ΑΠΟΦΑΣΗ
Ngumbu Kikoso κατά Γαλλίας της 25.11.2021 (αρ. προσφ. 21643/19)
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Διακριτική ευχέρεια του κάθε κράτους για έλεγχο της μεταναστευτικής του πολιτικής.
Ο προσφεύγων είχε καταδικαστεί για διάφορα σοβαρά αδικήματα μεταξύ των άλλων και πλαστογραφία με χρήση πιστοποιητικών . Απελάθηκε στη χώρα καταγωγής του και του επιβλήθηκε απαγόρευση εισόδου στην Γαλλία όπου διέμενε. Απορρίφθηκε κάθε ένδικο μέσο που άσκησε για την άρση της απαγόρευσης εισόδου.
Το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι ο προσφεύγων δεν είχε προσκομίσει επαρκή στοιχεία που απεδείκνυαν την νόμιμη διαμονή του στην Γαλλία, και κυρίως είχε διαπράξει σοβαρά αδικήματα συνεπώς είχε χαρακτηριστεί επικίνδυνος για την δημόσια τάξη και ασφάλεια. Επιπλέον δεν είχε δημιουργήσει οικογένεια στην χώρα υποδοχής και είχε ζήσει 24 έτη στη χώρα καταγωγής. Αφού συνεκτίμησε όλα τα παραπάνω στοιχεία, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι το μέτρο της απέλασης και της απαγόρευσης εισόδου στη Γαλλία ήταν ανάλογο με τους επιδιωκόμενους στόχους και δεν παραβίασε το δικαίωμα του στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή.
ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο 8
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ
Ο προσφεύγων, Serge Ngumbu Kikoso, είναι υπήκοος του Κονγκό ο οποίος γεννήθηκε το 1971 και ζει στο Παρίσι.
Στις 6 Μαρτίου 2014 το Ποινικό Δικαστήριο του Στρασβούργου καταδίκασε τον κ. Ngumbu Kikoso σε έξι μήνες φυλάκιση για τα αδικήματα, που διαπράχθηκαν το 2013, της κατοχής και χρήσης πλαστών εγγράφων – πιστοποιητικών προκειμένου να τελέσει γάμο και έτσι να μπορέσει η αλλοδαπή σύζυγος του υπήκοος επίσης του Κονγκού να λάβει άδεια διαμονής.
Το Ποινικό Δικαστήριο διέταξε την απέλαση και απαγόρευση εισόδου στη Γαλλία για δέκα χρόνια.
Το Εφετείο του Κολμάρ επικύρωσε αυτή την απόφαση και τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν. Διαπιστώθηκε ότι ο προσφεύγων είχε σκόπιμα επιδιώξει να εξαπατήσει και είχε πλήρη επίγνωση της παραποίησης των διοικητικών εγγράφων που είχε προσκομίσει με σκοπό τον γάμο. Επισήμανε ότι ο προσφεύγων είχε πολλές προηγούμενες ποινικές καταδίκες. Τέλος, έκρινε ότι ο προσφεύγων, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ζούσε στη Γαλλία από το 1995, δεν μπορούσε να αποδείξει τη νόμιμη διαμονή του για περισσότερα από είκοσι χρόνια και επομένως ήταν δυνατό, σύμφωνα με το άρθρο L. 541-1 του Κώδικα Μετανάστευσης και Ασύλου (CESEDA), να επιβληθεί η απαγόρευση εισόδου.
Το Ακυρωτικό Δικαστήριο απέρριψε την αναίρεση του κατά αυτής της απόφασης. Στις 21 Μαρτίου 2016 ο κ. Ngumbu Kikoso υπέγραψε σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου για εργασία ως φροντιστής.
Ως αποτέλεσμα της απαγόρευσης εισόδου , ο νομάρχης του Bas Rhin αποφάσισε στις 31 Μαρτίου 2016 να μην παρατείνει τη προσωρινή άδεια διαμονής του κ. Ngumbu Kikoso για λόγους «ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής», η οποία περιελάμβανε και τη χορήγηση άδειας για εργασία. Έτσι ο εργοδότης κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας του.
Ο κ. Ngumbu Kikoso εξέτισε την ποινή φυλάκισης έξι μηνών μεταξύ 31 Ιανουαρίου και 19 Ιουνίου 2017.
