Το Συμβούλιο, αφού βεβαίωσε τη μη συμμόρφωση, επέβαλε ως κύρωση την καταβολή 5.000 ευρώ για κάθε αιτούσα εταιρεία
Δεκτή έγινε από το Τριμελές Συμβούλιο του Αρείου Πάγου αίτηση δύο εταιρειών περί μη συμμόρφωσης του Ελληνικού Δημοσίου σε αμετάκλητη δικαστική απόφαση (ΤρΣυμβΑΠ 7/2021).
Συγκεκριμένα, κατά τους γενόμενους δεκτούς ισχυρισμούς των εταιρειών, εκδόθηκε απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, δυνάμει της οποίας το Ελληνικό Δημόσιο υποχρεώθηκε να τους καταβάλει συγκεκριμένα χρηματικά ποσά για τόκους υπερημερίας, επί των καταβληθέντων ποσών της αποζημίωσης λόγω απαλλοτρίωσης των ιδιοκτησιών τους.
Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε έφεση, η οποία απορρίφθηκε με απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, ενώ αίτηση αναίρεσης δεν ασκήθηκε.
Περαιτέρω, λόγω της ζημίας που προκάλεσε η αδράνεια του Δημοσίου στις αιτούσες εταιρείες, οι τελευταίες ζήτησαν να επιβληθεί σε βάρος του Δημοσίου, ως κύρωση, το ποσό των 40.000 ευρώ για την κάθε μια εξ αυτών.
Με πρακτικό του Συμβουλίου, που επιδόθηκε στο Ελληνικό Δημόσιο, το τελευταίο κλήθηκε να συμμορφωθεί προς την ως άνω αμετάκλητη δικαστική απόφαση και να προβεί στην εκτέλεσή της μέσα σε προθεσμία τριών μηνών. Στη συνέχεια, η αρμόδια Διεύθυνση Απαλλοτριώσεων γνωστοποίησε πως εγκρίθηκε η απόφαση αναγνώρισης δαπάνης, προκειμένου να συσταθεί το γραμμάτιο παρακαταθήκης, όταν εγκριθούν οι δαπάνες από τα αρμόδια Υπουργεία. Κατόπιν τούτου, το Συμβούλιο κάλεσε το Ελληνικό Δημόσιο να γνωστοποιήσει ότι τα ως άνω χρήματα εισπράχθηκαν από τις αιτούσες ή κατατέθηκαν στο ΤΠΔ, μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την επίδοση του σχετικού πρακτικού.
Ωστόσο, το Συμβούλιο διαπίστωσε πως το Ελληνικό Δημόσιο δεν έχει συμμορφωθεί προς την ανωτέρω απόφαση και η ταχθείσα σ’ αυτό προθεσμία παρήλθε άπρακτη. Κρίθηκε δε ότι η μέχρι τώρα μη συμμόρφωση του δημοσίου προς την επίδικη αμετάκλητη δικαστική απόφαση είναι αδικαιολόγητη.
Κατόπιν των ανωτέρω, το Συμβούλιο έκανε δεκτή την αίτηση, βεβαίωσε τη μη συμμόρφωση του δημοσίου προς την ως άνω δικαστική απόφαση και να προσδιόρισε το ύψους του χρηματικού ποσού, το οποίο επιβλήθηκε ως κύρωση για τη μη συμμόρφωση, στο ποσό των 5.000 ευρώ για κάθε αιτούσα εταιρεία.
