ΑΡΙΘΜΟΣ 720/2021
ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Αποζημίωση σε όσους καταδικάστηκαν, προφυλακίστηκαν ή με άλλο τρόπο στερήθηκαν, άδικα ή παράνομα, την προσωπική τους ελευθερία. Αποζημίωση για προσωρινή κράτηση. Κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου. Ικανότητα διαδίκου. Ανήλικοι.
– Το Σύνταγμα ορίζει, στο άρθρο 93 παρ.1 ότι “τα δικαστήρια διακρίνονται σε διοικητικά, πολιτικά και ποινικά και οργανώνονται, με ειδικούς νόμους”, ενώ στα επόμενα άρθρα 94 – 96 καθορίζει τη δικαιοδοσία των διοικητικών, πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων. Επίσης, κατά το άρθρο 7 παρ.4 Συντάγματος, “νόμος ορίζει, με ποιους όρους το Κράτος παρέχει, ύστερα από δικαστική απόφαση, αποζημίωση σε όσους καταδικάστηκαν, προφυλακίστηκαν ή με άλλο τρόπο στερήθηκαν, άδικα ή παράνομα, την προσωπική τους ελευθερία” και κατά το άρθρο 25 παρ.1 Συντάγματος, “τα δικαιώματα του ανθρώπου, ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους, όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους, τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών, στις οποίες προσιδιάζουν, οι κάθε είδους περιορισμοί, που μπορούν, κατά το Σύνταγμα, να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά, πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφ’ όσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας”. Εξ άλλου, το άρθρο ‘πρώτο’ – άρθρο 9 παρ.5 Ν. 2462/1997 (ΦΕΚ Α. 25/26.2.1997) -κυρωτικού νόμου του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα- ορίζει ότι “κάθε πρόσωπο, θύμα παράνομης σύλληψης ή κράτησης, έχει δικαίωμα αποζημίωσης”. Τέλος, τα άρθρα 533 παρ.1 εδάφια (α) και (β), 534, 536 παράγραφοι 1 και 2, 539 παρ.1 και 540 ΚΠΔ -όπως ίσχυσαν μετά το άρθρο 26 Ν. 2915/2001 (ΦΕΚ Α. 109/29.5.2001) και πριν από το άρθρο ‘πρώτο’ ν. 4620/2019 (ΦΕΚ Α. 96/11.6.2019) και διόρθωση σφαλμάτων (ΦΕΚ Α. 122/16.7.2019)- ορίζουν, αντιστοίχως ότι: “(1).- Έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν από το δημόσιο αποζημίωση: (α).- οι προσωρινά κρατηθέντες, που αθωώθηκαν, αμετάκλητα, με βούλευμα ή απόφαση δικαστηρίου, (β).- οι κρατηθέντες, με καταδικαστική απόφαση, η οποία μετέπειτα εξαφανίσθηκε, αμετάκλητα, συνεπεία ενδίκου μέσου”. “Αυτοτελή αξίωση για αποζημίωση, με τις ίδιες προϋποθέσεις, έχουν και εκείνοι, απέναντι στους οποίους ο καταδικασμένος ή ο προσωρινά κρατούμενος είχε, σύμφωνα με το νόμο, υποχρέωση διατροφής”. “(1).- Σχετικά με την υποχρέωση του δημοσίου για αποζημίωση αποφαίνεται το δικαστήριο, που εξέδωσε την απόφαση για την υπόθεση, με ιδιαίτερη ταυτόχρονη απόφαση, ύστερα από προφορική ή γραπτή αίτηση εκείνου, που αθωώθηκε και αφού, προηγουμένως, ο αιτών και ο εισαγγελέας ακουσθούν. (2).- Σε περίπτωση που γίνει δεκτή η αίτηση εκείνου, που αθωώθηκε, του επιδικάζεται κατ’ αποκοπή ημερήσια αποζημίωση, συνολικά για τεκμαρτή περιουσιακή ζημία και για ηθική βλάβη, η οποία δεν μπορεί να είναι κατώτερη των τριών χιλιάδων δραχμών ή (8,804) ευρώ ούτε ανώτερη των δέκα χιλιάδων δραχμών ή (29,347) ευρώ, την ημέρα και της οποίας το ύψος προσδιορίζεται, αφού ληφθεί υπ’ όψη και η οικονομική και οικογενειακή κατάσταση του δικαιούχου. Το κατώτερο και το ανώτερο όριο της αποζημίωσης μπορεί να αναπροσαρμόζονται, με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης”. “(1).- Αν αναγνωρισθεί από το ποινικό δικαστήριο, μόνο η υποχρέωση για αποζημίωση από το δημόσιο, χωρίς να επιδικασθεί αποζημίωση ή, αν η επιδικασθείσα αποζημίωση κρίνεται από τον δικαιούχο ανεπαρκής για να καλύψει το σύνολο της ζημίας του ή από το δημόσιο υπερβολική, οι διάδικοι μπορούν να εγείρουν αγωγή στα πολιτικά δικαστήρια, κατά τη διαδικασία των άρθρων 663 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που δεν μπορούν να εξετάσουν, πάλι, την ύπαρξη αυτής της υποχρέωσης για τον ακριβή προσδιορισμό του ποσού της αποζημίωσης. