Περίληψη
– Με τις διατάξεις του άρθρου 35 του ν. 998/1979 επιβάλλεται για τα ιδιωτικά δάση και τις ιδιωτικές δασικές εκτάσεις, που έχουν καταστραφεί από πυρκαγιά, απαγόρευση µεταβιβάσεως µε δικαιοπραξία εν ζωή, η οποία συνεπάγεται κατάτµησή τους, καθώς και µεταβιβάσεως, µε τον ίδιο τρόπο, ιδανικών µεριδίων. Περαιτέρω δε, ανατίθεται στην οικεία δασική αρχή η διοικητικού χαρακτήρα αρμοδιότητα, να βεβαιώνει τη συνδροµή ή µη του παραπάνω κωλύματος µεταβιβάσεως με σχετικό πιστοποιητικό, το οποίο πρέπει να είναι πρόσφατο σε σχέση µε την επιχειρούµενη δικαιοπραξία και να προσαρτάται στην πράξη µεταβιβάσεως επί ποινή ακυρότητος της δικαιοπραξίας και, το οποίο, συνεπώς, αποτελεί το µόνο νόμιμο µέσο για την απόδειξη της µη συνδροµής του κωλύματος. Εξ άλλου, η αρμόδια δασική αρχή, προκειµένου να ασκήσει την αρµοδιότητά της κατά τις ανωτέρω διατάξεις µε την έκδοση του προαναφερθέντος πιστοποιητικού, οφείλει να προβεί σε αιτιολογηµένη παρεμπίπτουσα έρευνα και κρίση και για τον χαρακτήρα του ακινήτου ως ιδιωτικού δάσους ή ιδιωτικής δασικής εκτάσεως, µε βάση τα στοιχεία που διαθέτει ή τα στοιχεία που τίθενται υπόψη της από τον ενδιαφερόμενο ιδιώτη, χωρίς να απαιτείται για τη χορήγηση του πιστοποιητικού η έκδοση πράξεως χαρακτηρισμού, κατά τη διαδικασία του άρθρου 14 του ν. 998/1979, ούτε η οριστική επίλυση του ιδιοκτησιακού ζητήματος από τα πολιτικά δικαστήρια, µε αµετάκλητη ή τελεσίδικη απόφαση. Και τούτο διότι το άρθρο 35 του ν. 998/1979 απαγορεύει την εν κατατµήσει ή κατ᾿ ιδανικά μερίδια μεταβίβαση ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων που καταστράφηκαν από πυρκαγιά και, συνεπώς, η χορήγηση του πιστοποιητικού προϋποθέτει τη διαπίστωση της συνδρομής και των σχετιζομένων µε την ως άνω απαγόρευση πρϋποθέσεων του νόµου που συναρτώνται µε το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ακινήτου. Η κρίση δε της δασικής αρχής για τον χαρακτήρα της εκτάσεως ως ιδιωτικού δάσους ή ιδιωτικής δασικής εκτάσεως, όπως και η κρίση της για την καταστροφή της ή µη από πυρκαγιά, ελέγχεται ακυρωτικώς ως προς τη νομιμότητα και επάρκεια της αιτιολογίας της.
Από το περιεχόμενο της προσβαλλόµενης πράξεως συνάγεται ότι µε αυτήν απορρίφθηκε το αίτημα χορηγήσεως πιστοποιητικού ακαϊας, µε την αιτιολογία ότι ο πρώτος αιτών δεν απέδειξε την ύπαρξη δικαιώµατός του, εμπραγµάτου ή µη, επί της επίδικης εκτάσεως. Με το περιεχόµενο όμως αυτό η προσβαλλόµενη πράξη δεν αιτιολογείται νοµίµως. Και τούτο διότι, για την ἐκδοση του εν λόγω πιστοποιητικού, µε το οποίο βεβαιώνεται απλώς το πραγµατικό γεγονός της µη καταστροφής δασικής εκτάσεως, µετά την έναρξη ισχύος του Συντάγματος του 1975 και για τα εκάστοτε τριάντα τελευταία έτη, η Διοίκηση όφειλε, κρίνοντας περί του παρεμπίπτοντος ζητήματος του ιδιωτικού ή δημόσιου χαρακτήρα της επίδικης εκτάσεως, να αποφανθεί αιτιολογηµένα µε βάση τα στοιχεία που διέθετε αλλά και λαμβάνοντας υπόψη και συνεκτιµώντας όλα τα προσκοµιθέντα ενώπιόν της στοιχεία, οίκοθεν δε νοείται ότι η οριστική επίλυση του ζητήματος του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της εκτάσεως ανήκει στα αρμόδια όργανα και τελικά στα πολιτικά δικαστήρια. Κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει, για τον βασίµως προβαλλόμενο σχετικό λόγο, να γίνει δεκτή η κρινόµενη αίτηση, να ακυρωθεί η προσβαλλόµενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση στη Διοίκηση προς νέα νόμιμη κρίση του υποβληθέντος αιτήματος.
Πρόεδρος: Αθ. Ράντος
Εισηγητής: Μ. Μπαμπίλη
Το πλήρες κείμενο της απόφασης θα αναρτηθεί αμέσως μετά την καθαρογραφή του από το Δικαστήριο.