Η έρευνα του ETO καταδεικνύει ότι τα τελευταία εφτά χρόνια μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες χρησιμοποιούν τους φορολογικούς παραδείσους για να αυξήσουν την κερδοφορία τους μέσω φοροαποφυγής
Περίπου 20 δισ. ευρώ κέρδη ετησίως κατέγραψαν οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες από τη μεταφορά εσόδων σε φορολογικούς παραδείσους, αποκαλύπτει έρευνα που δημοσιεύθηκε σήμερα.
Πρόκειται για τα αποτελέσματα έρευνας που διενήργησε το Ευρωπαϊκό Φορολογικό Παρατηρητήριο (ETO), το οποίο μελέτησε 36 μεγάλες τράπεζες – όπως η Barclays, Deutsche Bank, Danske Bank, Santander, ING και UniCredit- εξετάζοντας δημόσια στοιχεία όπως το καθαρό τραπεζικό εισόδημα, κέρδη προ φόρων, φόροι που πληρώθηκαν και αριθμός εργαζομένων το διάστημα από το 2014-2020.
Η έρευνα επικεντρώθηκε σε τραπεζικά ιδρύματα που με ετήσια έσοδα πάνω από 750 εκατ. ευρώ. Αφορά φορολογικούς παραδείσους όπως οι Μπαχάμες, τα νησιά Κέυμαν, Βρετανικοί Παρθένοι Νήσοι, νησιά στην Καραϊβική αλλά δεν είναι μόνο αυτά, καθώς οι ευρωπαϊκές τράπεζες αντλούν κερδοφορία από τη χαμηλή φορολογία σε χώρες που είναι πιο κοντά όπως η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο και η Μάλτα.
Το ποσό των 20 δισ. αντιστοιχεί στο 14% των συνολικών κερδών των τραπεζών και ως ποσοστό είναι σταθερό από το 2014, παρά την εισαγωγή της υποχρέωσης αποκάλυψης πληροφοριών.
Η κερδοφορία των τραπεζών στους φορολογικούς παραδείσους είναι ασυνήθιστα υψηλή: 238.000 ευρώ ανά εργαζόμενο, όταν το αντίστοιχο ποσό σε χώρες που δεν είναι φορολογικοί παράδεισοι είναι μόλις 65.000 ευρώ.
Αυτό δείχνει ότι τα κέρδη που καταγράφονται σε φορολογικούς παραδείσους έχουν μεταφερθεί από τις χώρες που γίνεται η παροχή υπηρεσιών από τις τράπεζες.
Περίπου το 25% των κερδών των ιδρυμάτων που παρακολούθησε το ΕΤΟ καταχωρείται σε χώρες με πραγματικό φορολογικό συντελεστή 15%.
Η χρήση των φορολογικών παραδείσων διαφέρει σημαντικά από τράπεζα σε τράπεζα. Το μέσο ποσοστό των κερδών που έχει καταχωρηθεί σε φορολογικούς παραδείσους είναι περίπου 20% και κυμαίνεται από 0% για εννέα τράπεζες έως 58%.
«Ο μέσος πραγματικός φορολογικός συντελεστής που πληρώνουν οι τράπεζες,» σημειώνεται από τους συντάκτες της έρευνας, είναι 20%, με ελάχιστο 10% και μέγιστο 30%. Επτά τράπεζες εμφανίζουν ιδιαίτερα χαμηλό πραγματικό φορολογικό συντελεστή, κάτω ή ίσο με 15%. Για καλύτερη κατανόηση αυτής της ετερογένειας» εξηγούν «αναλύουμε τη χρήση φορολογικών παραδείσων από τρεις τράπεζες με σχετικά υψηλή παρουσία σε φορολογικούς παραδείσους: HSBC, Deutsche Bank και Société Générale.
Παρατηρούμε μια ποικιλία καταστάσεων: για την HSBC, το μεγαλύτερο μέρος των κερδών καταφυγίου (φορολογικού παραδείσου) προέρχεται από ένα μόνο καταφύγιο (Χονγκ Κονγκ), ενώ σε άλλες περιπτώσεις εμπλέκονται πολλοί φορολογικοί παράδεισοι.»
