ΑΡΙΘΜΟΣ 1293/2020
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Ιδιόγραφη διαθήκη. Ακυρότητα. Αρνητική αναγνωριστική αγωγή περί ακυρότητας της διαθήκης.
– Από το συνδυασμό των άρθρων 1718 και 1721 παρ. 1α ΑΚ σαφώς συνάγεται ότι είναι άκυρη η ιδιόγραφη διαθήκη, εφόσον αυτή δεν έχει γραφεί ολόκληρη με το χέρι του διαθέτη και δεν έχει χρονολογηθεί και υπογραφεί από αυτόν. Ο νόμος απαίτησε την καθ’ ολοκληρίαν γραφή της ιδιόγραφης διαθήκης από το χέρι του ίδιου του διαθέτη, που ο ίδιος προσδιορίζει και διευθύνει την κίνηση προς γραφή προερχόμενη από τη δική του σωματική επάρκεια προς διασφάλιση της γνησιότητας και του περιεχομένου της τελευταίας βούλησης αυτού (διαθέτη), μη επιτρέποντας την επέμβαση ξένης χειρός σ’ αυτήν, και, εφόσον δεν διακρίνει, απαιτείται να είναι ιδιοχείρως γραμμένη ολόκληρη η διαθήκη απ’ αρχής μέχρι τέλους, το οποίο επισημαίνεται με την επίσης ιδιοχείρως γραμμένη υπογραφή του διαθέτη. Δεν αποτελεί όμως παρέμβαση, που να επηρεάζει το κύρος της διαθήκης, αν τρίτος υποστήριζε το χέρι του διαθέτη, κατά τη διατύπωση της δήλωσης της τελευταίας βούλησής του, ώστε να μπορεί να γράφει πιο άνετα. Η διαθήκη είναι όμως άκυρη όταν ο τρίτος δεν υποστήριζε μόνο το χέρι του διαθέτη, αλλά και το κατεύθυνε, ώστε η γραφική κίνηση να προέρχεται από τον τρίτο και όχι από το διαθέτη, ο οποίος γίνεται άβουλο όργανο του τρίτου. Το βάρος απόδειξης της γνησιότητας της ιδιόγραφης διαθήκης, έχει αυτός που επικαλείται τη γνησιότητα. (ΑΠ 708/2015). Η ΑΚ 1721 αποτελεί κανόνα δημόσιας τάξης δεν μπορεί δηλαδή η ιδιωτική βούληση να παραμερίσει έστω και κατά το ελάχιστο, τις διατυπώσεις σύνταξης που ορίζει ο νόμος. Τέλος, από τις διατάξεις των άρθρων 68 και 70 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι μπορεί να εγερθεί αναγνωριστική αγωγή για την αναγνώριση της ύπαρξης ή μη ύπαρξης έννομης σχέσης η οποία τελεί σε αβεβαιότητα, εφόσον συντρέχει έννομο συμφέρον.
– Κατά τη διάταξη του άρθρου 1721 παρ. 1 ΑΚ η ιδιόγραφη διαθήκη γράφεται ολόκληρη με το χέρι του διαθέτη, χρονολογείται και υπογράφεται απ’ αυτόν και από τη χρονολογία πρέπει να προκύπτει η ημέρα, ο μήνας και το έτος. Επομένως ο επικαλούμενος τη διαθήκη δεν αρκεί να αποδείξει τη γνησιότητα της σ’ αυτή υπογραφής, αλλά πρέπει να αποδείξει ότι και όλο το περιεχόμενο γράφτηκε ιδιοχείρως από το διαθέτη. Η κήρυξη ως κυρίας της ιδιόγραφης διαθήκης δεν παράγει τεκμήριο γνησιότητας υπέρ του επικαλουμένου αυτήν. Τότε μόνο αποτελεί τεκμήριον, μέχρις ανταποδείξεως, όταν από τη δημοσίευση της διαθήκης παρήλθε πενταετία, χωρίς στο μεταξύ να αμφισβητηθεί η γνησιότητα της διαθήκης σε δίκη μεταξύ κάποιου, που αντλεί δικαιώματα από αυτήν και κάποιου από τους βλαπτομένους (άρθρ. 1777 ΑΚ). Τα ανωτέρω ισχύουν και στην περίπτωση της αρνητικής αναγνωριστικής αγωγής περί ακυρότητας της διαθήκης, λόγω της μη ιδιοχείρου γραφής και υπογραφής αυτής, όπως και η ένδικη, όπου αρκεί μόνον η με αυτήν (αγωγή) αντιτασσομένη γενική άρνηση του ενάγοντος κατά του προβαλλομένου, από τη διαθήκη, δικαιώματος του εναγομένου. Στην περίπτωση, δηλαδή, αυτή δεν είναι υποχρεωμένος ο ενάγων να αποδείξει την αναλήθεια των πραγματικών περιστατικών, που στηρίζουν το δικαίωμα του εναγομένου αλλά ο τελευταίος (εναγόμενος) υποχρεούται να αποδείξει την αλήθεια των περιστατικών αυτών, ήτοι την ιδιόχειρη, από το διαθέτη, γραφή και υπογραφή της διαθήκης.