Του Λεωνίδα Στεργίου
Με τη συμμετοχή και των ελληνικών τραπεζών και αρμόδιων εποπτικών αρχών ολοκληρώθηκε τον περασμένο Μάιο η πρόταση για τη δημιουργία πανευρωπαϊκής βάσης δεδομένων για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.
Ο κόμβος αυτός, με το όνομα EuReCA, όχι μόνο θα εντοπίζει εγκαίρως και θα ελέγχει ύποπτες συναλλαγές, αλλά ελέγχει και την αποτελεσματικότητα των τραπεζών και αρμόδιων αρχών για τον εντοπισμό, την πρόληψη και την καταστολή του ξεπλύματος χρήματος.
Η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ), ύστερα από διαβούλευση με την Κομισιόν και τις πανευρωπαϊκές εποπτικές και διωκτικές αρχές, υπέβαλε το τελικό κείμενο με τις τεχνικές και νομικές προδιαγραφές του κόμβου ελέγχου ξεπλύματος χρήματος στην Ε.Ε. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, μόλις πάρει την τυπική, πλέον, έγκριση από την Κομισιόν, δημοσιεύεται στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άμεσα και γίνεται η εφαρμογή του υποχρεωτική για όλα τα μέλη-κράτη της Ένωσης. Ο κόμβος αυτός, με την ονομασία EuReCA θα ξεκινήσει να λαμβάνει δεδομένα από τράπεζες και αρμόδιες αρχές και φορείς από το α’ τρίμηνο του 2022. Το όνομά του προέρχεται από το “European Reporting System for Material CFT/AML Weaknesses”.
Με τον κόμβο EuReCA θα συνδεθούν όλοι οι οργανισμοί, φορείς και αρχές, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο που έχουν σχέση με το χρηματοπιστωτικό σύστημα, τις πληρωμές, τις ελεγκτικές υπηρεσίες επιχειρήσεων, επιμελητήρια, ενώσεις κά. Επίσης, θα συνδεθούν όλα τα αρμόδια τμήματα των τραπεζών, οι εθνικές κεντρικές τράπεζες, οι επιτροπές κεφαλαιαγοράς, οι αρχές διαφάνειας και ξεπλύματος χρήματος, οι φορείς και ανεξάρτητες αρχές προστασίας του καταναλωτή, κλπ.
Ο σκοπός του
Την ευθύνη για τη λειτουργία του κόμβου έχει η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ). Σκοπός του κόμβου είναι διττός:
Πρώτον, να εντοπίζει εγκαίρως αδυναμίες των συστημάτων ελέγχων για το ξέπλυμα, ακόμα και των ίδιων των εποπτικών αρχών αλλά και των τραπεζών.
Δεύτερον, να ενημερώνει ταυτόχρονα όλες τις αρμόδιες εποπτικές και διωκτικές αρχές για ύποπτα κρούσματα προκειμένου να λειτουργεί προληπτικά και κατασταλτικά.
Τι θα ελέγχει και πώς
Ο κόμβος EuReCA θα λαμβάνει τα δεδομένα με συγκεκριμένο τρόπο ώστε να μην υπάρχουν πολλαπλές αναφορές για το ίδιο θέμα και το σχέδιο περιγράφει με ακρίβεια το τι, το πως και πότε θα αναφέρεται. Από την ανάγνωση του κειμένου, όλοι οι συνδεδεμένοι οργανισμοί, στην πραγματικότητα πρέπει να αναφέρουν τα πάντα και όλες τις πληροφορίες εντοπισμού κάθε περίπτωσης που αποτελεί:
α) ένδειξη ξεπλύματος.
β) πιθανή ένδειξη για ξέπλυμα.
γ) αδυναμία ενός συστήματος που εντοπίστηκε από τον EuReCA ή από κάποιον άλλον οργανισμό ή αρχή σχετικά με τη συμμόρφωση και τον έλεγχο του ξεπλύματος χρήματος.
Όλα τα στοιχεία αυτά θα διαβιβάζονται στην αγγλική γλώσσα και θα γίνονται ταυτόχρονα διαθέσιμα σε όλες τις ευρωπαϊκές εποπτικές και διωκτικές αρχές. Επίσης, το EuReCA θα είναι υποχρεωμένο να δίνει πληροφορίες και να αναλύει δεδομένα προκειμένου να βοηθά διωκτικές αρχές σε ελέγχους τους.
Επιπλέον, θα πρέπει να απαντά εγκαίρως σε ερωτήματα που μπορεί να προέλθουν από αρμόδιες αρχές και να παραδίδει με δομημένο τρόπο όλες τις σχετικές πληροφορίες που συνδέονται με τη συγκεκριμένη υπόθεση που μπορεί να έχουν προέλθει από διαφορετικές υπηρεσίες ανά την Ευρώπη.
Έλεγχος των ελεγκτών
Η ΕΒΑ, μέσω του EuReCA θα έχει την ευθύνη για έλεγχο και συστάσεις -ακόμα και για κυρώσεις- όταν εντοπίζει αδυναμίες ή αμέλεια σε αρμόδια τμήματα τραπεζών, ελεγκτικών εταιρειών και αρμόδιων αρχών.
Τα βασικά κριτήρια που θα πυροδοτούν συναγερμό είναι τρία:
α) Η συχνότητα. Για παράδειγμα, συχνές καταθέσεις μικρών ποσών, αν πρόκειται για καταναλωτή, ή η συχνότητα λαθών στη συμμόρφωση αν πρόκειται για τράπεζα.
β) Η διάρκεια. Δηλαδή, για πόσο διάστημα παρατηρείται το έλλειμμα συμμόρφωσης ή η ύποπτη συμπεριφορά και δεν δηλώνεται (αλλά έχει εντοπιστεί από άλλη αρχή και το EuReCA έχει θέσει σε παρακολούθηση την ελεγχόμενη περίπτωση).
γ) Η βαρύτητα. Πρόκειται για ένα κριτήριο που έχει να κάνει κυρίως με το μέγεθος (το ποσό) του ξεπλύματος χρήματος ή του ποσού στο οποίο μπορεί να οδηγήσει η αδυναμία ενός συστήματος παρακολούθησης. Για τον υπολογισμό, όμως, του μεγέθους θα συνυπολογίζονται συνδεδεμένα μέλη. Για παράδειγμα, αν εντοπιστεί μια αδυναμία παρακολούθησης μιας συναλλαγής ή μία συναλλαγή θεωρηθεί ύποπτη, τότε αυτή συνδέεται με άλλες τράπεζες ή εταιρείες που μπορεί να έχει σχέση λχ. ο καταθέτης. Ή αν πρόκειται για τράπεζα, θα συνδεθεί με άλλους οργανισμούς ή συστήματα πληρωμών κλπ.