Το αίτημα για έναν ελάχιστο τραπεζικό φόρο
Οι συντάκτες της έρευνας προχώρησαν περαιτέρω και επιχείρησαν να κάνουν έναν υπολογισμό για το φόρο που θα έπρεπε να πληρώσουν τα τραπεζικά ιδρύματα χρησιμοποιώντας τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή. Με μια προσομοίωση στο μοντέλο που προβλέπει ο ελάχιστος εταιρικός φόρος για τις μεγάλες πολυεθνικές, πρόταση που είναι στην κορυφή της ατζέντας G20, κάθε μητρική χώρα θα εισπράττει το φορολογικό έλλειμμα των δικών της τραπεζών.
Για παράδειγμα, εάν ο διεθνώς συμφωνημένος ελάχιστος φορολογικός συντελεστής είναι 15% και μια γερμανική πολυεθνική τράπεζα έχει πραγματικό φορολογικό συντελεστή 10% στα κέρδη που καταγράφει στη Σιγκαπούρη, η Γερμανία θα επιβάλλει επιπλέον φόρο 5% στα κέρδη αυτά για να φτάσει σε πραγματικό ποσοστό 15%.
«Εξετάζουμε τρεις ελάχιστους φορολογικούς συντελεστές – 15%, 21%και 25% – και σε κάθε περίπτωση υπολογίζουμε τον επιπλέον φόρο που οφείλεται ανά τράπεζα και καταγράφουμε τα αποτελέσματα ανά χώρα της έδρας» λένε οι συντάκτες.
«Τα ευρήματά μας» συνεχίζουν «δείχνουν ότι ένας ελάχιστος φόρος έχει σημαντικές δυνατότητες εσόδων για τα δημόσια ταμεία. Με ένα ελάχιστο φορολογικό συντελεστή 25%, το δείγμα των ευρωπαϊκών τραπεζών θα πρέπει να καταβάλλει ετησίως πρόσθετους φόρους 10-13 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Οι χαμηλότεροι φορολογικοί συντελεστές μειώνουν τα κέρδη σε 6-9 δισεκατομμύρια ευρώ για το φορολογικό συντελεστή 21% και σε 3-5 δισεκατομμύρια ευρώ για το φορολογικό συντελεστή 15%. Οι τράπεζες με χαμηλούς πραγματικούς φορολογικούς συντελεστές – οι οποίες τείνουν να κάνουν χρήση των φορολογικών παραδείσων για να μετατοπίσουν τα κέρδη και να μειώσουν τη φορολογική τους υποχρέωση – θα επηρεαστούν ιδιαίτερα».
Η έρευνα έρχεται μια χρονική στιγμή που η συζήτηση γίνεται σε παγκόσμιο επίπεδο για την ελάχιστη φορολόγηση των μεγάλων πολυεθνικών, ενώ οι ευρωπαϊκές τράπεζες συνεχίζουν εδώ και εφτά χρόνια να χρησιμοποιούν τους φορολογικούς παραδείσους, έχοντας στο ελάχιστο περιορίσει τη χρήση τους με όφελος φυσικά να πληρώνουν λιγότερους φόρους, ενώ παράλληλα στράφηκαν σε κρατική βοήθεια για την στήριξη τους.
Ο πρόεδρος της φορολογικής υποεπιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο Ολλανδός ευρωβουλευτής Πολ Τανγκ, δήλωσε χαρακτηριστικά: «Σε καλές εποχές, οι τράπεζες κρύβονται σε φορολογικούς παραδείσους. Αλλά σε περίπτωση κρίσης, είναι οι πρώτοι που χτυπούν την πόρτα της κυβέρνησης. Επομένως: ελάχιστος φόρος, επίσης για τις τράπεζες».
Στο ελάχιστο φόρο και μάλιστα με συντελεστή 25% καταλήγει και η έρευνα εκτιμώντας ότι μπορεί να είναι απαραίτητο για τον περιορισμό της χρήσης φορολογικών παραδείσων από τον τραπεζικό τομέα.