Εφόσον η δικαστική απόφαση έχει αυτοδικαίως ανακληθεί, δεν υφίσταται ως τίτλος και μπορεί να ζητηθεί μόνο η ακύρωση των πράξεων εκτέλεσης που στηρίζονται στην απόφαση
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών (2555/2021) απέρριψε συνολικά αίτηση, με την οποία ο αιτών – πατέρας ζήτησε να αναγνωρισθεί η αυτοδίκαιη άρση ισχύος της απόφασης ασφαλιστικών μέτρων περί προσωρινής ανάθεσης της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων του στην μητέρα τους και προσωρινής ρύθμισης της διατροφής, λόγω μη εμπρόθεσμης, εντός της ταχθείσας με την εν λόγω δικαστική απόφαση προθεσμίας των 30 ημερών, άσκησης εκ μέρους της μητέρας της κύριας αγωγής ως προς την οριστική ανάθεση της επιμέλειας, και να διαταχθεί για το λόγο αυτό, καθώς και σύμφωνα με τη διάταξη του άρ. 698 παρ. 1 περ. δ’ του ΚΠολΔ, η ανάκλησή της. Επικουρικά, ζήτησε να μεταρρυθμισθεί η ως άνω δικαστική απόφαση και να του ανατεθεί προσωρινά η επιμέλεια άλλως η συνεπιμέλεια των ανηλίκων τέκνων.
Κατά το αίτημα της κύριας βάσης της, με το οποίο ζητείται να αναγνωριστεί η αυτοδίκαιη άρση ισχύος της απόφασης των ασφαλιστικών μέτρων, η αίτηση κρίθηκε μη νόμιμη. Και τούτο, διότι σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, αν το υπό κρίση δικόγραφο εκτιμηθεί ως αίτηση, δεν απαιτείται δικαστική βεβαίωση του γεγονότος ότι η απόφαση έχει αποδυναμωθεί λόγω αυτοδίκαιης άρσης του ασφαλιστικού μέτρου. Αν δε το υπό κρίση δικόγραφο εκτιμηθεί ως ανακοπή του άρ. 702 παρ. 1 του ΚΠολΔ, αίτημα αυτής μπορεί να είναι μόνο η ακύρωση των πράξεων εκτέλεσης και όχι η εξαφάνιση της διατάζουσας τα ασφαλιστικά μέτρα απόφασης.
Περαιτέρω, μη νόμιμο και, συνεπώς, απορριπτέο κρίθηκε και το αίτημα της κύριας βάσης περί ανάκλησης της επίδικης δικαστικής απόφασης. Αφενός μεν κατά το σκέλος αυτού που επιχειρείται η θεμελίωσή του στην αυτοδίκαιη άρση ισχύος της απόφασης, το δικαστήριο τόνισε πως η ανάκληση προϋποθέτει μεταβολή γεγονότων που τελούν σε αιτιώδη σύνδεσμο προς το περιεχόμενο του κριθέντος δικαιώματος και σε συνάρτηση προς τα γεγονότα στα οποία στηρίχθηκε η ανακλητέα απόφαση, ως τέτοιου μη νοούμενου της αυτοδίκαιης άρσης ισχύος της εκδοθείσας δικαστικής απόφασης της οποίας ζητείται η ανάκληση. Αφετέρου δε κατά το σκέλος αυτού που επιχειρείται η θεμελίωσή του στη διάταξη του άρ. 698 παρ. 1 περ. δ’ του ΚΠολΔ, το δικαστήριο διαπίστωσε πως η διάταξη αυτή αναφέρεται στους τρόπους περάτωσης ή κατάργησης της κύριας δίκης και όχι της δίκης των ασφαλιστικών μέτρων.
Στη συνέχεια, το δικαστήριο έκρινε απορριπτέα και την επικουρική βάση της υπό κρίση αίτησης, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη. Συγκεκριμένα, διαπίστωσε πως πράγματι η ασκηθείσα από τη μητέρα κύρια αγωγή επιδόθηκε στον αιτούντα μετά την παρέλευση της ταχθείσας προθεσμίας των 30 ημερών, επιβεβαιώνοντας τους ισχυρισμούς του αιτούντος. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, συνεπάγεται πως η επίδικη απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων έχει αποβάλει αυτοδίκαια την ισχύ της και η εν λόγω αποδυνάμωσή της ισοδυναμεί με έλλειψη εκτελεστού τίτλου.
Συνεπώς, αφού η επίδικη δικαστική απόφαση έχει απολέσει αυτοδίκαια την ισχύ της, το δικαστήριο κατέληξε πως ο αιτών δεν θεμελιώνει έννομο συμφέρον να αιτείται τη μεταρρύθμισή της.
Απόσπασμα απόφασης
Ειδικότερα, κατά το άρθρο 693 ΚΠολΔ, αν το ασφαλιστικό μέτρο διατάχθηκε πριν από την άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση, εκείνος που το διατάζει μπορεί να ορίσει, κατά την κρίση του, προθεσμία για την άσκηση της, όχι όμως μικρότερη από τριάντα ημέρες, αν δε η προθεσμία αυτή περάσει άπρακτη, αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο, εκτός αν ο αιτών πέτυχε μέσα στην προθεσμία αυτή την έκδοση διαταγής πληρωμής.
Η αυτοδίκαιη άρση του ασφαλιστικού μέτρου σημαίνει ότι αυτό παύει πλέον να ισχύει για το μέλλον είτε έχει ήδη εκτελεσθεί είτε όχι, ενώ συγχρόνως αποδυναμώνεται ως εκτελεστός τίτλος και η απόφαση που το διέταξε, με εξαίρεση τη διάταξη της για τα δικαστικά έξοδα.
Η συνέπεια αυτή δεν προβλέπεται ρητά στο νόμο, είναι όμως αυτονόητη, αφού δεν είναι δυνατόν να αίρεται το ασφαλιστικό μέτρο και παράλληλα η απόφαση που το διέταξε να διατηρεί την ισχύ της ως εκτελεστός τίτλος.
Η αποδυνάμωση της απόφασης επέρχεται αυτόματα και δεν απαιτεί τη δικαστική βεβαίωση της, δεν αποκλείεται όμως να ερευνηθεί στο πλαίσιο διαφοράς κατά το άρθρο 702 ΚΠολΔ, αν επιχειρηθεί η εκτέλεση της αποδυναμωμένης απόφασης ή υπάρχει γενικώς αμφισβήτηση ως προς την ισχύ της. Αντίστοιχα δεν υπάρχει έννομο συμφέρον για την ανάκληση ή μεταρρύθμιση αποδυναμωμένης ήδη απόφασης (ΜΠΘεσ/κης 319/2019 – Διαδικασία Ασφαλιστικών Μέτρων ΗΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Δείτε αναλυτικά την απόφαση εδώ.