Σύμφωνη με το Σύνταγμα η αρχή της αναιτιώδους καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών
Σύμφωνη με το Σύνταγμα κρίθηκε από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας η ρύθμιση του άρθρου 10 του Ν. 4713/2020, με την οποία αναμορφώθηκε το καθεστώς των συμβάσεων εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών λειτουργών και θεσπίσθηκε η αρχή της αναιτιώδους καταγγελίας των συμβάσεών τους (ΣτΕ Ολ 2114/2021).
Πιο αναλυτικά, κρίθηκε ότι η θεσπισθείσα με τον ως άνω νόμο κατάργηση της διαδικασίας του προληπτικού ελέγχου νομιμότητας της καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών από τριμελή ανεξάρτητη επιτροπή δικαστικών λειτουργών των πολιτικών δικαστηρίων, που προέβλεπε το προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς, η αντικατάστασή της από μία διαδικασία τυπικού μόνον ελέγχου της νομιμότητας, που συνίσταται στη διαπίστωση της διενέργειας και της νομότυπης κοινοποίησης της καταγγελίας, την οποία ακολουθεί η έκδοση της σχετικής διαπιστωτικής πράξης απόλυσης και η πρόβλεψη εφεξής άσκησης δικαστικού μόνον ελέγχου της νομιμότητας και καταχρηστικότητας αυτής από τα αρμόδια προς τούτο πολιτικά δικαστήρια, δεν αντίκεται στο άρθρο 16 παρ. 8 του Συντάγματος.
Το δε Κράτος, όπως τόνισε το δικαστήριο, εξακολουθεί να ασκεί πλήρως κατά τα λοιπά την εποπτεία του στη λειτουργία των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων και στην υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού τους προσωπικού.
Το δικαστήριο δέχθηκε πως οι διατάξεις αυτές δεν αντίκεινται στο άρθρο 16 παρ. 2 και 8 του Συντάγματος. Και τούτο, διότι αποσκοπούν στην αρτιότερη και ομαλότερη λειτουργία των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων, καθώς και στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος της εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα εξασφαλίζουν στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς λειτουργούς σταθερές, κατά το δυνατόν, συνθήκες εργασίας, ώστε να μπορούν απερίσπαστοι να εκτελούν τα καθήκοντά τους για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση του σκοπού της παιδείας, ο οποίος έχει αναχθεί σε συνταγματικό λόγο δημοσίου συμφέροντος.
Επίσης, έγινε δεκτό ότι ο κανόνας του εργατικού δικαίου περί της αναιτιώδους καταγγελίας των συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου των ιδιωτικών εκπαιδευτικών από τον εργοδότη δεν αντίκεινται σε κάποια συνταγματική διάταξη ή αρχή. Το δικαστήριο επεσήμανε πως η αναγνώριση «διοικητικής ευελιξίας» στους ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων, όσον αφορά στη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού τους, μέσω της κατάργησης των προγενέστερων ρυθμίσεων που προέβλεπαν την καταγγελία των συμβάσεων εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών μόνο για συγκεκριμένους λόγους, τελεί υπό την αυτονόητη προϋπόθεση της υποχρέωσης σεβασμού όχι μόνον των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, αλλά και των ειδικότερων διατάξεων του Ν. 682/1977 σχετικά με την υπηρεσιακή κατάσταση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Ταυτόχρονα, για τη διασφάλιση του αποτελεσματικού ελέγχου της νομιμότητας και καταχρηστικότητας της γενόμενης καταγγελίας προβλέπεται, με τις διατάξεις του Ν. 4713/2020, ο έλεγχός της από τα πολιτικά δικαστήρια, ενώπιον των οποίων δύνανται να προσφεύγουν οι ως άνω εκπαιδευτικοί, επικαλούμενοι το άρθρο 281 του ΑΚ.
Περαιτέρω, το δικαστήριο επεσήμανε πως η συνταγματική επιταγή περί εξασφάλισης από τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια γενικής εκπαίδευσης ομοίου κατά βάση τύπου και περιεχομένου με την παρεχόμενη από τα κρατικά εκπαιδευτήρια δεν εκτείνεται μέχρι του σημείου της υποχρεωτικής ταύτισης του εργασιακού καθεστώτος των ιδιωτικών εκπαιδευτικών με αυτό των εκπαιδευτικών της δημόσιας εκπαίδευσης.
Δέχθηκε, ακόμη, ότι ο νομοθέτης διαθέτει κατά το Σύνταγμα ευρεία εξουσία καθορισμού του περιεχομένου, της έντασης και της έκτασης της εποπτείας, η οποία μπορεί να είναι είτε προληπτική είτε κατασταλτική και η οποία, πάντως, οφείλει να έχει ως αντικείμενο τη διασφάλιση εκπαιδευτικών υπηρεσιών ενδεδειγμένης στάθμης και, ταυτόχρονα, να σέβεται το δικαίωμα του εκπαιδευτικού φορέα στον καθορισμό του προσανατολισμού του ιδιωτικού σχολείου.
Δείτε την περίληψη της απόφασης στο adjustice.gr.