέλεσαν τρεις χώρες, οι οποίες διατήρησαν το πρωτογενές διαρθρωτικό πλεόνασμα. Ανάμεσα σ’ αυτές ήταν και η Ελλάδα (+1,6%). Οι άλλες δύο ήταν η Πορτογαλία (2,8%) και η Τσεχία (0,4%).
Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε στο 115% το 2020 από 97% το 2019, με την Ελλάδα να εμφανίζει τη μεγαλύτερη ποσοστιαία άνοδο και να «φιγουράρει» στην πρώτη θέση των χωρών του Οργανισμού (236% του ΑΕΠ).
Όσον αφορά τα κρατικά έσοδα ανά ποσοστό του ΑΕΠ, στις χώρες – μέλη καταγράφηκαν μικρές αλλαγές κατά την περίοδο του 2007 – 2019. Ωστόσο, η Ελλάδα εμφάνισε την υψηλότερη άνοδο (+8,6%) χάρη στην αισθητή μείωση του ΑΕΠ κατά την επίμαχη περίοδο. Αντίθετα, η μεγαλύτερη πτώση παρουσιάστηκε στην Ιρλανδία (-11,2%).
Το κόστος των δημόσιων υπηρεσιών (εκδόσεις χρέους, λειτουργία κυβέρνησης, μεταβιβάσεις) ανήλθε στο 5,4% του ΑΕΠ για τις χώρες – μέλη του ΟΟΣΑ το 2019. Ιταλία, (7,5%), Ελλάδα (7,9%) και Φινλανδία (7,9%) κατείχαν το υψηλότερο ποσοστό, κάτι το οποίο στην περίπτωση της Αθήνας και της Ρώμης οφείλεται στα ενισχυμένα έξοδα για εκδόσεις ομολόγων ομολόγων.
Ειδική μνεία πρέπει να γίνει και στις δαπάνες υγείες, οι οποίες από το 2007 έως το 2019 αυξήθηκαν κατά 1,1%, με τις Νορβηγία (1,8%), Κορέα (1,6%) και ΗΠΑ (1,6%) να εμφανίζουν τις μεγαλύτερες αυξήσεις.
Κατά το ίδιο διάστημα, όμως, οι δημόσιες δαπάνες για κοινωνικές υπηρεσίες περιορίστηκαν κατά 0,5%, με τις Ελλάδα (3,7%) και Ισραήλ (3,4%) να σημειώνουν την υψηλόερη πτώση.
Οι πιο σημαντικές κοινωνικές δαπάνες αφορούσαν τις συντάξεις ηλικιωμένων, οι οποίες καθορίστηκαν το 2020 στο 10,5% του ΑΕΠ, με εύρος από 13,8% (στην Ελλάδα) έως (3%) στην Ιρλανδία.
Το μερίδιο των εργαζόμενων ηλικίας άνω των 55 ετών αυξήθηκε οριακά από το 25% στο 26%, κατά την περίοδο 2015 – 2020. Όμως, παρ’ όλα αυτά, διαπιστώθηκαν μεγάλες αποκλίσεις ανάμεσα στις χώρες. Για παράδειγμα, στην Ισπανία, το αντίστοιχο ποσοστό ενισχύθηκε από 35% σε 46% και στην Ελλάδα από 27% σε 37%. Η Ιταλία δε, παρέμεινε η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας: 48% του εργατικού δυναμικού.
Λίγες χώρες πέτυχαν την ισότητα φύλου στις κυβερνητικές θέσεις. Κατά μέσο όρο, μόλις στο 37% των υψηλόβαθμων αξιωμάτων βρίσκονταν γυναίκες. Λετονία, Σουηδία και Ελλάδα είχαν τα καλύτερα ποσοστά (53% έως 56%), ενώ Ιαπωνία (4%) και Κορέα (9%) τα μικρότερα.
Το 72% των πολιτών των χωρών του ΟΟΣΑ δήλωσε ότι εμπιστεύεται την αστυνομία, το 49% τις δημόσιες υπηρεσίες, το 37% τις κυβερνήσεις και το 1/3% τα εθνικά κοινοβούλια. Η Νορβηγία είχε το υψηλότερο ποσοστό εμπιστοσύνης προς όλους τους θεσμούς (60%), ενώ η Κολομβία και το Μεξικό είχαν το χαμηλότερο. Η μεγαλύτερη «απόσταση» της εμπιστοσύνης μεταξύ των δημόσιων υπηρεσιών και της κυβέρνησης παρατηρήθηκε στην Ελλάδα (30 μονάδες), στην Ισλανδία (29 μονάδες) και σε Ισπανία – Ηνωμένο Βασίλειο (26 μονάδες).
Η ικανοποίηση για την υγειονομική φροντίδα διαμορφώθηκε στο 71% στις χώρες του ΟΟΣΑ, αν και παρατηρήθηκαν μεγάλες αποκλίσεις ανάμεσα στις χώρες. Το αντίστοιχο ποσοστό στη Νορβηγία ανήλθε σε 93%, καθώς και σε Βέλγιο – Ολλανδία σε 92%. Αντίθετα, στην Πολωνία περιορίστηκε στο 26%, στην Ελλάδα στο 38% και στη Χιλή στο 39%.
Κατά μέσο όρο, το 68% των πολιτών του ΟΟΣΑ δήλωσε ικανοποιημένο με το εκπαιδευτικό σύστημα, με τις Νορβηγία (92%) και Φινλανδία (87%) να φιγουράρουν στην κορυφή, και τις Τουρκία (27%) και Ελλάδα (36%) να βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις.