Σύμφωνη με το Σύνταγμα η περιορισμένη χρονικώς αναστολή της καταβολής συγκεκριμένων ποσών συντάξεων που αναλογούν στον χρόνο του εγκλεισμού του στο κατάστημα κράτησης, κατά τον οποίο ο συνταξιούχος δεν στερείται τα μέσα διαβίωσής του, αφού αυτά του παρέχονται από την Πολιτεία
Το Συμβούλιο της Επικρατείας (1254/2021 Α’ τμήμα 7μελές) έκρινε πως οι διατάξεις της περ. (α) της παρ. 7 του άρ. 29 του α.ν. 1846/1951 δεν παραβιάζουν τα άρθρα 2 παρ. 1, 4 παρ. 1, 22 παρ. 5 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος ούτε αντίκεινται σε άλλη υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη ή αρχή.
Με τις εν λόγω διατάξεις, οι οποίες εφαρμόζονται και στην περίπτωση καταβολής επικουρικής σύνταξης που χορηγείται από το Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ., ορίζουν αφενός ότι αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης, εάν ο συνταξιούχος εκτίει ποινή στερητική της ελευθερίας μεγαλύτερη των έξι μηνών και για όσο χρόνο την εκτίει, και αφετέρου ότι, εφόσον υπάρχουν πρόσωπα που σε περίπτωση θανάτου του συνταξιούχου θα λάμβαναν σύνταξη, αυτά δικαιούνται σε απόληψη της σύνταξης που θα τους καταβαλλόταν στην περίπτωση αυτή.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, η αναστολή αυτή δεν εξαρτάται από το είδος του διαπραχθέντος εγκλήματος ούτε από το εάν τούτο διαπράχθηκε σε βάρος του ασφαλιστικού φορέα ή του Δημοσίου ή τρίτου, αλλά προϋποθέτει μόνο το πραγματικό γεγονός της έκτισης από τον συνταξιούχο της στερητικής της ελευθερίας ποινής άνω των έξι μηνών που του επιβλήθηκε.
Όσον αφορά δε στην έννοια της έκτισης της ποινής, τόνισε πως αυτή πρέπει να ερμηνευθεί στενά. Συνεπώς, ως έκτιση ποινής στερητικής της ελευθερίας νοείται αποκλειστικά ο φυσικός εγκλεισμός του καταδικασθέντος σε κατάστημα ή τμήμα καταστήματος που προορίζεται γι’ αυτήν και μόνο για όσο χρόνο ο εγκλεισμός αυτός διαρκεί, ενώ δεν υφίσταται στις περιπτώσεις της υποχρεωτικής και δυνητικής αναστολής εκτέλεσης της ποινής και της αναστολής υπό επιτήρηση, της υφ’ όρον απόλυσης, της μετατροπής της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε χρηματική ποινή ή σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση και της αναβολής ή διακοπής της εκτέλεσης της ποινής.
Κρίθηκε, λοιπόν, πως η εν λόγω αναστολή δεν συνιστά ολική ή μερική στέρηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου συνταξιοδοτικού δικαιώματος του καταδικασθέντος, αλλά παρεμποδίζεται απλώς η καταβολή της ορισμένης συνταξιοδοτικής παροχής για όσο χρόνο ο καταδικασθείς συνταξιούχος εκτίει τη στερητική της ελευθερίας ποινή που του επιβλήθηκε μόνο με τον φυσικό εγκλεισμό του στο κατάστημα κράτησης. Καθ’ όλο αυτό τον χρόνο, ο καταδικασθείς διατηρεί τόσο την ιδιότητά του ως συνταξιούχου όσο και τα άλλα, πλην της αξίωσής του κατά του ασφαλιστικού φορέα προς καταβολή των συγκεκριμένων ποσών συντάξεων που αναλογούν στον εν λόγω χρόνο, απορρέοντα από την ιδιότητά του αυτή δικαιώματα.
Το δικαστήριο τόνισε πως σκοπός της εν λόγω αναστολής είναι πρωτίστως η εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος σκοπού να μην υφίσταται το κοινωνικό σύνολο τη διπλή οικονομική επιβάρυνση της καταβολής στον εκτίοντα την ποινή των συγκεκριμένων ποσών συντάξεων που αναλογούν στον χρόνο που την εκτίει και της ανάληψης από το Δημόσιο των δαπανών διαβίωσής του κατά τον ίδιο χρόνο.
Δεδομένου ότι το σύνολο των δαπανών διαβίωσης του συνταξιούχου, που μπορεί να ανακύψουν όταν είναι έγκλειστος σε κατάστημα κράτησης, καλύπτεται από το Δημόσιο, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών για ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη, για μόρφωση, άθληση, πολιτιστικές δραστηριότητες, δημιουργική απασχόληση επαγγελματική κατάρτιση και εκπαίδευση, η καταβολή των συγκεκριμένων ποσών συντάξεων που αναλογούν κατά τη διάρκεια που αυτός είναι έγκλειστος στο κατάστημα κράτησης θα χωρούσε χωρίς να συντρέχει πλέον ο δικαιολογητικός λόγος προς τούτο και θα μετέτρεπε τη συνταξιοδοτική παροχή από μέσο αντιμετώπισης των βιοτικών αναγκών του συνταξιούχου σε αιτία πλουτισμού του ίδιου.
Τέλος, το δικαστήριο τόνισε πως η υπό κρίση διάταξη τάσσεται προϋπόθεση για την καταβολή της σύνταξης που είναι γνωστή στους υπαγόμενους στην ασφάλιση και ισχύει καθ’ όλη τη διάρκεια της υπαγωγής τους σε αυτήν, το δε δεύτερο εδάφιο αυτής στοχεύει και στην εξυπηρέτηση και άλλου σκοπού δημοσίου συμφέροντος, ήτοι στην προστασία της οικογένειας του συνταξιούχου κατ’ άρθρ. 21 παρ. 1 του Συντάγματος.
Δείτε την περίληψη της απόφασης εδώ.