Απόσπασμα απόφασης
Στην προκείμενη περίπτωση, από τα έγγραφα του φακέλου της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Οι αιτούσες εταιρείες στην κρινόμενη αίτησή τους εκθέτουν ότι με την 7040/2013 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης το καθ’ ου Ελληνικό Δημόσιο υποχρεώθηκε να τους καταβάλει για τόκους υπερημερίας, επί των καταβληθέντων ποσών της αποζημιώσεως λόγω απαλλοτριώσεως των ιδιοκτησιών τους, τα ποσά των 97.793,99 ευρώ στην πρώτη και των 100.875,72 ευρώ στην δεύτερη εξ αυτών, ότι κατά της ανωτέρω αποφάσεως ασκήθηκε έφεση, η οποία απορρίφθηκε με την 797/2017 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, κατά της οποίας το καθ’ου δεν άσκησε αίτηση αναιρέσεως και ότι από την αδράνεια αυτού να τους καταβάλει τα ως άνω ποσά υφίστανται ζημία, Ζητούν δε, να επιβληθεί σε βάρος του Δημοσίου, ως κύρωση, το ποσό των 40.000 ευρώ για την κάθε μια εξ αυτών. Με το ./2019 πρακτικό αυτού του Συμβουλίου κλήθηκε το Ελληνικό Δημόσιο να εκθέσει εντός ενός μηνός από την επίδοση σ’ αυτό αντιγράφου του πρακτικού τις απόψεις του σχετικά με την καθυστέρηση συμμορφώσεως του προς την παραπάνω απόφαση και να υποβάλει τυχόν στοιχεία που έχει στη διάθεσή του. Το πρακτικό αυτό επιδόθηκε στο καθ’ ου στις 16-12-2019. Η Δ/νση Απαλλοτριώσεων του Υπουργείου Υποδομών στο από 3-2-2020 έγγραφο της προς το παρόν Συμβούλιο αναφέρει ότι ήδη έχει αρχίσει η διαδικασία συντάξεως του πίνακα παρακαταθέσεως της αποζημιώσεως και οι απαραίτητες ενέργειες προς εύρεση πιστώσεων. Στη συνέχεια, το Συμβούλιο με το ./2020 πρακτικό του, που επιδόθηκε στο καθ’ου στις 17-7-2020, κάλεσε αυτό να συμμορφωθεί προς την παραπάνω αμετάκλητη απόφαση και να προβεί στην εκτέλεσή της μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την επίδοση αυτού του πρακτικού. Η ως άνω Διεύθυνση Απαλλοτριώσεων στο από 2-10-2020 έγγραφό της προς το παρόν Συμβούλιο αναφέρει ότι εγκρίθηκε η απόφαση αναγνωρίσεως δαπάνης συνολικού ποσού 198.669,71 ευρώ, προκειμένου να συσταθεί το γραμμάτιο παρακαταθήκης, όταν εγκριθούν οι δαπάνες από τα αρμόδια Υπουργεία. Κατόπιν τούτου, το Συμβούλιο με το 10/2020 πρακτικό του, που επιδόθηκε στο καθ’ου στις 15-12-2020, κάλεσε αυτό να γνωστοποιήσει ότι τα ως άνω χρήματα εισπράχθηκαν από τις αιτούσες ή κατατέθηκαν στο ΤΠΔ, μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την επίδοση του πρακτικού. Το καθ’ου, όμως, δεν έχει συμμορφωθεί προς την ανωτέρω απόφαση και η ταχθείσα σ’ αυτό προθεσμία παρήλθε άπρακτη. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το Συμβούλιο κρίνει ότι η μέχρι τώρα μη συμμόρφωση του καθ’ ου προς την 7040/2013 αμετάκλητη δικαστική απόφαση είναι αδικαιολόγητη. Επομένως, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση, να βεβαιωθεί η μη συμμόρφωση του καθ’ού προς την ως άνω δικαστική απόφαση και να προσδιορισθεί χρηματικό ποσό ως κύρωση, για τη μη συμμόρφωση. Το μέγεθος του χρηματικού αυτού ποσού προσδιορίζεται, ενόψει της φύσεως και της σημασίας της διαφοράς για την οποία εκδόθηκε η εκτελούμενη δικαστική απόφαση, των συνθηκών της μη συμμορφώσεως και των συνεπειών της για τις αιτούσες, της χρονικής διάρκειας που παρήλθε από την τελεσιδικία, και το αμετάκλητο της αποφάσεως χωρίς αυτή να εκτελεσθεί, και του αποτρεπτικού χαρακτήρα που εξυπηρετεί η κύρωση αυτή, σε πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ για κάθε μια αιτούσα.
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.