ΑΡΙΘΜΟΣ 132/2021
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Πρόσληψη με διαγωνισμό. Υπερημερία εργοδότη. Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου. Παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου. Έλλειψη νόμιμης βάσης.
– Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 185, 189, 192, 201, 361 και 648 ΑΚ συνάγεται, ότι σε περίπτωση κατάρτισης σύμβασης εργασίας με διαγωνισμό, η προκήρυξη του διαγωνισμού συνιστά πρόταση του εργοδότη προς αόριστο αριθμό προσώπων για κατάρτιση σύμβασης, ενώ η υποβολή υποψηφιότητας και η συμμετοχή σ` αυτόν επέχει θέση αποδοχής της εργοδοτικής πρότασης, από την περιέλευση δε της δήλωσης του υποψηφίου στον εργοδότη για την αποδοχή της πρότασής του, θεωρείται, ότι καταρτίσθηκε η σύμβαση εργασίας, η οποία τελεί υπό την αναβλητική αίρεση της επιτυχίας του ενδιαφερομένου στον διαγωνισμό. Με την έκδοση και ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού, εφόσον ο ενδιαφερόμενος πέτυχε σ` αυτόν, πληρώνεται η αίρεση και επέρχονται τα αποτελέσματα της σύμβασης, ο δε επιτυχών θεωρείται αυτοδικαίως και οριστικά μισθωτός του εργοδότη, που προκήρυξε τον διαγωνισμό. (ΑΠ 654/2000). Η πλήρωση της παραπάνω αίρεσης ελέγχεται βάσει του άρθρου 207 παρ. 1 ΑΚ, κατά το οποίο η αίρεση θεωρείται ότι πληρώθηκε, αν την πλήρωσή της εμπόδισε αντίθετα προς την καλή πίστη εκείνος που θα ζημιωνόταν από την πλήρωσή της (ΑΠ282/2017, ΑΠ878/2014, ΑΠ829/2006, ΑΠ 654/2000).
Μετά την τελείωση της σύμβασης κατά τ` ανωτέρω, ο εργοδότης, μη αποδεχόμενος τις υπηρεσίες του μισθωτού, καθίσταται υπερήμερος με τις συνέπειες που ορίζουν σε βάρος του οι διατάξεις των άρθρων 349, 350 και 656 του ΑΚ (ΑΠ192/2000, ΑΠ 1661/1995, ΑΠ 821/1987). Εάν όμως από την προκήρυξη προκύπτει ότι ο εργοδότης απευθύνει απλή πρόκληση προς ενδιαφερομένους να υποβάλουν αίτηση και τα δικαιολογητικά έγγραφα των προσόντων τους και συγχρόνως ασκώντας φυσική ευχέρεια επιφυλάχθηκε να επιλέξει τους κατά την κρίση του καταλληλότερους, η συμμετοχή των υποψηφίων στην παραπάνω διαδικασία και στην τυχόν προβλεπόμενη προφορική συνέντευξη δεν επιφέρει κατάρτιση της εργασιακής σύμβασης υπό αναβλητική αίρεση, η δε επιλογή του εργοδότη δεν ελέγχεται βάσει του άρθρου 207 παρ. 1 ΑΚ (ΑΠ1163/2019, ΑΠ829/2006).
– Kατά το άρθρο 361 ΑΚ για τη σύσταση ή αλλοίωση ενοχής με δικαιοπραξία απαιτείται σύμβαση, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά. Η από την ανωτέρω διάταξη απορρέουσα αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων, η οποία στηρίζεται στη φυσική ευχέρεια κάθε προσώπου που έχει ικανότητα δικαίου και δικαιοπραξίας, να καταρτίζει με τρίτους συμβάσεις ή να αποκρούει την κατάρτιση αυτών, ως έκφανση κατά το άρθρο 5§1 του Συντάγματος ατομικού δικαιώματος για ανάπτυξη της προσωπικότητας και ελεύθερης επαγγελματικής και οικονομικής δράσης ,ως εκ της φύσεως της, δεν υπόκειται στους περιορισμούς του άρθρου 281ΑΚ,το οποίο προϋποθέτει άσκηση συγκεκριμένου δικαιώματος παρεχομένου στο δικαιούχο από θετική διάταξη του δικαίου και αποσκοπεί στην προστασία του ιδιωτικού συμφέροντος (ΟλΑΠ 33/1987).
Με βάση την ανωτέρω αρχή που ισχύει και στο χώρο των εργασιακών σχέσεων, ο εργοδότης δεν υποχρεούται να αιτιολογήσει την επιλογή πρόσληψης η μη πρόσληψης συγκεκριμένου υποψηφίου και η επιλογή κατά τούτο δεν ελέγχεται για υπέρβαση των ορίων του άρθρου 281ΑΚ και επομένως ο μισθωτός, του οποίου έληξε η σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου με τον εργοδότη του, δεν έχει δικαίωμα επικαλούμενος καταχρηστική ‘άσκηση της φυσικής ευχέρειας του τελευταίου να αρνηθεί την κατάρτιση νέας συμβάσεως, να αξιώσει ως αποζημίωση τους μισθούς που απώλεσε λόγω της μη ανανέωσης της σύμβασής του (ΟλΑΠ 33/1987).
– Aπό το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648, 649, 669 ΑΚ συνάγεται ότι σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου υπάρχει, όταν συνομολογείται η διάρκεια αυτής μέχρις ορισμένου χρονικού σημείου ή μέχρι την επέλευση ορισμένου μέλλοντος και βέβαιου γεγονότος ή την εκτέλεση ορισμένου έργου, μετά την περάτωση του οποίου ή την επέλευση του βέβαιου γεγονότος ή του χρονικού σημείου, παύει να ισχύει αυτοδικαίως, Επομένως, η διάρκεια της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι σαφώς καθορισμένη, είτε γιατί συμφωνήθηκε, ρητά ή σιωπηρά, είτε γιατί προκύπτει από το είδος και τον σκοπό της σύμβασης εργασίας. Χαρακτηριστικό της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι ότι τα μέρη γνωρίζουν επακριβώς το χρονικό σημείο της λήξης της. Η σύμβαση αυτή, όπως ήδη αναφέρθηκε, παύει αυτοδικαίως, σύμφωνα με το άρθρο 669 παρ. 1 ΑΚ, όταν λήξει ο χρόνος για τον οποίο συνομολογήθηκε, χωρίς να χρειάζεται καταγγελία της συμβάσεως και καταβολή αποζημίωσης.