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις μπορεί το δικαστήριο να υπερβεί το ανώτερο όριο της παραγράφου 2 του άρθρου 536”. “(1).- Αντικείμενο της αξίωσης για αποζημίωση στα πολιτικά δικαστήρια είναι κάθε ζημία, που προκλήθηκε από την ολική ή μερική εκτέλεση της ποινής ή της προσωρινής κράτησης στην περιουσιακή κατάσταση εκείνου, που κρατήθηκε προσωρινά ή καταδικάσθηκε, κρατήθηκε και μετέπειτα αθωώθηκε και η ηθική βλάβη, που αυτός υπέστη. Τα όρια των άρθρων 536 και 539 δεν αφορούν τους δικαιούχους του άρθρου 534. (2).- Εκτέλεση ποινής θεωρείται και η προσωρινή κράτηση, που υπολογίσθηκε σε αυτή. (3).- Στην προσωρινή κράτηση υπολογίζεται και η κράτηση, που έγινε πριν από αυτήν, με ένταλμα της ανακριτικής αρχής για την πράξη για την οποία διατάχθηκε η κράτηση”. Από τις προηγούμενες διατάξεις προκύπτουν (και) τα εξής: Ως προς την αναγνώριση της υποχρεώσεως του (ελληνικού) Δημοσίου προς αποζημίωση του δικαιούχου, δηλ. και του προσωρινώς κρατηθέντος και, τελικώς, αθωωθέντος, με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, δικαιοδοσία έχει το ποινικό δικαστήριο ενώ το πολιτικό δικαστήριο έχει δικαιοδοσία, ως προς τον προσδιορισμό του ύψους της ζημίας και την επιδίκαση της αποζημιώσεως του δικαιούχου, εάν η σχετική υποχρέωση του Δημοσίου έχει αναγνωρισθεί από το ποινικό δικαστήριο, όμως, δεν έχει προσδιορισθεί η αποζημίωση ή εάν έχει προσδιορισθεί και η αποζημίωση, όμως ο δικαιούχος την κρίνει ανεπαρκή προς κάλυψη της ζημίας του ή το υπόχρεο Δημόσιο την θεωρεί υπέρμετρη (ΑΠ 918/2008). Η κατ’ αποκοπή ημερήσια αποζημίωση αφορά την περιουσιακή ζημία και την ηθική βλάβη ενώ, δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των (29) ευρώ, εκτός αν συντρέχουν εξαιρετικές περιπτώσεις, τις οποίες ο δικαιούχος – ενάγων επικαλείται και αποδεικνύει (ΑΠ444/2015). Για τον προσδιορισμό της αποζημιώσεως, λαμβάνεται υπ’ όψη και η κατά το Σύνταγμα αρχή της αναλογικότητας, που εκδηλώνεται, ως επιταγή του προσήκοντος μέτρου καθώς και ως μέσο συγκερασμού (εναρμονίσεως) αντιθέτων συμφερόντων και εξειδικεύεται δια της ρήτρας της επιτρεπτής υπερβάσεως του ανωτάτου ορίου της αποζημιώσεως, υπό τη συνδρομή εξαιρετικών περιπτώσεων. Οι “εξαιρετικές περιπτώσεις” είναι αόριστη νομική έννοια και συγκεκριμενοποιείται, κατά τις γενικές ρήτρες του αστικού δικαίου (άρθρο 288 ΑΚ), ήτοι κατά τις επικρατούσες επιταγές της κοινωνικής και συναλλακτικής ηθικής και κατά τις θεμελιώδεις ηθικές και οικονομικές αντιλήψεις του μέσης ηθικής κοινωνικού ανθρώπου. Έτσι, εάν ο πιο πάνω περιορισμός της αποζημιώσεως σε (29) ευρώ, κατ’ ανώτατο όριο, είναι καταδήλως άδικος και επαχθής, σε βάρος του δικαιούχου, υπάρχει λόγος επιδικάσεως αποζημιώσεως καθ’ υπέρβαση του ορίου των (29) ευρώ (ΑΠ260/2019). Αυτοτελή, εξ ιδίου δικαίου, αξίωση για αποζημίωση, μόνο, για υλική ζημία (όχι και για χρηματική ικανοποίηση ηθικής βλάβης) έχει και φυσικό πρόσωπο, έναντι του οποίου ο προσωρινά κρατηθείς και, τελικώς, αθωωθείς, με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, είχε νόμιμη υποχρέωση διατροφής. Το φυσικό αυτό πρόσωπο πρέπει να στερήθηκε την διατροφή, εξ αιτίας της προσωρινής κρατήσεως του ως άνω, τελικώς, αθωωθέντος ενώ, τα όρια των άρθρων 536 και 539 ΚΠΔ δεν το αφορούν. Η υποχρέωση διατροφής ανηλίκου τέκνου από τους γονείς του ρυθμίζεται από τα άρθρα 1485 επ. ΑΚ.
