Σε μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδας με τίτλο «οι περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα» γίνονται αναφορές στο κόστος των επιπτώσεων
Από το 2011 είχε αρχίσει η Τράπεζα της Ελλάδος να ασχολείται με τα θέματα της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεων αυτής στην οικονομική δραστηριότητα. Στην μελέτη «Οι περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα» γίνονται αναφορές στο κόστος αντιμετώπισης των επιπτώσεων από την αλλαγή του κλίματος, εάν δεν υπάρξει δράση για την αντιμετώπισή της σε παγκόσμιο επίπεδο («σενάριο μη δράσης»), τονίζεται ότι το κόστος προβλέπεται ιδιαίτερα υψηλό και αναμένεται έως το 2100 να ξεπεράσει τα 700 δισεκ. ευρώ, εκφρασμένο ως μείωση του ΑΕΠ σε σχέση με το έτος βάσης (2008).https://bb9711b5501c38913362748d0a243de6.safeframe.googlesyndication.com/safeframe/1-0-38/html/container.html
Πέρα από τις δράσεις μετριασμού της κλιματικής αλλαγής στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών πολιτικών, οι μελέτες δείχνουν ότι υπάρχει σημαντικό όφελος και από τις δράσεις προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, οι οποίες μπορούν να θωρακίσουν την οικονομία και να μετριάσουν τις ζημιές. Εκτιμάται ότι στην Ελλάδα οι επενδύσεις σε μέτρα προσαρμογής οδηγούν σε μείωση του κόστους από την κλιματική αλλαγή σχεδόν κατά 30%.
Πολιτικές μετριασμού της κλιματικής αλλαγής είναι για παράδειγμα ο φόρος επί των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και τα συστήματα εμπορίας εκπομπών, οι οποίες στοχεύουν να διορθώσουν τις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και να βοηθήσουν τη μετάβαση σε μία οικονομία χαμηλών εκπομπών.
Όσον αφορά την ελληνική επικράτεια, σύμφωνα με την κατάταξη των σημαντικότερων κλιματικών κινδύνων, ο τομέας που αναμένεται να πληγεί περισσότερο από την κλιματική αλλαγή είναι η γεωργία, ενώ οι επιπτώσεις στον τουρισμό και τα παράκτια συστήματα θα επηρεάσουν σημαντικά το εισόδημα των νοικοκυριών και την οικονομία συνολικά. Ιδιαίτερη σημασία έχει επίσης ο τομέας των υδάτινων αποθεμάτων, λόγω των συνεπειών του στη γεωργία και στην ύδρευση.
Τι είχε πει τον Μάρτιο 2021 ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός
Οι έκδηλες φυσικές ενδείξεις της κλιματικής αλλαγής όπως η αυξανόμενη θερμότητα στην ξηρά και στην θάλασσα, η επιταχυνόμενη άνοδος της στάθμης της θάλασσας και η τήξη των πάγων, επισημαίνονται σε μία καινούργια έκθεση που συντάχθηκε από τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (Π.Μ.Ο.) και ένα εκτεταμένο δίκτυο εταίρων. Στην έκθεση καταγράφονται οι επιπτώσεις καιρικών και κλιματικών φαινομένων στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη, την ανθρώπινη υγεία, την μετανάστευση και τον εκτοπισμό, την επισιτιστική ασφάλεια και τα θαλάσσια οικοσυστήματα.
Αντόνιο Γκουτέρες, Γενικός Γραμματέας ΟΗΕ.
Η έκθεση του Π.Μ.Ο του 2019 για την παγκόσμια κατάσταση του κλίματος συμπεριλαμβάνει στοιχεία από εθνικές μετεωρολογικές και υδρολογικές υπηρεσίες, κορυφαίους διεθνείς εμπειρογνώμονες, επιστημονικά ιδρύματα και οργανισμούς των Ηνωμένων Εθνών. Η βασική έκθεση παρέχει έγκυρες πληροφορίες για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής σχετικά με την ανάγκη δράσης για το κλίμα.
