Παρενόχληση του νεμόμενου το δημόσιο κτήμα μπορεί να γίνει και με την υποβολή από το ελληνικό δημόσιο τόσο δήλωσης ιδιοκτησίας του για την επίδικη έκταση όσο και ένστασης κατά της απόφασης της πρωτοβάθμιας επιτροπής που δικαιώνει τον προβάλλοντα δικαίωμα κυριότητας ιδιώτη επ’ αυτής
Δεκτός έγινε ο λόγος αναίρεσης περί μη λήψη υπόψη αποδεικτικών μέσων, που νομίμως προσκόμισε και επικαλέστηκε διάδικος, από το αναιρεσείον ελληνικό δημόσιο (ΑΠ 585/2021).
Συγκεκριμένα, ελληνικό δημόσιο υποστήριξε ότι το Εφετείο υπέπεσε στην πιο πάνω πλημμέλεια, δεχόμενο ότι η αναιρεσίβλητη έχει καταστεί αποκλειστική κυρία του επίδικου ακινήτου με τα προσόντα της τακτικής χρησικτησίας του άρ. 4 παρ. 1 του Ν. 3127/2003, δίχως να λάβει υπόψη του έγγραφα, από τα οποία προκύπτουν πράξεις παρενόχλησης της νομής της αναιρεσίβλητης εκ μέρους του ελληνικού δημοσίου.
Η ρύθμιση του άρ. 4 του Ν. 3127/2003 επιτρέπει την απόκτηση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία σε ακίνητα του Δημοσίου, εφόσον κάποιος που απέκτησε με καλή πίστη τη νομή ακινήτου του Δημοσίου, νέμεται αδιατάρακτα τούτο για τριάντα έτη που φθάνουν χρονικά μέχρι την έναρξη ισχύος του παραπάνω νόμου, δηλαδή μέχρι την 19/03/2003, υπό τις λοιπές διαλαμβανόμενες στον ίδιο νόμο προϋποθέσεις.
Κατά το σκεπτικό του δικαστηρίου, η έννοια του «νέμεται αδιαταράκτως» στην ως άνω διάταξη δεν αναφέρεται σε προσβολή και προστασία της νομής του νεμόμενου το δημόσιο κτήμα από τον κατά πλάσμα του νόμου αληθή νομέα του δημοσίου κτήματος που είναι το Δημόσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων, αλλά αναφέρεται σε μη παρενόχληση του νεμόμενου το δημόσιο κτήμα από τον κατά τον νόμο αληθή νομέα του δημοσίου κτήματος που είναι το Ελληνικό Δημόσιο.
Η παρενόχληση αυτή μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο μπορεί να προστατεύσει τη νομή του επί του δημοσίου κτήματος το Ελληνικό Δημόσιο. Τέτοιος, δε, νόμιμος τρόπος προστασίας της νομής του Ελληνικού Δημοσίου επί του δημοσίου κτήματος είναι, πλην άλλων, και η από το τελευταίο, πριν από την 19/3/2003, υποβολή τόσο δήλωσης ιδιοκτησίας του για την επίδικη έκταση, προκειμένου αυτή να καταχωρηθεί ως δημόσια έκταση, όσο και ένστασης κατά της απόφασης της πρωτοβάθμιας επιτροπής που δικαιώνει τον προβάλλοντα δικαίωμα κυριότητας ιδιώτη επ’ αυτής.
Εν προκειμένω, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δέχτηκε πως η αναιρεσίβλητη νέμεται το επίδικο ακίνητο με νόμιμο τίτλο, διάνοια κυρίας και καλή πίστη, έχοντας την πεποίθηση χωρίς βαριά αμέλεια ότι είχε αγοράσει από αληθινούς κυρίους και ότι δεν προσβάλλει το δικαίωμα κυριότητος κανενός, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δέκα (10) ετών μέχρι την έναρξη ισχύος του προαναφερόμενου νόμου.
Ωστόσο, κατά την κρίση του ανωτάτου δικαστηρίου, κάνοντας δεκτό το σχετικό λόγο αναίρεσης του ελληνικού δημοσίου, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του ουσιώδη έγγραφα, που νόμιμα επικαλέστηκε και προσκόμισε το Δημόσιο κατά την έκκλητη δίκη και που αποδεικνύουν τη διατάραξη της νομής της αναιρεσίβλητης κατά το χρονικό διάστημα των τελευταίων δέκα ετών πριν τις 19/03/2003. Ειδικότερα, από τα παραδοχές της προσβαλλόμενης, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός ότι δεν γίνεται οποιαδήποτε ειδική αναφορά και αντίκρουση, δεν προκύπτει με βεβαιότητα ότι λήφθηκαν υπόψη τα εξής έγγραφα: δήλωση εγγραπτέου δικαιώματος κυριότητας κατ’ άρ. 2 του Ν.2308/1995 για τα γεωτεμάχια που εμπίπτουν στα όρια του επίδικου δημοσίου κτήματος έτους 2000, ένσταση για το επίδικο γεωτεμάχιο έτους 2003 και ένσταση για ολόκληρο το δημόσιο κτήμα έτους 2003.
Από τα εν λόγω έγγραφα πράγματι προκύπτουν πράξεις παρενόχλησης της νομής της αναιρεσίβλητης, με αποτέλεσμα να επιδρούν στο μη αδιατάρακτο της νομής της, που αποτελεί μια από τις προϋποθέσεις για τη κτήση κυριότητας ιδιώτη σε δημόσιο κτήμα με τακτική χρησικτησία.
Κατόπιν των ανωτέρω, ο Άρειος Πάγος αποφάσισε την αναίρεση της προσβαλλόμενης και την παραπομπή της υπόθεσης για περαιτέρω εκδίκαση στο Μονομελές Εφετείο Πειραιά.
