Η προσθήκη των ψυχολόγων στα επαγγέλματα που έχουν καθήκον εχεμύθειας , κρίθηκε επιτακτική με βάση τα σημερινά δεδομένα καθώς και για αυτούς ισχύει το απόρρητο, λόγω της ανάπτυξης σχέσης εμπιστοσύνης με τους πελάτες τους-διαδίκους, οι οποίοι τους εμπιστεύονται ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα.
Τους ψυχολόγους εντάσσει στα επαγγέλματα με τους μάρτυρες που εξαιρούνται της εξέτασης στις δίκες, λόγω του επαγγελματικού απορρήτου η νέα πρόβλεψη στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που ψηφίστηκε προ ημερών στη Βουλή. Η απόφαση αυτή, όπως προστέθηκε στο άρθρο 400 του νέου ΚΠΔ, θεωρήθηκε επιβεβλημένη «λόγω της ανάπτυξης σχέσης εμπιστοσύνης με τους πελάτες τους-διαδίκους, οι οποίοι τους εμπιστεύονται ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα», όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση.
Συγκεκριμένα στο 400 του ΚΠολΔ περί «Εξαίρεσης μαρτύρων» :
«Η περ. 1 του άρθρου 400 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τροποποιείται µε την προσθήκη των ψυχολόγων στους μάρτυρες που εξαιρούνται της εξέτασης και το άρθρο 400 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 400
Δεν εξετάζονται, όταν κληθούν ως μάρτυρες:
1) οι κληρικοί, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, γιατροί, φαρμακοποιοί, νοσοκόμοι, µαίες, ψυχολόγοι, οι βοηθοί τους, καθώς και οι σύμβουλοι των διαδίκων, για τα πραγματικά γεγονότα που τους εμπιστεύτηκαν ή που διαπίστωσαν κατά την άσκηση του επαγγέλματός τους για τα οποία έχουν καθήκον εχεμύθειας, εκτός αν το επιτρέψει εκείνος που τους τα εμπιστεύθηκε και εκείνος τον οποίο αφορά το απόρρητο,
2) δημόσιοι υπάλληλοι και στρατιωτικοί εν ενεργεία ή όχι, για πραγματικά γεγονότα για τα οποία υπάρχει καθήκον εχεμύθειας, εκτός αν ο αρμόδιος υπουργός επιτρέψει να εξεταστούν.»
Αιτιολογική
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση : «..Σκοπός του άρθρου 400, που αναφέρεται στους εξαιρετέους μάρτυρες, είναι η προστασία της σχέσης εμπιστοσύνης, που ενυπάρχει αναγκαία μεταξύ ορισμένων λειτουργών ή επαγγελματιών και των προσώπων που ζητούν τη βοήθειά τους και τις ειδικές τους υπηρεσίες. Ενόψει αυτού, προστίθεται το επάγγελμα των ψυχολόγων, για τους οποίους ισχύει το απόρρητο, λόγω της ανάπτυξης σχέσης εμπιστοσύνης με τους πελάτες τους-διαδίκους, οι οποίοι τους εμπιστεύονται ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα».