— Η επαγγελματική ασθένεια αποτελεί εργατικό ατύχημα είτε όταν κατά την εκτέλεση της εργασίας διαμορφώθηκαν εκτάκτως δυσμενείς συνθήκες που δεν είναι συμφυείς προς τους συνηθισμένους όρους παροχής της είτε όταν η απασχόληση του εργαζομένου εξακολούθησε, έστω και υπό κανονικές συνθήκες, μετά την εκδήλωση της νόσου, με αποτέλεσμα την επιδείνωσή της, αφού στην τελευταία περίπτωση ο εργοδότης δεν μπορεί να αξιώσει τη συνέχιση της απασχόλησης του ασθενούντος εργαζομένου, και αν δεν τον θέσει εκτός υπηρεσίας παρότι γνωρίζει την εκδήλωση της νόσου, οι συνθήκες παροχής της εργασίας καθίστανται εξαιρετικές και ασυνήθιστα δυσμενείς, προσλαμβάνοντας έτσι τον χαρακτήρα του βιαίου συμβάντος.
— Κρίση ότι η ασθένεια της ενάγουσας οφείλεται αποκλειστικά στις συνθήκες εργασίας της, τις οποίες η εναγομένη από βαριά αμέλεια δεν φρόντισε εγκαίρως να ελαχιστοποιήσει με τα προβλεπόμενα μέτρα ασφάλειας και υγιεινής, δηλαδή οφείλεται στη χειρωνακτική διακίνηση φορτίων, που μάλιστα δεν προβλεπόταν στην κατά νόμο περιγραφή των καθηκόντων της.
— Καταδίκη της εργοδότριας στην πληρωμή 10.000 ευρώ ως χρηματικής ικανοποίησης για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης της παθούσας.
— Η αξίωση για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης έχει αυτοτελή νομική θεμελίωση και δεν υποκύπτει στις αποσβεστικές προθεσμίες του άρθρου 6 παρ. 1 και 2 εδ. α΄ ν. 3198/1955.
— Λόγω του αναιτιώδους χαρακτήρα της καταγγελίας, ο οποίος δεν μεταβλήθηκε ούτε μετά την κύρωση του Αναθεωρημένου Ε.Κ.Χ., το δικαστήριο δεν ερευνά τη βασιμότητα των λόγων που οδήγησαν στην απόλυση, για τη θεμελίωση δε της κρίσης του δικαστηρίου αρκεί να αναφέρονται στην απόφασή του τα περιστατικά τα οποία αποκλείουν το συμπέρασμα ότι η καταγγελία έγινε για τους λόγους που ο εργαζόμενος επικαλείται την ακυρότητα της καταγγελίας.
— Κρίση ότι η απόλυση της ενάγουσας έγινε εξ εκδικήσεως, μετά την άρνησή της να καταγγείλει η ίδια τη σύμβαση εργασίας, αφού πραγματικός λόγος της απόλυσής της υπήρξε η επαγγελματική της ασθένεια, σε συνδυασμό με την άρνηση της εναγομένης να βελτιώσει τις συνθήκες εργασίας της ή να αλλάξει τη θέση εργασίας της, καθώς και λόγω της κατ’ ακολουθίαν διεκδίκησης των νόμιμων εργασιακών δικαιωμάτων της ενάγουσας με την καταγγελία της στο Σ.ΕΠ.Ε., στην οποία εξέθεσε τις παραβάσεις στον τομέα υγιεινής και ασφάλειας που οδήγησαν στην επαγγελματική της νόσο.
—Κατ’ εξαίρεσιν επιτρέπεται η επεξεργασία προσωπικών δεδομένων και χωρίς συγκατάθεση, όταν συντρέχει υπέρτερο έννομο συμφέρον, όπως ιδίως είναι η περίπτωση κατά την οποία τα στοιχεία που ζητούνται είναι αναγκαία για την αναγνώριση, άσκηση ή υπεράσπιση δικαιώματος ενώπιον δικαστηρίου.
— Τα στοιχεία που εν προκειμένω επικαλείται η εργοδότρια ότι χρησιμοποιήθηκαν από την εργαζομένη ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ακόμη και αν αυτά συνελέγησαν χωρίς προηγούμενη συναίνεση των ενδιαφερομένων, συνιστούν νόμιμα αποδεικτικά μέσα, εφόσον τα συνταγματικά δικαιώματα της ενάγουσας στην εργασία και στην έννομη προστασία της δεν ήταν δυνατόν να προασπισθούν με άλλον τρόπο.
— Άλλωστε, η προσκομισθείσα ηλεκτρονική αλληλογραφία μεταξύ δύο συναδέλφων της ενάγουσας δεν φέρει προσωπικό χαρακτήρα αλλά τυγχάνει υπηρεσιακή αλληλογραφία, αφορώσα απευθείας την ενάγουσα, καθώς τιτλοφορείτο με το όνομά της.https://64d47a7d831f619768358e6be04659ab.safeframe.googlesyndication.com/safeframe/1-0-38/html/container.html
— Η ελλιπής καταβολή αποζημίωσης απόλυσης δεν συνεπάγεται την ακυρότητα της καταγγελίας εφόσον οφείλεται σε συγγνωστή πλάνη του εργοδότη (απόφασηΜονομελούς Εφετείου Αθηνών,Επιθεώρησις Εργατικού Δικαίου2021, σ.674)
ΠΗΓΗ dikastiko.gr