Απόσπασμα απόφασης
Η ρύθμιση αυτή ως ειδική και εξαιρετική επιτρέπει την απόκτηση της κυριότητας με έκτακτη χρησικτησία σε ακίνητα του Δημοσίου, εφόσον κάποιος που απέκτησε με καλή πίστη τη νομή ακινήτου του Δημοσίου, νέμεται αδιατάρακτα τούτο για τριάντα έτη που φθάνουν χρονικά μέχρι την έναρξη ισχύος του παραπάνω νόμου, δηλαδή μέχρι την 19-03-2003, υπό τις λοιπές διαλαμβανόμενες προϋποθέσεις στην παρ. 1 περ. α’ και β’ του ίδιου νόμου και όχι, εφόσον κάποιος που απέκτησε με καλή πίστη τη νομή ακινήτου του Δημοσίου το νέμεται αδιατάρακτα επί τριάντα έτη οποτεδήποτε πριν από την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου, χωρίς να ενδιαφέρει αν συνεχίζει να νέμεται το ακίνητο του Δημοσίου αδιατάρακτα και μετά την έναρξη της ισχύος του.
Τούτο προκύπτει τόσον από την γραμματική διατύπωση των ανωτέρω διατάξεων που χρησιμοποιούν τη φράση “νέμεται μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού αδιαταράκτως για χρονικό διάστημα τριάντα ετών” και όχι νεμήθηκε πριν από την έναρξη ισχύος αυτού, όσο και από το γενικότερο δικαιοπολιτικό σκοπό τους, ο οποίος συνίσταται στην κατ’ εξαίρεση και υπό προϋποθέσεις νομιμοποίηση των αυθαιρέτως κατεχομένων δημοσίων κτημάτων που βρίσκονται εντός σχεδίου πόλης ενόψει της σύνταξης του Εθνικού Κτηματολογίου, αλλά και στην προστασία των δημοσίων κτημάτων, η οποία δεν συντελείται με την ολική κατάργηση του κανόνα του απαράγραπτου των δικαιωμάτων του Δημοσίου επί των ακινήτων του που βρίσκονται εντός σχεδίου πόλης για τον μετά την 11-9-1915 χρόνο, όπως θα συνέβαινε στην περίπτωση που γινόταν δεκτή η τελευταία εκδοχή. Άλλωστε, στον ίδιο νόμο δεν περιέχεται όσον αφορά το άρθρο 4 η γενική καταργητική ρήτρα, που κατά κανόνα τίθεται στους νόμους, ότι κάθε διάταξη που είναι αντίθετη με τον παρόντα νόμο ή ρυθμίζει θέματα που διέπονται από αυτόν καταργείται. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 984 Α Κ η νομή προσβάλλεται είτε με διατάραξη είτε με αποβολή του νομέα.
Διατάραξη της νομής, η έννοια της οποίας δεν είναι νομοθετικά καθορισμένη, υπάρχει όταν δεν αποβάλλεται ο νομέας από το πράγμα, αλλά εξακολουθεί να διατηρεί τη νομή του σ’ αυτό, συνιστά δε διατάραξη της νομής κάθε θετική πράξη ή παράλειψη που αποτελεί παρενόχληση του νομέα στην άσκηση της νομής του. Θετικά εκδηλώνεται η διατάραξη είτε με πράξη του προσβολέα στο πράγμα είτε με παρεμπόδιση πράξης του νομέα, ενώ αρνητικά, με παράλειψη, όταν ο προσβολέας δεν προβαίνει στην επιβαλλόμενη ενέργεια προς αποτροπή ή παύση της διατάραξης.
Δεν συνιστά διατάραξη η απλή προφορική αμφισβήτηση του δικαιώματος του νομέα, η οποία αντιμετωπίζεται με την αναγνωριστική αγωγή (άρθρο 70 Κ.Πολ.Δ.). Η διατάραξη της νομής κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης του άρθρου 984 του ΑΚ αναφέρεται σε προσβολή της νομής και σε προστασία της νομής από την προσβολή της με διατάραξη κατά το άρθρο 989 ΑΚ. Η έννοια όμως του “νέμεται αδιαταράκτως” στην ως άνω διάταξη του άρθρου 4 του ν. 3127/2003 δεν αναφέρεται σε προσβολή και προστασία της νομής του νεμόμενου το δημόσιο κτήμα από τον κατά πλάσμα του νόμου αληθή νομέα του δημοσίου κτήματος που είναι το Δημόσιο, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις των νόμων περί προστασίας των δημοσίων κτημάτων, αλλά αναφέρεται σε μη παρενόχληση του νεμόμενου το δημόσιο κτήμα από τον κατά τον νόμο αληθή νομέα του δημοσίου κτήματος που είναι το Ελληνικό Δημόσιο.
Η παρενόχληση αυτή μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο μπορεί να προστατεύσει τη νομή του επί του δημοσίου κτήματος το Ελληνικό Δημόσιο (ΟλΑΠ 11/2015). Τέτοιος, δε, νόμιμος τρόπος προστασίας της νομής του Ελληνικού Δημοσίου επί του δημοσίου κτήματος είναι, πλην άλλων, και η από το τελευταίο, πριν από την 19-3-2003, υποβολή τόσο δήλωσης ιδιοκτησίας του για την επίδικη έκταση, προκειμένου αυτή να καταχωρηθεί ως δημόσια έκταση, όσο και ένστασης κατά της απόφασης της πρωτοβάθμιας επιτροπής που δικαιώνει τον προβάλλοντα δικαίωμα κυριότητας ιδιώτη επ’ αυτής.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση εδώ.