Απόφαση ΔΕΕ: Συμβατότητα τέτοιας εθνικής νομοθεσίας με το δικαιο ΕΕ και δυνατότητα έκδοσης ευρωπαϊκής εντολής έρευνας σε ποινικές υποθέσεις με αντικείμενο τέτοια μέτρα έρευνας
Επιμέλεια: Γεώργιος Π. Κανέλλος
Με απόφασή του, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) έκρινε ότι κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους εκδόσεως ευρωπαϊκής εντολής έρευνας, η οποία δεν προβλέπει κανένα μέσο ένδικης προστασίας κατά της εκδόσεως αυτής που έχει ως αντικείμενο τη διενέργεια έρευνας και κατασχέσεως καθώς και τη διοργάνωση εξετάσεως μάρτυρα με εικονοτηλεδιάσκεψη είναι αντίθετη με το δίκαιο ΕΕ.
Επιπλέον, σύμφωνα με το ΔΕΕ, το δίκαιο ΕΕ είναι αντίθετο στην έκδοση, από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους, ευρωπαϊκής εντολής έρευνας με αντικείμενο τη διενέργεια έρευνας και κατασχέσεως, καθώς και τη διοργάνωση εξετάσεως μάρτυρα με εικονοτηλεδιάσκεψη, όταν η ρύθμιση του κράτους μέλους αυτού δεν προβλέπει κανένα μέσο ένδικης προστασίας κατά της εκδόσεως μιας τέτοιας ευρωπαϊκής εντολής έρευνας.
Ιστορικό της υπόθεσης
Ο Ι. Gavanozov διώκεται στη Βουλγαρία για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση συσταθείσα με σκοπό τη διάπραξη φορολογικών παραβάσεων.
Ειδικότερα, θεωρείται ύποπτος ότι εισήγαγε στη Βουλγαρία, μέσω εικονικών επιχειρήσεων, ζάχαρη προέλευσης άλλων κρατών μελών, την οποία προμηθευόταν, μεταξύ άλλων, από εταιρία εγκατεστημένη στην Τσεχική Δημοκρατία και εκπροσωπούμενη από τον Υ, καθώς και ότι στη συνέχεια πώλησε τη ζάχαρη αυτή στη βουλγαρική αγορά χωρίς να καταβάλει ούτε να εκκαθαρίσει τον φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ), προσκομίζοντας ανακριβή έγγραφα κατά τα οποία η εν λόγω ζάχαρη φερόταν ότι είχε εξαχθεί στη Ρουμανία.
Στο πλαίσιο αυτό, το Spetsializiran nakazatelen sad (ειδικό ποινικό δικαστήριο, Βουλγαρία) αποφάσισε, στις 11 Μαΐου 2017, να εκδώσει ευρωπαϊκή εντολή έρευνας, ζητώντας από τις τσεχικές αρχές να προβούν σε έρευνες και κατασχέσεις τόσο στις εγκαταστάσεις της εν λόγω εταιρίας, με έδρα την Τσεχική Δημοκρατία, όσο και στην κατοικία του Y, καθώς και να εξετάσουν με εικονοτηλεδιάσκεψη τον Y ως μάρτυρα.
Μετά την έκδοση της εντολής, το ως άνω δικαστήριο, κάνοντας λόγο για δυσχέρειες σχετικές με τη συμπλήρωση της ενότητας Ι του εντύπου που περιλαμβάνεται στο παράρτημα A της οδηγίας 2014/41/ΕΕ [οδηγία περί της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας σε ποινικές υποθέσεις], με τίτλο «Ένδικα μέσα», υπέβαλε ερώτημα στο Δικαστήριο επί της ερμηνείας διαφόρων διατάξεων της ως άνω οδηγίας.
Λαμβανομένης υπόψη, ιδίως, της απαντήσεως που έδωσε το ίδιο δικαστήριο σε αίτημα παροχής πληροφοριών το οποίο του απηύθυνε το Δικαστήριο, το τελευταίο έκρινε, στη σκέψη 38 της αποφάσεως της 24ης Οκτωβρίου 2019, Gavanozov, C‑324/17, ότι το άρθρο 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 2014/41/ΕΕ, σε συνδυασμό με την ενότητα Ι του εντύπου που περιλαμβάνεται στο παράρτημα A της οδηγίας αυτής, έχει την έννοια ότι η δικαστική αρχή κράτους μέλους δεν οφείλει, κατά την έκδοση ευρωπαϊκής εντολής έρευνας, να αναφέρει, στην ενότητα αυτή τα ένδικα μέσα που προβλέπονται ενδεχομένως στο κράτος μέλος της αρχής αυτής κατά της έκδοσης τέτοιας εντολής.
Στην απόφασή του περί υποβολής προδικαστικών ερωτημάτων το Spetsializiran nakazatelen sad (ειδικό ποινικό δικαστήριο) επεσήμανε ότι το βουλγαρικό δίκαιο δεν προβλέπει κανένα μέσο ένδικης προστασίας κατά των αποφάσεων που διατάσσουν τη διενέργεια έρευνας και κατασχέσεως ή τη διοργάνωση εξετάσεων μαρτύρων, αλλά ούτε και κατά της εκδόσεως ευρωπαϊκής εντολής έρευνας.
Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο διερωτήθηκε αν το βουλγαρικό δίκαιο αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης και, στην περίπτωση αυτή, αν το ίδιο μπορεί να εκδώσει ευρωπαϊκή εντολή έρευνας με αντικείμενο τέτοια μέτρα έρευνας.
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Spetsializiran nakazatelen sad (ειδικό ποινικό δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα προδικαστικά ερωτήματα συναφώς.
Απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Δικαστήριο έκρινε, πρώτον, ότι το άρθρο 14 της οδηγίας 2014/41/ΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 24, παράγραφος 7, της οδηγίας αυτής και το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντιτίθεται σε κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους εκδόσεως ευρωπαϊκής εντολής έρευνας η οποία δεν προβλέπει κανένα μέσο ένδικης προστασίας κατά της εκδόσεως ευρωπαϊκής εντολής έρευνας έχουσας ως αντικείμενο τη διενέργεια έρευνας και κατασχέσεως καθώς και τη διοργάνωση εξετάσεως μάρτυρα με εικονοτηλεδιάσκεψη.
Δεύτερον, το Δικαστήριο κατέληξε ότι το άρθρο 6 της οδηγίας 2014/41/ΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του Χάρτη και το άρθρο 4, παράγραφος 3, ΣΕΕ, αντιτίθεται στην έκδοση, από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους, ευρωπαϊκής εντολής έρευνας με αντικείμενο τη διενέργεια έρευνας και κατασχέσεως καθώς και τη διοργάνωση εξετάσεως μάρτυρα με εικονοτηλεδιάσκεψη όταν η ρύθμιση του κράτους μέλους αυτού δεν προβλέπει κανένα μέσο ένδικης προστασίας κατά της εκδόσεως μιας τέτοιας ευρωπαϊκής εντολής έρευνας.
Γίνεται υπόμνηση ότι η διαδικασία εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα να υποβάλουν στο Δικαστήριο, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά αυτή, λαμβάνοντας υπόψη την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, ομοίως, άλλα εθνικά δικαστήρια ενώπιον των οποίων ανακύπτει παρόμοιο ζήτημα.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA