Η εισαγωγή κεφαλαιοποιητικού συστήματος προκαθορισμένων εισφορών στην επικουρική ασφάλιση και η ίδρυση Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης αποτελούν πλέον νόμο του κράτους, δεδομένου ότι ολοκληρώθηκε η ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου. Όλες τις λεπτομέρειες για το νέο επικουρικό αναλύει ο δικηγόρος, Δημήτρης Μπούρλος.
Γράφει ο δικηγόρος, Δημήτρης Μπούρλος
Σήμερα υπενθυμίζουμε μέσω του enikonomia.gr ότι στο νέο σύστημα και στο Ταμείο θα υπαχθούν υποχρεωτικά όλα τα πρόσωπα που πρώτον από 1-1-2022 αναλαμβάνουν ασφαλιστέα εργασία ή αποκτούν ασφαλιστέα ιδιότητα, προαιρετικά δε όσοι είναι ήδη επικουρικά ασφαλισμένοι και έχουν γεννηθεί μετά την 1-1-1987 (δηλαδή ασφαλισμένοι που δεν έχουν συμπληρώσει τα 35 τους) καθώς και κάποιος μη ασφαλισμένος κάτω των 35 ετών.
Οι δύο τελευταίες κατηγορίες, που μπορούν να ασφαλισθούν προαιρετικά, μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους από 1-1-2023.
Γι’ αυτούς βεβαίως που υπάγονται υποχρεωτικά δεν υπάρχει κανένα ζήτημα επιλογής, κατ’ επέκταση κανένας προβληματισμός δεν τίθεται πέραν του γενικότερου, που αφορά την προτίμηση ή μη της εισαγωγής στο ασφαλιστικό μας σύστημα του κεφαλαιοποιητικού συστήματος, αντί αυτό της νοητής κεφαλαιοποίησης που ισχύει σήμερα.
Γι’ αυτούς όμως στους οποίος παρέχεται προαιρετικά δικαίωμα ένταξης στο νέο σύστημα, τίθεται ζήτημα προβληματισμού αναφορικά με την επιλογή που πρόκειται να ακολουθήσουν.
Εκείνο το οποίο καταρχήν πρέπει να επισημανθεί είναι ότι σε κάθε περίπτωση, δηλαδή είτε επιλέγουν την ένταξη στο νέο κεφαλαιοποιητικό σύστημα είτε αποφασίσουν την παραμονή τους στο σημερινό σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης, οι εισφορές που θα καταβάλλουν οι ίδιοι ή οι εργοδότες τους για λογαριασμό τους θα είναι οι ίδιες. Επομένως από αυτή την άποψη δεν έχουν λόγο προτίμησης του ενός ή του άλλου.
Η επιλογή επομένως θα σχετίζεται με μια προσδοκία επίτευξης υψηλότερων παροχών. Το Υπουργείο, σε μια προσπάθεια στήριξης και διαφήμισης του νέου συστήματος, έδωσε στην δημοσιότητα παραδείγματα επικουρικών συντάξεων με βάση τα δύο συστήματα που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το νέο κεφαλαιοποιητικό σύστημα θα μπορεί να καταλήγει σε σαφώς υψηλότερες επικουρικές από αυτές του σημερινού συστήματος, που η αλήθεια βέβαια είναι ότι δεν είναι καθόλου ελκυστικές.
Όμως αυτά τα παραδείγματα ερείδονται σε επίτευξη επενδυτικών αποδόσεων που μπορεί μεν να επιτευχθούν, δεν είναι όμως καθόλου βέβαιο ότι θα έχουν τελικά αυτό το αποτέλεσμα.
Επομένως για όποιον δεν έχει εκ προοιμίου μια θεωρητική ή και ιδεολογική προτίμηση στο ένα ή στο άλλο σύστημα, η επιλογή θα γίνει διαισθητικά, αφού δεν υπάρχουν τα δεδομένα, η εμπειρία ή η πλήρης γνώση των παραμέτρων που επηρεάζουν την διαμόρφωση του αποτελέσματος.
Η ορθότητα ή μη της επιλογής, προφανώς θα φανεί μετά την πάροδο ικανού χρόνου, όταν ο ασφαλισμένος θεμελιώσει και ασκήσει το συνταξιοδοτικό του δικαίωμα.
Μέχρι τότε, ενδείξεις θα έχει της εξέλιξης του «κουμπαρά» του, αφού το νέο σύστημα παρέχει δυνατότητα τακτικής ενημέρωσης σε σχέση με την εξέλιξη του επενδυτικού προγράμματος.
Υπο΄ αυτά τα δεδομένα λοιπόν θα κληθούν, όσοι, όπως προείπαμε, έχουν αυτή την δυνατότητα, να επιλέγουν σύστημα επικουρικής ασφάλισης και σύνταξης, ελπίζοντας πάντα σε κάποιες υψηλότερες συνταξιοδοτικές παροχές.