1.………………………
2. Επειδή, κατά την έννοια του άρθρου 94 παρ. 1 του Συντάγματος, η εκδίκαση των διαφορών, που ανακύπτουν από σύμβαση και ανάγονται στο κύρος, την ερμηνεία και την εκτέλεση αυτής ή σε οποιαδήποτε παρεπόμενη της σύμβασης αξίωση, υπάγεται στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, αν η σύμβαση είναι διοικητική. Άλλως, αν, δηλαδή, πρόκειται περί σύμβασης ιδιωτικού δικαίου, δικαιοδοσία για την επίλυση της διαφοράς έχουν τα πολιτικά δικαστήρια. Θεωρείται δε η σύμβαση διοικητική εάν πληρούνται, σωρευτικώς, οι εξής προϋποθέσεις: α) ένα από τα συμβαλλόμενα μέρη είναι το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, β) με τη σύναψη της σύμβασης επιδιώκεται η εξυπηρέτηση σκοπού, τον οποίο ο νόμος έχει αναγάγει σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος, και γ) ο συμβατικός δεσμός διέπεται από εξαιρετικές ρήτρες, οι οποίες προσδίδουν υπερέχουσα θέση στο συμβαλλόμενο Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου – δηλαδή θέση η οποία δεν προσιδιάζει στο δυνάμει των διατάξεων του ιδιωτικού δικαίου συναπτόμενο συμβατικό δεσμό – και οι οποίες προκύπτουν είτε από το νομοθετικό καθεστώς, το οποίο διέπει τη σύμβαση, είτε από τους όρους της οικείας διακήρυξης είτε από το ίδιο το περιεχόμενο της σύμβασης (βλ. ΑΕΔ 7/2019, 17/2017, 1/2016, 11/2013, ΣτΕ 1601, 804/2018 ΣτΕ 3507/2015 κ.ά). Εξάλλου, στην παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου 94 του Συντάγματος, όπως ισχύει, μετά την αναθεώρηση του 2001, προβλέπεται ότι: «3. Σε ειδικές περιπτώσεις και προκειμένου να επιτυγχάνεται η ενιαία εφαρμογή της αυτής νομοθεσίας μπορεί να ανατεθεί με νόμο η εκδίκαση κατηγοριών ιδιωτικών διαφορών στα διοικητικά δικαστήρια ή κατηγοριών διοικητικών διαφορών ουσίας στα πολιτικά δικαστήρια.».
3. Επειδή, περαιτέρω, με το άρθρο 43 παρ. 24 στ. α΄ του ν. 4605/2019 (ΦΕΚ Α 52/1.4.2019) προστέθηκε στο ν. 4412/2016 (Δημόσιες Συμβάσεις Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών – προσαρμογή στις Οδηγίες 2014/24/ ΕΕ και 2014/25/ΕΕ – ΦΕΚ Α΄ 147), μετά το άρθρο 205 αυτού, νέο άρθρο 205Α, με το οποίο προβλέφθηκε ότι «1. Κάθε διαφορά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών που προκύπτει από τη σύμβαση προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών, ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα της σύμβασης ως διοικητικής ή ως ιδιωτικού δικαίου, επιλύεται με την άσκηση προσφυγής ή αγωγής στο Διοικητικό Εφετείο της Περιφέρειας, στην οποία εκτελείται η σύμβαση. ….». Όπως αναφέρεται δε, στο οικείο μέρος της αιτιολογικής έκθεσης του πιο πάνω νόμου: «Με την παράγραφο 24 προστίθεται άρθρο µε το οποίο προσδιορίζεται το πλαίσιο της δικαστικής επίλυσης διαφορών σε συµβάσεις προµηθειών και παροχής υπηρεσιών που εφαρµόζεται ο ν. 4412/2016 µε τη µεταφορά των υποθέσεων αυτών από τα πολιτικά δικαστήρια στα διοικητικά εφετεία. Ειδικότερα µε το ν. 4412/2016 (Α΄ 147) έγινε προσαρµογή της ελληνικής νοµοθεσίας για τις δηµόσιες συµβάσεις έργων, προµηθειών και υπηρεσιών στις Οδηγίες 2014/24/ΕΕ και 2014/25/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου και καθιερώθηκε ενιαία διαδικασία ανεξαρτήτως του εάν η αναθέτουσα αρχή ή ο αναθέτων φορέας είναι το Δηµόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. ή αν έχει τη νοµική µορφή Ν.Π.Ι.Δ., δηλαδή ανεξαρτήτως του εάν η σύµβαση κατά τη νοµολογία του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου είναι διοικητική ή ιδιωτικού δικαίου. Με τον ίδιο νόµο συστάθηκε η Αρχή Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών, που έχει ως έργο την διοικητική επίλυση των διαφορών που ανακύπτουν κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης των δηµοσίων συµβάσεων του νόµου αυτού, οι αποφάσεις της οποίας προσβάλλονται ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου της έδρας της αναθέτουσας αρχής ή ενώπιον του Συµβουλίου της Επικρατείας, κατά τις διακρίσεις του άρθρου 372 του νόµου. Για όλους τους ανωτέρω λόγους, σύµφωνα µε το άρθρο 94 παρ. 3 του Συντάγµατος, προκειµένου να επιτευχθεί η ενιαία εφαρµογή της ως άνω νοµοθεσίας στις συµβάσεις προµηθειών και παροχής υπηρεσιών και κατά την εκτέλεση αυτών, οι υποθέσεις αυτές ανατίθενται στα διοικητικά εφετεία. … ». Ακολούθως, με το άρθρο 60 του ν. 4689/2020 (ΦΕΚ Α 103/27.5.2020), τροποποιήθηκε το άρθρο 6 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999 Α 97) και στην περ. α της παρ. 2 η λέξη «διοικητικές» (συμβάσεις) αντικαταστάθηκε από τη λέξη «δημόσιες», για λόγους συνέπειας και προς αποφυγή τυχόν ερμηνευτικών προβλημάτων, λόγω των σχετικών τροποποιήσεων του ν. 4412/2016 (επέκτασης της δικαιοδοσίας των διοικητικών εφετείων σε δημόσιες συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου – βλ.σχ. αιτιολογική έκθεση).
