Στην πράξη θα δοκιμαστεί ξανά τις επόμενες ημέρες ο στόχος του υπουργείου Εσωτερικών για διαφάνεια και αντικειμενικότητα στη διαδικασία απόδοσης της ιθαγένειας, καθώς κάνει πρεμιέρα το νέο σύστημα συνεντεύξεων, μέσω των οποίων οι αλλογενείς που επιθυμούν να πολιτογραφηθούν Έλληνες θα πρέπει να αποδείξουν την οικονομική και κοινωνική τους ένταξη στη χώρα.
Η νέα μορφή των συνεντεύξεων αυτών αποτελεί ουσιαστικά προέκταση της διαγωνιστικής διαδικασίας στα πρότυπα των πανελλαδικών εξετάσεων για την απόκτηση του Πιστοποιητικού Επάρκειας Γνώσεων για Πολιτογράφηση, που εφαρμόστηκε για πρώτη φορά τον περασμένο Μάιο.
Μέσα από τις εξετάσεις, που διενεργούνται δύο φορές τον χρόνο, διαπιστώνεται εάν οι αιτούντες γνωρίζουν επαρκώς την ελληνική γλώσσα και ότι διαθέτουν τις γνώσεις για τη χώρα, την ιστορία, τους θεσμούς και τον πολιτισμό μας.
Στις επόμενες εξετάσεις, που θα διενεργηθούν στις 7 Νοεμβρίου, έχουν δηλώσει συμμετοχή 6.490 αιτούντες (άνω των 2/3 είναι Αλβανοί), ενώ στις προηγούμενες έλαβαν μέρος 2.200. Λόγω του αυξημένου ενδιαφέροντος, τα εξεταστικά κέντρα δεν θα είναι μόνο σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Ηράκλειο, Λάρισα, Ιωάννινα και Τρίπολη, αλλά και σε Καλαμάτα, Κόρινθο, Χαλκίδα, Κομοτηνή και Ρόδο.
Από συνέντευξη, το επόμενο διάστημα, θα περάσουν οι 1.700 που πέτυχαν στις πρώτες αυτές εξετάσεις, καθώς και περίπου 600 που απαλλάχθηκαν από αυτές επειδή έχουν ολοκληρώσει ελληνικό σχολείο ή πανεπιστήμιο.
Η διαδικασία αρχίζει εντός του Οκτωβρίου, αρχής γενομένης από την Περιφερειακή Διεύθυνση Ιθαγένειας Αττικής την προσεχή Δευτέρα, αναφέρει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο γενικός γραμματέας Ιθαγένειας του υπουργείου Εσωτερικών, Αθανάσιος Μπαλέρμπας, ο οποίος εκτιμά ότι θα διεκπεραιώνονται περί τις 150 – 200 υποθέσεις το μήνα.
Όλες οι αλλαγές στη διαδικασία απόδοσης της ιθαγένειας
Με το προηγούμενο καθεστώς, οι γνώσεις των υποψηφίων στα παραπάνω γνωστικά αντικείμενα, αλλά και το αν συνέτρεχαν οι υπόλοιπες ουσιαστικές προϋποθέσεις για την πολιτογράφησή τους, διαπιστώνονταν από συνέντευξη, στην οποία ενυπήρχε το στοιχείο της υποκειμενικότητας και η έλλειψη ίσης μεταχείρισης των περιπτώσεων. Στην όλη δε διαδικασία υπήρχαν κενά που ευνοούσαν συναλλαγές κάτω από το τραπέζι.
Όπως εξηγεί ο κ. Μπαλέρμπας, φαινόμενα διαφθοράς εμφανίζονταν και από τις δύο πλευρές: Αφενός, από τον υποψήφιο, ο οποίος ακόμα κι’ αν δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις, τελικά έπαιρνε την ιθαγένεια «λαδώνοντας», αφετέρου από τον κρατικό υπάλληλο, ο οποίος ακόμα κι’ αν εδικαιούτο κάποιος την πολιτογράφηση, εν τούτοις δημιουργούσε προσκόμματα για να αναγκαστεί να λάβει «μπαξίσι».
Πέραν των εξετάσεων, πλέον με τη νέα μορφή της συνέντευξης, που θα διαρκεί περί τη μισή ώρα και θα τηρούνται πρακτικά, τριμελής ομάδα έμπειρων υπαλλήλων, θα διαπιστώνει την επαρκή ένταξη του εκάστοτε αιτούντος στην οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας με βάση συγκεκριμένους κανόνες, κοινά πρότυπα και ενιαία μεθοδολογία, που συνέταξε η Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ), στη μορφή πολυσέλιδου Πρακτικού Οδηγού Συνεντεύξεων.
