Στην προειδοποίηση πως εάν η Ελλάδα δεν επιτύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης το επίπεδο του χρέους δεν θα σταθεροποιηθεί και οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες θα ξεπερνούν το 20% του ΑΕΠ έως το 2050, προχωρεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην 12η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα.
Στη νέα έκθεση βιωσιμότητας του χρέους που περιλαμβάνεται στην έκθεση τονίζεται πως οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του χρέους παραμένουν συγκρατημένοι, ενώ οι κίνδυνοι είναι πιο σημαντικοί μακροπρόθεσμα στα σενάρια χαμηλής ανάπτυξης και ασφάλιστρων υψηλότερου κινδύνου.
- Στο βασικό σενάριο, το χρέος μειώνεται από 203% του ΑΕΠ το 2021 σε περίπου 54% του ΑΕΠ το 2060, ενώ οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες παραμένουν κάτω από το 15% του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα.
- Στο σενάριο υψηλότερου κινδύνου, το χρέος μειώνεται στο 90% του ΑΕΠ έως το 2060 και οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες κυμαίνονται γύρω στο 18% του ΑΕΠ από τη δεκαετία του 2030.
- Στο σενάριο χαμηλής ανάπτυξης, το επίπεδο του χρέους δεν σταθεροποιείται και οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες ξεπερνούν μόνιμα το 20% του ΑΕΠ έως το 2050.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογραμμίζει πως σήμερα τα ταμειακά αποθέματα παραμένουν υψηλά, κοντά στα 40 δισ. ευρώ, που είναι το υψηλότερο επίπεδο από τα τέλη του 2019.
Σε σχέση με τη διαχείριση του χρέους αναφέρει πως ο ΟΔΔΗΧ εξετάζει το ενδεχόμενο πρόωρης αποπληρωμής μέρους του ελληνικού χρέους, μετά από παρόμοια βήματα που έγιναν την άνοιξη του 2021 και νωρίτερα.
Ειδικότερα, εξετάζει το ενδεχόμενο να αποπληρώσει περίπου 5,3 δισ. ευρώ νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα για δάνεια που λήγουν το 2022 και το 2023, καθώς και να προχωρήσει στην πλήρη αποπληρωμή ανεξόφλητων δανείων 1,8 δισ. ευρώ προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τους επόμενους μήνες.
Το πακέτο αυτό έχει ισχνό αντίκτυπο στη βιωσιμότητα του χρέους μακροπρόθεσμα, αλλά και είναι ευπρόσδεκτο καθώς στέλνει ένα θετικό μήνυμα στις αγορές σχετικά με την οικονομική θέση του Ελληνικού Δημοσίου.