Στις 7 Φεβρουαρίου 2017, ενώ εξέτιε την ποινή αυτή, ο κ. Ngumbu Kikoso υπέβαλε αίτηση ώστε να ακυρωθεί η απαγόρευση εισόδου. Το Εφετείο του Κολμάρ απέρριψε την αίτησή του. Στις 17 Οκτωβρίου 2018 η προσφυγή του στο Ακυρωτικό Δικαστήριο απορρίφθηκε.
Στις 17 Νοεμβρίου 2019 ο νομάρχης του Indre et Loire εξέδωσε απόφαση διοικητικής κράτησης κατά του κ. Ngumbu Kikoso εν αναμονή της απέλασής του στη χώρα προορισμού, το Κονγκό, η οποία είχε οριστεί για την εκτέλεση της απαγόρευσης εισόδου. Στη συνέχεια ο κ. Ngumbu Kikoso υπέβαλε αίτηση για επανεξέταση της αίτησής του για άσυλο. Το Γαλλικό Γραφείο για την Προστασία των Προσφύγων και των Απάτριδων (OFPRA) είχε ήδη απορρίψει προηγούμενη αίτηση ασύλου στις 20 Ιουλίου 2000, η οποία είχε επικυρωθεί από το Εθνικό Δικαστήριο Ασύλου (CNDA) στις 7 Μαρτίου 2001.
Στις 28 Νοεμβρίου 2019, ο OFPRA, αποφασίζοντας με ταχεία διαδικασία, απέρριψε την αίτηση επανεξέτασης ως απαράδεκτη.
ΤΟ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ…
Το Δικαστήριο ξεκίνησε σημειώνοντας ότι τα εθνικά δικαστήρια είχαν ρητά εκτελέσει, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 8 της Σύμβασης, την επανεξέταση της αναλογικότητας της παρέμβασης με το δικαίωμα του προσφεύγοντος στο σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής του ζωής. Το Εφετείο είχε λάβει υπόψιν τη διάρκεια της νόμιμης διαμονής του στη Γαλλία.
Το Δικαστήριο σημείωσε επίσης ότι η κύρωση που διατάχθηκε τον Μάρτιο του 2014 από το Ποινικό Δικαστήριο, όπως επικυρώθηκε από το Εφετείο, βασίστηκε στα ποινικά αδικήματα που διέπραξε ο προσφεύγων. Επανέλαβε ότι, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ένας αλλοδαπός που υπόκειται σε απαγόρευση εισόδου είχε οικογενειακή ζωή κατά την έννοια του Άρθρου 8 της Σύμβασης, ήταν απαραίτητο να αξιολογηθεί η κατάσταση τη στιγμή που το μέτρο κατέστη οριστικό, άρα στις 17 Οκτωβρίου 2018 στην προκειμένη περίπτωση. Γεννημένος το 1971, ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι έφτασε στη Γαλλία το 1995 και έτσι είχε ζήσει τουλάχιστον στη χώρα καταγωγής του μέχρι τα 24 έτη. Ήταν άγαμος και δεν είχε παιδιά. Ενώπιον του Εφετείου δεν είχε παράσχει ακριβείς ενδείξεις οικογενειακών ή ιδιωτικών δεσμών στη Γαλλία.
Υπό το πρίσμα των συνθηκών και ζυγίζοντας τα διάφορα διακυβεύοντα συμφέροντα, τα εγχώρια δικαστήρια είχαν νόμιμα το δικαίωμα να εξετάσουν, λόγω της συμπεριφοράς του προσφεύγοντος και της σοβαρότητας και επανάληψης των επίμαχων αδικημάτων, το μέτρο της απαγόρευσης εισόδου στη Γαλλία για δέκα χρόνια καθ ότι ήταν απαραίτητο για την πρόληψη του εγκλήματος και την διατήρηση της τάξης. Το μέτρο ήταν ανάλογο προς τους επιδιωκόμενους στόχους και δεν αποτελούσε υπερβολική παρέμβαση στο δικαίωμα σεβασμού για την ιδιωτική και οικογενειακή του ζωή.
Το ΕΔΔΑ έκρινε την καταγγελία προδήλως αβάσιμη και την απέρριψε. (επιμέλεια echrcaselaw.com).