Η έκθεση αυτή επιβεβαιώνει πληροφορίες μιας προσωρινής έκθεσης που παρουσιάστηκε στη διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή τον Δεκέμβριο, σχετικά με τις οποίες το 2019 ήταν η δεύτερη πιο ζεστή χρονιά που έχει καταγραφεί. Η περίοδος του 2015-2019 αποτελεί την πιο ζεστή πενταετία και το 2010-2019 την πιο ζεστή δεκαετία που έχει καταγραφεί. Από τη δεκαετία του 1980 και μετά, κάθε επόμενη δεκαετία είναι πιο ζεστή από όλες τις προηγούμενες ξεκινώντας από το 1850.
Το 2019 έφτασε στο τέλος του με μέση θερμοκρασία παγκοσμίως 1,1°C πάνω από τα εκτιμώμενα προβιομηχανικά επίπεδα, με μοναδικό μεγαλύτερο το ρεκόρ του 2016 όταν ένα πολύ δυνατό φαινόμενο Ελ Νίνιο σε συνδυασμό με τη συνολική τάση υπερθέρμανσης, συνέβαλε στην αύξηση της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας.
«Αυτή τη στιγμή είμαστε πολύ μακριά από την επίτευξη του στόχου είτε του 1,5°C είτε των 2°C που έχει θέσει η Συμφωνία του Παρισιού», είπε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες στην αρχή.
«Αυτή η έκθεση παρουσιάζει τις τελευταίες επιστημονικές εξελίξεις και αναδεικνύει τον επείγοντα χαρακτήρα της ευρείας δράσης για το κλίμα. Συγκεντρώνει στοιχεία από όλα τα πεδία της κλιματολογίας και απαριθμεί τις πιθανές μελλοντικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής –από την υγεία και τις οικονομικές συνέπειες μέχρι τη μείωση της επισιτιστικής ασφάλειας», είπε.
Η έκθεση παρουσιάστηκε σε συνέντευξη τύπου του Αντόνιο Γκουτέρες, Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ και του Γενικού Γραμματέα του Π.Μ.Ο, Petteri Taalas, στα κεντρικά γραφεία του ΟΗΕ στις 10 Μαρτίου.
«Δεδομένου ότι τα επίπεδα αερίων του θερμοκηπίου συνεχίζουν να αυξάνονται, η υπερθέρμανση συνεχίζεται. Μια πρόσφατη πρόβλεψη δεκαετίας διαπιστώνει ότι ένα νέο παγκόσμιο ετήσιο ρεκόρ είναι πιθανό στα επόμενα πέντε χρόνια. Είναι θέμα χρόνου», ανέφερε ο Γενικός Γραμματέας του Π.Μ.Ο.
«Μόλις είχαμε τον πιο ζεστό Ιανουάριο που έχει καταγραφεί. Ο χειμώνας ήταν ασυνήθιστα ήπιος σε πολλές περιοχές του βόρειου ημισφαιρίου. Ο καπνός και οι ρύποι από τις καταστροφικές φωτιές της Αυστραλίας περικύκλωσαν τον κόσμο προκαλώντας αύξηση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα. Οι καταγεγραμμένες θερμοκρασίες-ρεκόρ στην Ανταρκτική συνοδεύονταν από ευρεία τήξη των πάγων και τη θραύση παγετώνα που θα έχει επιπτώσεις στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας», δήλωσε ο κ. Taalas.
«Η θερμοκρασία είναι μία ένδειξη της κλιματικής αλλαγής που συντελείται. Αλλαγές στην παγκόσμια κατανομή βροχοπτώσεων έχουν σοβαρό αντίκτυπο σε αρκετές χώρες. Η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει με αυξανόμενο ρυθμό, κατά μεγάλο μέρος εξαιτίας της θερμικής αύξησης του νερού της θάλασσας και εξαιτίας της τήξης των μεγαλύτερων παγετώνων όπως στην Γροιλανδία και την Ανταρκτική. Αυτό εξέθεσε τις παράκτιες περιοχές και τα νησιά σε μεγαλύτερο κίνδυνο πλημμύρας και σε καταβύθιση περιοχών με χαμηλό υψόμετρο», δήλωσε ο κ. Taalas.