4…….
5. Επειδή, εν προκειμένω, κατόπιν του ….. διεθνούς διαγωνισμού, τον οποίο προκήρυξε η καθ’ ης η προσφυγή «…..», με το ……/2009 συμφωνητικό προμήθειας, η ίδια ανέθεσε στην προσφεύγουσα ……. την εκτέλεση της σύμβασης με θέμα «……», όπως αυτή περιγράφηκε στην ως άνω διακήρυξη, στη συγγραφή υποχρεώσεων και στα λοιπά συμβατικά τεύχη. Ειδικότερα, στο άρθρο 23 της διακήρυξης του διαγωνισμού ορίζετο ότι: «Η Σύμβαση που θα υπογραφεί, από τη στιγμή της ανάθεσης στον Ανάδοχο μέχρι την περάτωσή της, θα διέπεται από τους όρους των τευχών και την Ελληνική νομοθεσία και δη από τον Ελληνικό Αστικό Κώδικα. Αρμόδια είναι αποκλειστικά τα δικαστήρια της Αθήνας. Πριν την υπογραφή της Σύμβασης της Προμήθειας οι σχέσεις με την …… ρυθμίζονται από την οδηγία 2004/17ΕΚ, το Π.Δ. 59/2007 «Προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις της οδηγίας 2004/17ΕΚ», τον Ελληνικό Αστικό Κώδικα και τα τεύχη του Διαγωνισμού», ενώ στο άρθρο 2 της Συγγραφής Υποχρεώσεων ορίζετο ότι: «Η Σύμβαση, όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 3.5 της παρούσας, από τη στιγμή ανακήρυξης του Αναδόχου μέχρι περάτωσής της διέπεται από τις διατάξεις της Ελληνικής Νομοθεσίας και δη από τον Ελληνικό Αστικό Κώδικα. …» και στο άρθρο 4 επίσης της ίδιας Συγγραφής, που συμπίπτει κατ’ ουσία με το περιεχόμενο του ……. συμφωνητικού προμήθειας, ότι: «Τα συμβατικά τεύχη που αναφέρονται πιο κάτω αλληλοσυμπληρώνονται. Σε περίπτωση ασυμφωνίας μεταξύ τους, η σειρά ισχύος αυτών καθορίζεται ως εξής: α)Συμφωνητικό της Προμήθειας β)Οικονομική προσφορά του Αναδόχου γ)Προκήρυξη και Τεύχος Διευκρινίσεων δ)Συγγραφή Υποχρεώσεων ε) …».
6. Επειδή, η ένδικη διαφορά που απορρέει από την πιο πάνω σύμβαση είναι ιδιωτική, αφού δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της διοικητικής σύμβασης που προεκτέθηκαν στην υπ’ αρ. 2 σκέψη της παρούσας. Ειδικότερα, ανεξαρτήτως του εάν με τη σύναψη της σύμβασης επιδιώκεται η εξυπηρέτηση σκοπού, τον οποίο ο νόμος έχει αναγάγει σε σκοπό δημοσίου συμφέροντος, κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη δεν είναι το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (….) ο δε συμβατικός δεσμός, όπως ρητά ορίζεται στην …… διακήρυξη, στην οποία παραπέμπει η ….. σύμβαση και στη σχετική συγγραφή υποχρεώσεων, διέπεται από τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα και όχι από εξαιρετικές ρήτρες, οι οποίες προσδίδουν υπερέχουσα θέση στον αναθέτοντα φορέα. Ως εκ τούτου αρμόδια για την εκδίκαση της συγκεκριμένης διαφοράς είναι τα πολιτικά και όχι τα διοικητικά δικαστήρια. Εξάλλου, δεν μπορεί εν προκειμένω να εφαρμοσθεί η διάταξη του άρθρου 205Α του ν. 4412/2016, η οποία προστέθηκε με το άρθρο 43 παρ. 24α΄ του ν. 4605/2019, ΦΕΚ Α 52/1.4.2019 (με έναρξη ισχύος από 1.7.2019), με την οποία καθιερώθηκε δικαιοδοσία των διοικητικών εφετείων για την επίλυση όλων των διαφορών που ανακύπτουν από δημόσιες συμβάσεις προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών, ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα της σύμβασης ως διοικητικής ή ως ιδιωτικού δικαίου. Τούτο διότι, η εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης (η οποία πάντως καταλαμβάνει την κρινόμενη υπόθεση, αφού συζητήθηκε μετά την έναρξη ισχύος της – βλ. σχετ. ΣτΕ 2272/2019 σκέψη 7, Ε.Α.ΣτΕ 92/2021 σκ. 4), προϋποθέτει την ύπαρξη συμβάσεων, διεπομένων από το νομικό καθεστώς των δημοσίων συμβάσεων (ν. 4412/2016 κ.λπ.), ενόψει και του ότι στόχος του νομοθέτη εν προκειμένω ήταν η – κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 94 παρ. 3 του Συντάγματος – ενιαία εφαρμογή της αυτής ως άνω νομοθεσίας (των δημοσίων συμβάσεων σύμφωνα με τη σχετική αιτιολογική έκθεση).
7……….