Εχει περάσει περισσότερο από μία δεκαετία από την χρηματοπιστωτική κρίση και οι ρυθμιστικές αρχές ισχυρίζονται ξανά ότι κάποιες εταιρείες οι οποίες βρίσκονται στο επίκεντρο του χρηματοοικονομικού συστήματος είναι υπερβολικά μεγάλες για να καταρρεύσουν. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι οι τράπεζες.
Αυτή την φορά είναι οι τεχνολογικοί κολοσσοί, μεταξύ των οποίων Google, Amazon και Microsoft, που έχουν συσσωρεύσει πληθώρα δραστηριότητων από τον χώρο της τραπεζικής, των ασφαλιστικών αλλά και των αγορών στις τεράστιες online πλατφόρμες τους, προκαλώντας ανησυχίες στις ρυθμιστικές αρχές. Πηγές από κεντρικές τράπεζες ανέφεραν ότι η ταχύτητα και η κλίμακα με την οποία χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί μεταφέρουν άκρως σημαντικές δραστηριότητές τους, όπως τα συστήματα πληρωμών και η online τραπεζική, στο cloud συνιστά μία αλλαγή που ενέχει κινδύνους. «Και βρισκόμαστε μόνο στην αρχή αυτής της σαρωτικής αλλαγής», ανέφερε ρυθμιστική αρχή από τον χρηματοοικονομικό χώρο που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία της.
Τράπεζες και τεχνολογικές εταιρείες υποστηρίζουν ότι η μεγαλύτερη χρήση του cloud computing τους προσφέρει ταχύτερες και φθηνότερες υπηρεσίες που ταυτόχρονα είναι ανθεκτικές στους χάκερς και σε άλλου είδους τεχνικά προβλήματα. Ωστόσο, οι ρυθμιστικές αρχές ανησηχούν ότι μία δυσλειτουργία σε μία εταιρεία cloud θα μπορούσε να θέσει εκτός λειτουργίας βασικές υπηρεσίες σε πολλές τράπεζες αλλά και σε χώρες, με αποτέλεσμα οι πελάτες τους να μην είναι σε θέση να κάνουν πληρωμές ή να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες, σε μία εξέλιξη που εν τέλει θα υπονομεύσει την εμπιστοσύνη του χρηματοοικονομικού συστήματος.
Το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, η Ε.Ε., η Τράπεζα της Αγγλίας και η κεντρική τράπεζα της Γαλλίας είναι μεταξύ αυτών που εντείνουν τα μέτρα αλλά και τους ελέγχους στην τεχνολογία cloud προκειμένου να περιορίσουν τους κινδύνους για τις τράπεζες που στηρίζονται σε τεχνολογικές εταιρείες ή είναι απόλυτα εξαρτημένες από έναν πάροχο cloud. Η Ε.Ε. πρότεινε το Σεπτέμβριο οι “σημαντικές” εξωτερικές υπηρεσίες του χρηματοοικονομικού συστήματος, όπως το cloud, να υπόκεινται σε ρυθμιστικό πλαίσιο έτσι ώστε να ενισχυθούν οι υφιστάμενοι κανονισμοί που χρονολογούνται από το 2017. Η Τράπεζα της Αγγλίας ζητά να ελέγχονται περισσότερο οι συμφωνίες ανάμεσα στις τράπεζες και στους παρόχους cloud, ενώ η κεντρική τράπεζα της Γαλλίας ζήτησε από τους πιστωτικούς ομίλους να ελέγχουν εξονυχιστικά τις δραστηριότητες που αναθέτουν σε τεχνολογικές εταιρείες.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΚΤ, η οποία είναι αρμόδια για το ρυθμιστικό πλαίσιο των μεγαλύτερων τραεζών της Ευρωζώνης, οι τραπεζικές δαπάνες σε cloud computing αυξήθηκαν περισσότερο από 50% το 2019 συγκριτικά με το 2018. Και αυτό είναι μόνο η αρχή. Οι δαπάνες σε υπηρεσίες cloud από τις τράπεζες παγκοσμίως προβλέπεται να υπερδιπλασιαστούν στα 85 δισ.δολάρια το 2025 από τα 32,1 δισ.δολάρια του 2020, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας ερευνών για θέματα τεχνολογίας IDC.
Eπίσης έρευνα της IDC σε 50 κορυφαίες τράπεζες παγκοσμίως έχει ξεχωρίσει μόλις έξι βασικούς παρόχους υπηρεσιών cloud σε ολόκληρο τον κόσμο: IBM, Microsoft, Google, Amazon, Alibaba και Oracle. Η Amazon Web Services (AWS) – o μεγαλύτερος πάροχος cloud σύμφωνα με τη Synergy Group – παρουσίασε πωλήσεις της τάξης των 28,3 δισ.δολαρίων στο εξάμηνο έως τα τέλη Ιουνίου, ποσό αυξημένο 35% συγκριτικά με την αντίστοιχη περυσινη περίοδο και υψηλότερο από τα έσοδα των 25,7 δισ.δολαρίων του 2018.
Παρότι όλοι οι κλάδοι αύξησαν τις δαπάνες τους σε υπηρεσίες cloud, αναλυτές βλέπουν τις εταιρείες παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών να κινούνται πολύ πιο γρήγορα σε αυτό το πεδίο ειδικά αφότου ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού, καθώς αυξήθηκε κατακόρυφα η ζήτηση για online τραπεζικές υπηρεσίες και online πιστώσεις.