Ένταξη στο νόμο Κατσέλη και αποπληρωμή σε ορίζοντα πενταετίας αποφάνθηκε το Ειρηνοδικείο Μεγάρων.
Από την οφειλή περί των 269.000 ευρώ, που είχε σε δανειακές υποχρεώσεις, το δικαστήριο αποφάσισε να περιορίσει το ποσό που θα καταβάλλει στις 18.000 ευρώ και μάλιστα σε 60 μηνιαίες δόσεις αρχής γενομένης από τον επόμενο μετά την έκδοση της απόφασης μήνα. Κρίθηκε επίσης πως δεν συντρέχει λόγος εκποίησης της κινητής και ακίνητης περιουσίας του.
Όπως αναφέρεται, ο αιτών να υπαχθεί στους ευνοϊκούς όρους του νόμου Κατσέλη, παντρεμένος με ένα ανήλικο παιδί πλέον, «έλαβε τα υπό κρίση δανειακά προϊόντα το έτος 2006 προκειμένου να καλύψει αφενός μεν προσωπικές του ανάγκες που ανέκυψαν λόγω των επαγγελματικών του υποχρεώσεων ως οπλίτη, αφετέρου δε οικονομικές ανάγκες της ατομικής επιχείρησης (ψητοπωλείο) που διατηρούσε ο πατέρας του και στην οποία εργαζόταν και ο ίδιος»
Προστίθεται, επίσης, πως «ήταν απολύτως συνεπής στην εξυπηρέτηση του προαναφερθέντος χρέους του μέχρι και τα τέλη του έτος 2011, ήτοι για πέντε σχεδόν έτη … Ως εκ τούτου, η ένσταση περί δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε αδυναμία πληρωμής, την οποία παραδεκτώς και νομίμως προέβαλε η α’ καθ’ ης πιστώτρια είναι απορριπτέα ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη».
Αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών χωρίς δόλο
Ωστόσο, το Ειρηνοδικείο αναγνωρίζει πως «από το έτος 2012 και εντεύθεν ο αιτών, λόγω της μείωσης των εισοδημάτων των ανωτέρω συγγενών του που τον συνέδραμαν οικονομικά εξαιτίας της εν γένει οικονομικής κρίσης που πλήττει την χώρα αλλά και της αύξησης των δαπανών διαβίωσης του ιδίου μετά και τον γάμο του και την έλευση του τέκνου του, αδυνατεί να ανταποκριθεί στις ανωτέρω δανειακές του υποχρεώσεις. Η οικονομική δε κατάσταση του δεν αναμένεται να βελτιωθεί στο άμεσο μέλλον, λόγω της γενικότερης οικονομικής ύφεσης που εξακολουθεί να πλήττει την χώρα, λαμβανομένου υπόψη και του γεγονότος ότι και τόσο ο ίδιος ο αιτών όσο και η σύζυγος του ήδη εργάζονται υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης».
Για το λόγο, το Δικαστήριο έκρινε πως «υπό τα ως άνω πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι ο αιτών, ο οποίος δεν έχει πτωχευτική ικανότητα, έχει περιέλθει χωρίς δόλο, σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών του και συνεπώς συντρέχουν στο πρόσωπο του οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή του στις ευνοϊκές ρυθμίσεις του Ν.3869/2010 και ειδικότερα του αρ. 8 παρ. 2 αυτού, προκειμένου να ρυθμιστούν οι οφειλές του».
Βάσει της ρύθμισης του Δικαστηρίου επισημαίνεται πως «μετά την ολοκλήρωση των καταβολών αυτών στο τέλος της πενταετίας ο αιτών θα έχει καταβάλει έναντι του συνόλου των οφειλών του στις καθ’ ων πιστώτριες το ποσό των 18.000 € (€300 Χ 60 μήνες) και θα απομένει υπόλοιπο 250.838,49 € (€268.838,49-18.000). Το υπόλοιπο των απαιτήσεων των ως άνω καθ’ ων πιστωτριών που θα παραμείνει ανεξόφλητο μετά τις ανωτέρω καταβολές, δεν θα καταστεί εφικτό να ικανοποιηθεί, καθόσον δεν δύναται εκ του νόμου να επιβληθεί άλλη υποχρέωση στον αιτούντα».