Ημερολογιακή κατανομή της άσκησης της επιμέλειας και αντίστοιχη ρύθμιση του δικαιώματος επικοινωνίας, πριν την τροποποίηση του οικογενειακού δικαίου με τον Ν. 4800/2021
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Πειραιά, με απόφασή του προ του Ν. 4800/2021, με τον οποίο τροποποιήθηκε το οικογενειακό δίκαιο, ανέθεσε την επιμέλεια ανήλικου τέκνου από κοινού και στους δύο γονείς του, κατένειμε ημερολογιακά στον κάθε γονέα την άσκηση της επιμέλειας στην κατοικία του οποίου θα διαμένει το ανήλικο τέκνο και ρύθμισε προσωρινά το δικαίωμα επικοινωνίας του γονέα κατά τον χρόνο που δεν διαμένει με το ανήλικο τέκνο (ΜΠρΠειρ 507/2021).
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με το σκεπτικό του δικαστηρίου, από την αποδεικτική διαδικασία πιθανολογήθηκε η αγάπη και το ενδιαφέρον, η σοβαρή πρόθεση και η ψυχική διάθεση και των δύο γονέων για να ασχοληθούν με την ανατροφή του παιδιού τους και ότι και οι δύο γονείς είναι εξίσου κατάλληλοι για την ανάθεση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους.
Συγκεκριμένα, το ανήλικο τέκνο λόγω της νεαρής ηλικίας του πιθανολογήθηκε πως διατηρεί ισχυρό συναισθηματικό δεσμό με τον πατέρα του, με τον οποίο άλλωστε και συμβιώνει μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης. Ο πατέρας το περιβάλλει με αγάπη και στοργή και ενδιαφέρεται και φροντίζει για την ανατροφή, την επίβλεψη και την ψυχοσωματική του υγεία και ανάπτυξη και είναι σε θέση να εξασφαλίσει ήρεμο και ομαλό ατομικό και οικογενειακό περιβάλλον.
Αλλά και με τη μητέρα του πιθανολογείται ότι, πριν τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης, το ανήλικο τέκνο είχε δημιουργήσει ένα δυνατό ψυχικό δεσμό και είχαν αναπτυχθεί αμοιβαία μεταξύ τους αισθήματα στοργής και αγάπης. Η μητέρα ,το χρονικό διάστημα από τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης μέχρι την άσκηση της υπό αίτησης ασφαλιστικών, έχει συστηματική επαφή και επικοινωνία με το παιδί της αφιερώνοντας συνειδητά ποιοτικό χρόνο σε αυτό και αποσκοπώντας στη οικοδόμηση και διατήρηση μίας στενής συναισθηματικής σχέσης μεταξύ τους. Επίσης, η ίδια κατά το χρόνο πριν από τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης είχε ενεργό ρόλο και διαρκή συμμετοχή στην ανατροφή του τέκνου τους, δεδομένου ότι πρόκειται για άτομο κοινοτικά δραστήριο και συγκροτημένο, η οποία μπορεί να συμβάλλει έτι περαιτέρω στην συναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου.
Συνεπώς, ενόψει της καταλληλότητας και των δύο γονέων, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δεν διαθέτουν κάποιο άλλο κατιόντα, ο οποίος να χρήζει επιμέλειας, το δικαστήριο έκρινε ότι το συμφέρον του ανηλίκου σε μία υπεύθυνη, ανεξάρτητη και ψυχικά υγιή προσωπικότητα επιβάλλει προσωρινά την άσκηση της επιμέλειας του στους διαδίκους από κοινού με χρονική κατανομή αυτής ανάμεσα στους δύο γονείς.
Κατά την κρίση του δικαστηρίου, η άσκηση της επιμέλειας κατ’ αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζει την ισότιμη συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή του παιδιού και ενισχύει τους δεσμούς του ανηλίκου τέκνου με αμφότερους τους γονείς τους. Περιορίζονται, έτσι, οι αναπόφευκτα δυσμενείς επιπτώσεις που προκαλεί το διαζύγιο στην ψυχολογία και την εν γένει προσωπικότητα του τέκνου.
