Του Τάσου Δασόπουλου
Χωρίς ιδιαίτερο… άγχος θα είναι και το δανειακό πρόγραμμα του 2022, καθώς οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες σε ταμειακή βάση, παρά την αύξηση του χρέους και των ελλειμμάτων λόγω της πανδημίας, δεν ξεπερνούν φέτος το 12,8% του ΑΕΠ.
Από το κείμενο του προϋπολογισμού, προκύπτει ότι οι καθαρές χρηματοδοτικές ανάγκες του προϋπολογισμού δηλαδή τα χρήματα για να καλυφθούν ταμειακά οι νέες ανάγκες φτάνουν τα 16,04 δισ. ευρώ.
Με τα χρήματα αυτά, θα καλυφθεί το ταμειακό έλλειμμα του προϋπολογισμού που θα φτάσει τα 10,827 δισ. ευρώ τα 1,07 δισ. ευρώ και θα χρειαστεί για να καλύψει αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου σε κρατικές επιχειρήσεις, 3,51 δισ. ευρώ για τα δάνεια που θα χορηγήσει το υπουργείο Οικονομικών από το Ταμείο Ανάκαμψης σε επιχειρήσεις ως ενίσχυση σε ιδιωτικές επενδύσεις και 1,4 δισ. ευρώ για την κάλυψη διαχείριση χρηματοοικονομικών παραγώγων, που αφορούν το χρέος.
Παράλληλα, θα πρέπει να καλυφθούν και άλλα 8,04 δισ. ευρώ για χρεολύσια μεσομακροπρόθεσμου χρέους, δηλαδή ομολόγων που λήγουν μέσα στο 2022. Επίσης, στο ποσό των 8 δισ. ευρώ, περιλαμβάνεται και πληρωμή μέρους του διμερούς χρέους του διμερούς δανείου των 52,3 δισ. ευρώ που πήρε η Ελλάδα από τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης (GLF) στο πρώτο μνημόνιο (αφορά την πληρωμή με βάση την ταμειακή σύμβαση και όχι την πρόσφατη εξαγγελία για πρόωρη αποπληρωμή 5,2 δισ. ευρώ), τους τόκους από το υπόλοιπο του δανείου του ΔΝΤ, και δόσεις από άλλα, μικρότερα δάνεια από την ΕΤΕπ και άλλους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς.
Οι τόκοι του χρέους ύψους 5,95 δισ. ευρώ, που θα πρέπει να πληρωθούν δεν συμπεριλαμβάνονται στο λογαριασμό για τις ταμειακές ανάγκες, καθώς καλύπτονται κυρίως από βραχυπρόθεσμο δανεισμό, ο οποίος από τις αρχές του 2021 γίνεται με αρνητικά επιτόκια.
Ο προϋπολογισμός θεωρεί δεδομένο ότι τα έντοκα γραμμάτια του δημοσίου ύψους 12,6 δισ. ευρώ του 2021 θα αναχρηματοδοτηθούν στο σύνολο τους, μέσα στον επόμενο χρόνο.
Η κάλυψη των αναγκών
Η κάλυψη των ταμειακών δανειακών αναγκών θα γίνει με μακροπρόθεσμο δανεισμό 14 δισ. ευρώ και 10,1 δισ. ευρώ από την ανάλωση των διαθεσίμων του δημοσίου τα οποία φτάνουν σήμερα τα 39 δισ. ευρώ.
Ο προγραμματισμός αυτός μπορεί να αλλάξει ανάλογα με τις πράξεις διαχείρισης που θα γίνουν μέσα στο χρόνο.
Αν, για παράδειγμα, στην αρχή του χρόνου εγκριθεί η πρόωρη αποπληρωμή των 1,8 δισ. ευρώ για το ΔΝΤ και 5,2 δισ. ευρώ από το διμερές δάνειο με τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης, εκτός από τις τακτικές υποχρεώσεις θα αλλάξουν και οι ταμειακές αφού ένα μέρος του χρέους θα εξοφληθεί.
Σε κάθε περίπτωση, το δανειακό πρόγραμμα το οποίο θα ανακοινωθεί στο τέλος Δεκεμβρίου για το 2022, θα πρέπει να αναμένεται να είναι παρόμοιο με αυτό του 2021, και θα κυμαίνεται κοντά στα 13-14 δισ. ευρώ. Με ένα τόσο μικρό σχετικά ποσό (για μια χώρα που έχει χρέος 350 δισ. ευρώ) θα είναι εύκολο για άλλη μια χρονιά, ο δανεισμός να γίνεται με τους δικούς μας όρους. Δηλαδή χωρίς να ανακοινώνεται το ύψος της δημοπρασίας και σε χρόνο κατά τον οποίο η Ελλάδα θα μπορεί να δανείζεται με τους ευνοϊκότερους δυνατούς όρους.
Με δεδομένο ότι και το 2022, παρά την συγκυρία η Ελλάδα δεν θα έχει πίεση για να καλύψει τις ταμειακές του ανάγκες, ο δημόσιος δανεισμός θα επικεντρωθεί στην αύξηση της ρευστότητας των ελληνικών τίτλων, ώστε να γίνουν ακόμη πιο εμπορεύσιμοι , μειώνοντας έτσι και τα επιτόκια δανεισμού του δημοσίου.