Ενδεχόμενη διατήρηση των πληθωριστικών πιέσεων στην Ελλάδα θα μειώσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και θα ασκήσει πιέσεις για αντισταθμιστικές δημοσιονομικές παρεμβάσεις
Εναν νέο κίνδυνο για την ελληνική οικονομία δημιουργεί η συνεχόμενη άνοδος του πληθωρισμού και το κύμα ανατιμήσεων σε βασικά προϊόντα και υπηρεσίες, με τις πληθωριστικές πιέσεις να υπονομεύουν την ανάκαμψη.
Συνεχίζονται και τον Οκτώβριο οι ανατιμήσεις
Mέσα σε έναν χρόνο ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή στην Ελλάδα διαμορφώθηκε από το -2,3% στο +2,2% τον περασμένο Σεπτέμβριο, ενώ όλες οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι η πορεία του δεν θα σταματήσει εδώ, καθώς και τον Οκτώβριο καταγράφονται ευρύτατες ανατιμήσεις σε σειρά αγαθών.
Παρά το γεγονός ότι στο οικονομικό επιτελείο εξακολουθούν να τονίζουν ότι η άνοδος του πληθωρισμού αποτελεί ένα προσωρινό φαινόμενο, αποτέλεσμα της απότομης αύξησης της ζήτησης που ακολούθησε την υγειονομική κρίση, δεν κρύβουν την ανησυχία τους για το ενδεχόμενο διατήρησης των πληθωριστικών πιέσεων σε υψηλά επίπεδο τους επόμενους μήνες, αφού το κύμα ακρίβειας θα «ψαλιδίσει» τα εισοδήματα των νοικοκυριών και θα εκτινάξει το κόστος για τις επιχειρήσεις. Δεν είναι λίγοι οι παράγοντες της αγοράς που εκτιμούν ότι σε επιμέρους αγαθά οι αυξήσεις τιμών ήρθαν για να μείνουν.
Φόβοι για πληθωριστικό σπιράλ
Η απειλή οι πληθωριστικές πιέσεις να διαρκέσουν αρκετά ώστε να ενσωματωθούν στις πληθωριστικές προσδοκίες είναι υπαρκτή και μπορεί να οδηγήσουν σε ένα πληθωριστικό σπιράλ.
Το «καμπανάκι» χτύπησε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής που προειδοποίησε ότι η ενδεχόμενη διατήρηση των πληθωριστικών πιέσεων στην Ελλάδα θα μειώσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και θα ασκήσει πιέσεις για αντισταθμιστικές δημοσιονομικές παρεμβάσεις. Παράλληλα, σε επίπεδο Ευρωζώνης, ο παρατεταμένος πληθωρισμός μπορεί να οδηγήσει σε ταχύτερη απόσυρση των υφιστάμενων μέτρων επεκτατικής νομισματικής πολιτικής και άρα σε άνοδο του κόστους δανεισμού που θα επηρεάσει αρνητικά τον ρυθμό μεγέθυνσης.
Για τη χώρα μας το πρόβλημα θα είναι ακόμα πιο έντονο, αφού ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων θα αυξήσει το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, το οποίο διογκώθηκε λόγω των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης. Από αυτήν την άποψη, εκτιμάται ότι οι χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος θα πρέπει να αξιοποιήσουν στο έπακρο το τρέχον περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, με εκδόσεις χρέους μακράς διάρκειας.
Νέοι περιορισμοί στη δημοσιονομική πολιτική
Παράλληλα, θα υπάρξουν νέοι περιορισμοί στην άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα κατά την ανακοίνωση των μέτρων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής ακρίβειας ότι τα μέτρα στερούν πόρους από την υλοποίηση άλλων πολιτικών, τα οποία όμως είναι αναγκαία για να προστατεύσουμε τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς και τροποποιούν -προσωρινά- προτεραιότητες άσκησης οικονομικής πολιτικής και απορροφούν δημοσιονομικό χώρο, τα οποία όμως είναι απαραίτητα για να διατηρήσουμε την κοινωνική συνοχή.
Ο υπουργός Οικονομικών υπονοούσε τις φοροελαφρύνσεις που σχεδίαζε η κυβέρνηση με τον προϋπολογισμό του 2022, όπως η επέκταση του παγώματος της εισφοράς αλληλεγγύης σε δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους ή το πάγωμα τέλους επιτηδεύματος και η νέα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.
Παράγοντες του οικονομικού επιτελείου επισημαίνουν ότι καθοριστικής σημασίας είναι οι συγκυριακές ανατιμήσεις να μην οδηγήσουν σε αυξημένες πληθωριστικές προσδοκίες, που θα πυροδοτήσουν ένα πληθωριστικό σπιράλ τιμών και μισθών. Κάτι τέτοιο αναπόφευκτα θα κατέληγε σε ταχύτερη προσαρμογή της νομισματικής πολιτικής, η οποία πιθανώς θα επιβράδυνε την ανάκαμψη και θα δημιουργούσε παρενέργειες σε πολλά πεδία.