«Ξόδεψε τώρα, ανησυχείς αργότερα» είναι το μήνυμα που πήρε η HSBC εξετάζοντας τα προσχέδια προϋπολογισμών
«Ξόδεψε τώρα, ανησυχείς αργότερα» είναι το μήνυμα που πήρε η HSBC εξετάζοντας όλα τα προσχέδια προϋπολογισμών που υπέβαλαν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στις Βρυξέλλες για το 2022.
Όπως σημειώνει η ομάδα οικονομολόγων του επενδυτικού οίκου υπό τον Fabio Balboni, οι ισχυρές επιδόσεις των ευρωπαϊκών οικονομιών για το 2021 οδηγούν τις κυβερνήσεις να υιοθετήσουν χαμηλότερους στόχους για τα δημοσιονομικά ελλείμματα, σε σχέση με την άνοιξη. Και επίσης, βελτιώνουν το σημείο εκκίνησης για το 2022.
Όμως, αντί να βάλουν στην άκρη τα απροσδόκητα έσοδα, ώστε να μειώσουν τα ελλείμματα και τα χρέη γρηγορότερα, οι κυβερνήσεις τα ξοδεύουν όσο μπορούν, ελπίζοντας να ενισχύσουν την οικονομική ανάκαμψη.
Έτσι, η HSBC υπολογίζει ότι το έλλειμμα των χωρών της Ευρωζώνης θα πέσει στο 3,8% του ΑΕΠ το 2022 από 7,2% φέτος, με βάση τα προσχέδια των προϋπολογισμών.
Αφαιρώντας την επίδραση από την απόσυρση των έκτακτων μέτρων που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, οι προϋπολογισμοί «δείχνουν» ότι του χρόνου θα εφαρμοστεί στην Ευρωζώνη, συνολικά, μία ήπια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική.
Κοιτάζοντας τη μεταβολή του δομικού πρωτογενούς ισοζυγίου, η HSBC διαπιστώνει ότι έπειτα από την μεγάλη επέκταση του 2021 (περίπου 3% του ΑΕΠ), η δημοσιονομική πολιτική της Ευρωζώνης θα εμφανίσει σημαντική σύσφιγξη το 2022, που φτάνει σχεδόν στο 2% του ΑΕΠ. Με βάση αυτόν τον δείκτη, η Ελλάδα ξεχωρίζει με δημοσιονομική σύσφιγξη σχεδόν 5% του ΑΕΠ. Όμως, η HSBC τονίζει πως εν μέσω της πανδημίας, αυτός ο δείκτης δεν πρέπει να θεωρείται ενδεικτικός της πραγματικής δημοσιονομικής κατάστασης.
«Με τα περιοριστικά μέτρα να αίρονται, τα μέτρα στήριξης που εφαρμόστηκαν για την πανδημία δεν είναι πλέον αναγκαία και αποσύρονται. Αλλά αυτό δεν συνιστά δημοσιονομική σύσφιγξη και δεν περιμένουμε κάποια σημαντική αρνητική επίδραση στην ανάπτυξη», εξηγούν οι αναλυτές της HSBC.
Άλλωστε, οι οικονομίες αναμένεται να λάβουν περαιτέρω ώθηση από τις δαπάνες που θα γίνουν από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, οι οποίες δεν αποτυπώνονται στα ελλείμματα. Σύμφωνα με την HSBC, οι συνολικές δαπάνες θα ανέρχονται περίπου στο 0,5% του ΑΕΠ και θα είναι λίγο χαμηλότερες από ό,τι περίμενε (0,8% του ΑΕΠ). Η χώρα με τις μεγαλύτερες δαπάνες θα είναι η Ισπανία (σχεδόν 2% του ΑΕΠ για το 2022) και ακολουθούν η Ελλάδα και η Πορτογαλία.
Αλλά καθώς τα δύο τρίτα των δαπανών από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης προορίζονται για τη στήριξη των επενδύσεων, αναμένεται μία περαιτέρω ώθηση στην ανάκαμψη και τη συσσώρευση κεφαλαίων, αποτρέποντας την απότομη πτώση των δημοσίων δαπανών που σημειώθηκε στα χρόνια της λιτότητας, έπειτα από την Παγκόσμια Χρηματοοικονομική Κρίση, τονίζει η HSBC.
Η επιστροφή στη λιτότητα
Πότε θα επιστρέψει, λοιπόν, η λιτότητα; Εάν οι δημοσιονομικοί κανόνες της Ε.Ε. ισχύσουν και πάλι από την επόμενη άνοιξη (ώστε να εφαρμοστούν στους προϋπολογισμούς του 2023), αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει πιέσεις για δημοσιονομική προσαρμογή, σημειώνει ο οίκος. Όμως, οι οικονομολόγοι του αμφιβάλλουν ότι η επιστροφή των δημοσιονομικών κανόνων θα αποτελέσει προτεραιότητα για τη γαλλική προεδρία της Ε.Ε. Σε κάθε περίπτωση, ο οίκος περιμένει αντιδράσεις από τις χώρες του Νότου.
«Βλέπουμε περιορισμένο τον κίνδυνο μιας πιθανής επιστροφής στη λιτότητα το 2023, ειδικά με τις προγραμματισμένες εκλογές στην Ιταλία και την Ισπανία», σημειώνουν οι αναλυτές της HSBC. Παρόλα αυτά, προειδοποιούν ότι κάποιες πιέσεις για δημοσιονομική προσαρμογή θα σημειωθούν και πάλι σε κάποιο σημείο, καθώς θα προέλθουν και από τις ίδιες τις αγορές.
«Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται πιθανό ότι σε κάποιο σημείο, οι πιέσεις για δημοσιονομική προσαρμογή από τις χώρες του Βορρά προς εκείνες του Νότου θα επιστρέψουν», σημειώνει η ανάλυση. Ακόμα και εάν οι δημοσιονομικοί κανόνες της Ε.Ε. αλλάξουν, ο οίκος δεν περιμένει μεγάλες μεταβολές (αφού το όριο του 3% για το έλλειμμα και του 60% για το χρέος είναι γραμμένα στην Ευρωπαϊκή Συνθήκη και άρα δεν μπορούν να αλλάξουν εύκολα).
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της HSBC, οι χώρες του Βορρά έχουν δομικό έλλειμμα μικρότερο του 3% για το 2022, ενώ στις χώρες του Νότου πλησιάζει στο 5%. Και ακόμα πιο σημαντικό για τη δυναμική του χρέους είναι ότι το πρωτογενές έλλειμμα παραμένει στην περιοχή του 2,5% του ΑΕΠ, από περίπου ισοσκελισμένο που ήταν πριν από την κρίση. «Επομένως, παρότι το κόστος δανεισμού έχει μειωθεί, αυτό ίσως να δυσκολέψει τις χώρες να σταθεροποιήσουν τους δείκτες χρέος/ΑΕΠ τους και να τις αφήσει ανησυχητικά εκτεθειμένες σε μελλοντικά δημοσιονομικά σοκ», τονίζει η HSBC.
«Επομένως, ακόμα και εάν δεν έρθουν από τις Βρυξέλλες, κάποιες πιέσεις για δημοσιονομική προσαρμογή θα μπορούσαν στο μέλλον να έρθουν από τις αγορές, ειδικά εάν η ΕΚΤ άρχιζε να δίνει σημάδια για πιθανή έξοδο από την ποσοτική χαλάρωση», καταλήγει ο οίκος.