«Αποτελεί τον οδικό χάρτη, το βασικό εγχειρίδιο που θα υποστηρίζει τα στελέχη της αρμόδιας υπηρεσίας στη διενέργεια των συνεντεύξεων των υποψηφίων, με στόχο τη διασφάλιση της ακεραιότητας και της λογοδοσίας τους, της διαφάνειας της διαδικασίας και της αντιμετώπισης τυχόν φαινομένων διαφθοράς.
Παράλληλα, εισάγει μια κοινή και ενιαία προσέγγιση των απαραίτητων παραμέτρων για την επιτυχή έκβαση των συνεντεύξεων», σημειώνει στον πρόλογο του Οδηγού ο υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης.
Κάθε ομάδα που θα παίρνει τις συνεντεύξεις συγκροτείται από δύο υπαλλήλους που ανήκουν στην Περιφερειακή Διεύθυνση Ιθαγένειας η οποία τηρεί τον φάκελο του αιτούντα και -προκειμένου να αποφεύγονται «αθέμιτες» συνεννοήσεις- έναν υπάλληλο από άλλη Περιφερειακή Διεύθυνση Ιθαγένειας ή στην Κεντρική Διεύθυνση Ιθαγένειας ο οποίος θα συμμετέχει μέσω τηλεδιάσκεψης και θα γνωστοποιείται στους υπόλοιπους την τελευταία στιγμή.
Στον Οδηγό γίνονται συστάσεις προς τους υπαλλήλους αυτούς να λαμβάνουν υπόψη ότι η εξακρίβωση της συνδρομής των ουσιαστικών προϋποθέσεων πολιτογράφησης πρέπει να εξετάζεται βάσει πραγματικών γεγονότων και ότι δεν πρέπει να επηρεάζονται από συμπεριφορές, σκέψεις ή προκαταλήψεις τους, που ενδέχεται να πλήξουν την αντικειμενικότητά τους.
Επισημαίνει επίσης ρητά ότι δεν επιτρέπεται να απευθύνουν ερωτήσεις σχετικά με τις πολιτικές-φιλοσοφικές πεποιθήσεις ή προτιμήσεις του αιτούντος και αποφεύγουν ερωτήσεις που αποκαλύπτουν τα πολιτικά φρονήματά του.
Ο διοικητής της ΕΑΔ, ‘Αγγελος Μπίνης σημειώνει στο Πρακτορείο ότι «οι τεχνικές συνεντεύξεων λύνουν μια χρόνια παθογένεια. Περιορίζουν τα περιθώρια διακριτικής ευχέρειας και υποκειμενισμού στο πως οι διενεργούντες τις συνεντεύξεις αντιμετωπίζουν τους αιτούντες την ιθαγένεια.
Επομένως εξασφαλίζεται αξιοκρατία, διαφάνεια και θωράκιση της διαδικασίας τόσο για τον συνεντευξιαζόμενο – αιτούντα όσο και για τον υπάλληλο, ο οποίος έχει ένα ισχυρό εργαλείο για να αποκρούσει άνωθεν πιέσεις αλλά και οποιαδήποτε ένδειξη ή φήμη ότι δεν κάνει καλά τη δουλειά του».
Σκοπός των τεχνικών συνέντευξης που παρουσιάζονται συνοπτικά στον Οδηγό είναι να δώσουν τη δυνατότητα στους υπαλλήλους να συλλέξουν ακριβείς και αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με την ομαλή ένταξη του αλλοδαπού στη ζωή της χώρας. Οι πληροφορίες «θα πρέπει να εξεταστούν, ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εκάστοτε υποψήφιου, προκειμένου να γίνει σωστή αξιολόγηση», επισημαίνεται στον Οδηγό.
Η απόφαση για έγκριση ή απόρριψη της αίτησης πολιτογράφησης θα πρέπει να αιτιολογείται με βάση συγκεκριμένα κριτήρια αξιολόγησης, άρα δεν χωρούν υποκειμενικές απόψεις.
Στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της αδιαφάνειας και της διαμόρφωσης ακεραιότητας στην εργασία, παράλληλα με τον Οδηγό, εκπονήθηκε επίσης από την ΕΑΔ και Κώδικας Ηθικής και Δεοντολογίας για λογαριασμό της γενικής γραμματείας Ιθαγένειας.
Η εν λόγω έκδοση περιέχει κανόνες ορθής διοικητικής πρακτικής και επισημαίνει τις υποχρεώσεις των προϊσταμένων και των υπαλλήλων έναντι της υπηρεσίας, των συναδέλφων τους και των αιτούντων ιθαγένεια.
«Ο Κώδικας δίνει έναν μπούσουλα στον υπάλληλο για το ποια είναι τα όριά του, η λογοδοσία του και η ευθύνη του. Πλέον, ξέρει ότι υπάρχουν δικλείδες ασφαλείας και μηχανισμοί ελέγχου και δεν μπορεί να είναι ασύδοτος», τονίζει σχετικά ο κ. Μπίνης.