Eυρωζώνη: Εκτός στόχου ο πληθωρισμός τον Ιούλιο – συναγερμός στο Βερολίνο
Τα προκαταρκτικά στοιχεία της Eurostat δείχνουν ότι το όριο του 2% ξεπεράστηκε, καθώς και ότι οι πιέσεις αναμένεται να ενταθούν ως το τέλος του έτους. Είναι ή όχι δικαιολογημένη η ανησυχία των Γερμανών;
Γιώργος Παυλόπουλος30.07.2021 | 14:17
«Δικαιολογημένες προειδοποιήσεις ή συνήθης παράνοια;». Αυτό το ερώτημα έθετε την περασμένη Δευτέρα ο δημοσιογράφος της Handelsblatt, Φρανκ Βίμπε, αναφερόμενος στα σήματα κινδύνου που εξέπεμψαν κάποιες γερμανικές τράπεζες για τον κίνδυνο του πληθωρισμού και τις αποφάσεις της ΕΚΤ.
Τα προκαταρκτικά στοιχεία του Ιουλίου για την ευρωζώνη θα μπορούσαν να θεωρηθούν από τους ίδιους ως δικαίωση των θέσεων που υποστηρίζουν. Κι αυτό διότι, σύμφωνα με τη Eurostat, οι τιμές καταναλωτή στην ευρωζώνη ενισχύθηκαν τον συγκεκριμένο μήνα κατά 2,2%, δηλαδή πάνω όχι μόνο από το 1,9% του Ιουνίου, αλλά και από το όριο του 2% που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Στο 3% τον Νοέμβριο
Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι όπως δήλωσε στη γερμανική εφημερίδα ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λουίς ντε Γκίντος, αυτό δεν είναι το τέλος του δρόμου. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, «για την ευρωζώνη αναμένεται οι πληθωριστικές πιέσεις να κορυφωθούν τον Νοέμβριο, με 3%».
Το χειρότερο είναι ότι οι πιέσεις είναι ακόμη μεγαλύτερες στη χώρα η οποία, αποδεδειγμένα, τις φοβάται περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, για ιστορικούς (και όχι μόνο) λόγους: Τη Γερμανία. Εκεί, τα στοιχεία του Ιουλίου έστειλαν τον σχετικό δείκτη στο 3,8%, το οποίο είναι και το υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες – ενώ ο επικεφαλής της Bundesbank, Γενς Βάιντμαν, εκτίμησε την περασμένη εβδομάδα ότι ο πληθωρισμός στη χώρα του θα σκαρφαλώσει στο 5% προτού αρχίσει να υποχωρεί.
Υπό αυτό το πρίσμα, μπορεί κανείς σχετικά εύκολα να ερμηνεύσει τα «καμπανάκια» που σήμαναν δύο γερμανικές τράπεζες, καλώντας ουσιαστικά την ΕΚΤ να αλλάξει γραμμή πλεύσης. Η Deutsche Bank, συγκεκριμένα, εκτιμά ότι οι ανησυχίες που εκφράζονται όχι απλώς δεν συνιστούν παράνοια, αλλά πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη από εκείνους που χαράζουν πολιτική.
Όσο για τον επικεφαλής οικονομολόγο της DZ Bank, Μίκαελ Χόλσταϊν, δεν δίστασε να κάνει παραλληλισμούς με τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Υπογράμμισε δε ότι η συνέχιση της ακολουθούμενης πολιτικής θα οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε ακόμη μεγαλύτερο κρατικό χρέος, που με τη σειρά του θα πυροδοτήσει νέα ενίσχυση του πληθωρισμού.
Έχουν… ξεφύγει οι ΗΠΑ
Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι σε άλλες οικονομίες οι πιέσεις είναι αρκετά μεγαλύτερες και θεωρητικά θα έπρεπε ήδη να έχει αναληφθεί δράση από τις κεντρικές τράπεζες. Όπως στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, όπου οι τιμές καταναλωτή «τρέχουν» με 5,4% – χωρίς, ωστόσο, η Fed να δείχνει να ανησυχεί ιδιαιτέρως, έστω και να έχει προαναγγείλει ότι θα αρχίσει νωρίτερα τις αυξήσεις των επιτοκίων.
Σε αντίθεση δε με τους Γερμανούς, άλλοι δεν δείχνουν να συμφωνούν ότι υπάρχει κίνδυνος. Ανάμεσά τους και η Goldman Sachs, ο υπεύθυνος της οποίας για την Ευρώπη, Γιάρι Στεν, θεωρεί πως οι τρέχουσες πληθωριστικές πιέσεις δεν θα διαρκέσουν για πολύ, ενώ αποκλείει κατηγορηματικά φαινόμενα υπερπληθωρισμού, όπως αυτό που καταγράφηκε πριν ένα αιώνα.
Τίποτα από όλα αυτά, ωστόσο, δεν φαίνεται να καθησυχάζει τους Γερμανούς. Για την ακρίβεια, μοιάζουν αποφασισμένοι να παίξουν γερά το χαρτί του πληθωρισμού, στην προσπάθειά τους να επιστρέψει η ευρωζώνη πιο γρήγορα στη νομισματική και, κυρίως, τη δημοσιονομική πειθαρχία.