Επιπλέον, με την παραλλήλως προσδοκώμενη επίδειξη εκ μέρους των διαδίκων της αυξημένης υπευθυνότητας και ευαισθητοποίησης, αναμένεται ότι θα επικρατήσει το απαραίτητο κλίμα γαλήνης και ηρεμίας στις σχέσεις μεταξύ των διαδίκων και σταθερότητας και ασφάλειας που είναι αναγκαίο για την ομαλή και απρόσκοπτη εξέλιξη της προσωπικότητάς του, καθόσον επιβάλλεται η μεταξύ τους συνεργασία, ώστε το τέκνο να μην γίνεται δέκτης αντιφατικών και διαφορετικών μηνυμάτων από τους γονείς του.
Απόσπασμα απόφασης
Περαιτέρω, από την αποδεικτική διαδικασία πιθανολογήθηκε η αγάπη και το ενδιαφέρον, η σοβαρή πρόθεση και η ψυχική διάθεση και των δύο γονέων για να ασχοληθούν με την ανατροφή του παιδιού τους και ότι και οι δύο γονείς είναι εξίσου κατάλληλοι για την ανάθεση της επιμέλειας του προσώπου του ανηλίκου τέκνου τους. Ειδικότερα, το ανήλικο τέκνο λόγω της νεαρής ηλικίας του διατηρεί ισχυρό συναισθηματικό δεσμό με τον πατέρα του με τον οποίο άλλωστε συμβιώνει μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης και ο οποίος το περιβάλλει με αγάπη και στοργή και ενδιαφέρεται και φροντίζει για την ανατροφή, την επίβλεψη και την ψυχοσωματική του υγεία και ανάπτυξη και είναι σε θέση να εξασφαλίσει ήρεμο και ομαλό ατομικό και οικογενειακό περιβάλλον.
Αλλά και με τη μητέρα του πιθανολογείται ότι πριν τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης το ανήλικο τέκνο είχε δημιουργήσει ένα δυνατό ψυχικό δεσμό και είχαν αναπτυχθεί αμοιβαία μεταξύ τους αισθήματα στοργής και αγάπης, τα οποία ουδόλως έχουν ατονήσει καθώς η αιτούσα το χρονικό διάστημα από τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης μέχρι την άσκηση της υπό κρίση αίτησης έχει συστηματική επαφή και επικοινωνία με το παιδί της αφιερώνοντας συνειδητά ποιοτικό χρόνο σε αυτό και αποσκοπώντας στη οικοδόμηση και διατήρηση μίας στενής συναισθηματικής σχέσης μεταξύ τους.
Επίσης, η ίδια κατά το χρόνο πριν από τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης είχε ενεργό ρόλο και διαρκή συμμετοχή στην ανατροφή του τέκνου τους, δεδομένου ότι πρόκειται για άτομο κοινοτικά δραστήριο και συγκροτημένο, η οποία μπορεί να συμβάλλει έτι περαιτέρω στην συναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη του ανηλίκου.
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές πιθανολογείται ότι οι διάδικοι τρέφουν δυνατά αισθήματα αγάπης κι αφοσίωσης προς το ανήλικο τέκνο τους του οποίου ασκούν τη γονική μέριμνα έχουν πλήρη συνείδηση του γονεϊκού τους ρόλου και ασκούν προσηκόντως και ικανοποιητικά τα καθήκοντα, που τους επιβάλλονται και απορρέουν από την ιδιότητα τους αυτή και εκτελούν το έργο τους πρόθυμα και αγόγγυστα ανταποκρινόμενοι με στοργή και υπομονή στις υλικές και συναισθηματικές ανάγκες του ανηλίκου τέκνου τους ενώ και οι ίδιοι ως κοινωνικοί και υπεύθυνοι άνθρωποι με ευπρεπή συμπεριφορά και συγκροτημένο χαρακτήρα, λόγω της προσωπικότητάς τους και της παιδαγωγικής καταλληλότητας τους ως γονέων (AΠ 1393/2017, ΑΠ 952/2007, ΑΠ 317/2015), παρέχουν τα εχέγγυα για τη σωστή ανατροφή και διαπαιδαγώγηση του.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση την ΤΝΠ Ισοκράτης.