Με χαμηλότερες συντάξεις επιλέγουν να συνταξιοδοτηθούν χιλιάδες ασφαλισμένοι παρότι έχουν δικαίωμα – χωρίς να θιγούν – να παραμείνουν στην εργασία τους και να έχουν μελλοντικά μεγαλύτερες συντάξεις.
Το κύμα εξόδου έχει ενταθεί το τελευταίο διάστημα, ενόψει των αλλαγών που αναμένεται να τεθούν σε εφαρμογή από τη νέα χρονιά στο συνταξιοδοτικό.
Το υπουργείο Εργασίας, πάντως, έχει σπεύσει να διευκρινίσει πως όσοι ασφαλισμένοι έχουν θεμελιώσει ή κατοχυρώσει δικαίωμα συνταξιοδότησης μέχρι τις 31/12/2021 δεν συντρέχει κανένας λόγος να σπεύδουν να συνταξιοδοτηθούν στο τέλος του έτους, καθώς αυτό μπορούν να το πράξουν οποτεδήποτε εκείνοι κρίνουν. Έτσι δεν θα στερηθούν και την αυξημένη ανταπόδοση που θα λάβουν για κάθε χρόνο που θα μένουν επιπλέον στην εργασία τους.
Εξάλλου, χιλιάδες ασφαλισμένοι μπορούν να αποχωρήσουν πρόωρα και μετά το 2022 που εκπνέει το μεταβατικό διάστημα. Πρόκειται κυρίως για μητέρες ανηλίκων στον ιδιωτικό τομέα, γονείς στο Δημόσιο, ασφαλισμένους με 35ετίες στο Δημόσιο και ΔΕΚΟ – Τράπεζες κ.α. που «πιάνουν» τα μεταβατικά όρια ηλικίας σύμφωνα με τους πίνακες του νόμου 4336 του 2015, ώστε να φύγουν πριν από τα 62 ή τα 67 έτη.
Ο νόμος 4336/2015 (ο οποίος είναι σε ισχύ και αφορά τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης) χωρίζει τους ασφαλισμένους στις 3 παρακάτω κατηγορίες:
Η πρώτη κατηγορία είναι όσοι είχαν θεμελιωμένο δικαίωμα συνταξιοδότησης έως 18/8/2015, ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4336/2015. Θεμελιωμένο δικαίωμα είχαν όσοι έως 18/8/2015 είχαν συμπληρώσει και τα απαιτούμενα χρόνια ή ημέρες ασφάλισης και το κατά περίπτωση όριο ηλικίας. Οι ασφαλισμένοι αυτοί διατήρησαν το δικαίωμά τους, δεν εντάχθηκαν στις λεγόμενες «μεταβατικές» διατάξεις και μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμά τους χωρίς κανέναν χρονικό περιορισμό και χωρίς τον φόβο ότι μια μελλοντική αλλαγή νομοθεσίας μπορεί να ανατρέψει τα «ώριμα δικαιώματά» τους.
Η δεύτερη κατηγορία είναι οι ασφαλισμένοι που κατοχυρώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης έως 31/12/2021. Αυτοί οι ασφαλισμένοι μπορούν επίσης να ασκήσουν το δικαίωμά τους και μετά την 1η/1/2022 και δεν χάνουν το δικαίωμα ακόμα και αν συμπληρώνουν το νέο όριο ηλικίας μετά την 1η/1/2022. Για να θεωρηθεί κατοχυρωμένο δικαίωμα θα πρέπει ο ασφαλισμένος να έχει συμπληρώσει τα απαιτούμενα χρόνια ή ένσημα και το παλαιό, ισχύον πριν από τον ν. 4336/2015, όριο ηλικίας έως 31/12/2021 και όχι το νέο προβλεπόμενο όριο ηλικίας. Από την ανωτέρω κατηγορία, όσοι έχουν συμπληρώσει και το νέο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, έχουν όχι μόνο κατοχυρωμένο, αλλά και θεμελιωμένο δικαίωμα και, κατά συνέπεια, δεν κινδυνεύουν ούτε από κάποια μελλοντική αλλαγή νόμου. Οσοι έχουν συμπληρώσει τα απαιτούμενα χρόνια και το παλαιό όριο έχουν μεν κατοχυρώσει δικαίωμα και, βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, μπορούν να συνταξιοδοτηθούν, όταν συμπληρώσουν το νέο όριο ηλικίας (προφανώς ακόμα και αν συμπληρώνουν αυτό μετά την 1η/1/2022), δεν έχουν όμως θεμελιωμένο «ώριμο δικαίωμα» και συνεπώς αν ψηφιστεί νέος νόμος πριν συμπληρώσουν το νέο όριο, κινδυνεύουν να απολέσουν το δικαίωμα.
Η τρίτη κατηγορία είναι όσοι δεν υπάγονται σε μεταβατικές διατάξεις, όσοι δηλαδή είτε δεν είχαν συμπληρώσει έως το 2012 τις απαιτούμενες ημέρες ασφάλισης είτε αν και έχουν συμπληρώσει τα απαιτούμενα έτη έως το 2021 δεν προλαβαίνουν να συμπληρώσουν έως τότε το παλιό ηλικιακό όριο (π.χ. άνδρας στο ΙΚΑ που δεν συμπληρώνει τις 10.500 ημέρες έως το 2012, γυναίκα μητέρα ανηλίκου που δεν συμπλήρωσε 5.500 ημέρες έως το 2012 και άνδρας δημόσιος υπάλληλος που έχει 35 έτη ασφάλισης, αλλά δεν συμπληρώνει τα 58 έτη έως το 2021 ή άνδρας/γυναίκα στο Δημόσιο που δεν συμπληρώνει τα 56 ή 58 για μειωμένη σύνταξη μέχρι 31/12/2021). Αυτή η κατηγορία ασφαλισμένων θα συνταξιοδοτηθεί στα 62 έτη, αν τότε έχει συμπληρώσει 40 έτη ασφάλισης, άλλως, αν έχει λιγότερο χρόνο ασφάλισης, θα συνταξιοδοτηθεί με πλήρη σύνταξη στα 67 έτη και μειωμένη στα 62 έτη, ανάλογα με τις προβλεπόμενες διατάξεις.