– Οι κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, που περιέχονται στα άρθρα 4 – 33 ΑΚ, καθορίζουν το στοιχείο, το οποίο δημιουργεί τον σύνδεσμο ενός προσώπου (φυσικού ή νομικού) ή μιας βιοτικής σχέσεως με ορισμένη πολιτεία και, λόγω του συνδέσμου αυτού, η σχέση ή η κατάσταση, που προκύπτει, υποβάλλεται στη ρύθμιση της πολιτείας αυτής. Οι κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου των άρθρων 4 – 33 ΑΚ αποτελούν μέρος του εγχώριου ουσιαστικού δικαίου και η παραβίασή τους ιδρύει τον λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 559 αριθμός 1 εδ. (α) ΚΠολΔ (ΑΠ 525/2010). Ειδικότερα, κατά το άρθρο 4 ΑΚ, “ο αλλοδαπός απολαμβάνει τα αστικά δικαιώματα του ημεδαπού”, κατά το άρθρο 5 ΑΚ “η ικανότητα δικαίου του φυσικού προσώπου ρυθμίζεται από το δίκαιο της ιθαγένειας” και, κατά το άρθρο 7 ΑΚ, “η ικανότητα για δικαιοπραξία ρυθμίζεται από το δίκαιο της ιθαγένειας”.
– Ορίζεται, στο άρθρο 127 ΑΚ ότι “όποιος έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του (ενήλικος) είναι ικανός για κάθε δικαιοπραξία” και στο άρθρο 128 παρ.1 ΑΚ ότι “ανίκανοι για δικαιοπραξία είναι: (1).- όποιοι δεν έχουν συμπληρώσει το δέκατο έτος”. Επίσης, ορίζεται, στο άρθρο 66 ΚΠολΔ ότι “αλλοδαπό πρόσωπο, που δεν έχει, σύμφωνα με το δίκαιο της ιθαγενείας του, ικανότητα για δικαστική παράσταση, με το δικό του όνομα, θεωρείται πως έχει ικανότητα να παρίσταται στα ελληνικά δικαστήρια, αν έχει αυτή την ικανότητα, σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο” και, στο άρθρο 63 εδ. (α) ΚΠολΔ ότι “όποιος είναι ικανός για οποιαδήποτε δικαιοπραξία, μπορεί να παρίσταται στο δικαστήριο, με το δικό του όνομα” ενώ, το άρθρο 64 παρ.1 ΚΠολΔ ορίζει ότι: “(1).- Όσοι είναι ανίκανοι να παρίστανται στο δικαστήριο, με το δικό τους όνομα, εκπροσωπούνται από τους νόμιμους αντιπροσώπους τους”. Τέλος, το άρθρο 1510 ΑΚ ορίζει ότι: “Η μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων (γονική μέριμνα), οι οποίοι την ασκούν από κοινού. Η γονική μέριμνα περιλαμβάνει την επιμέλεια του προσώπου, τη διοίκηση της περιουσίας και την εκπροσώπηση του τέκνου σε κάθε υπόθεση ή δικαιοπραξία ή δίκη, που αφορούν το πρόσωπο ή την περιουσία του. Σε περίπτωση, όπου η γονική μέριμνα παύει, λόγω θανάτου, κήρυξης σε αφάνεια ή έκπτωσης του ενός γονέα, η γονική μέριμνα ανήκει, αποκλειστικά, στον άλλο. Αν ο ένας από τους γονείς αδυνατεί να ασκήσει τη γονική μέριμνα για πραγματικούς λόγους ή γιατί είναι ανίκανος ή περιορισμένα ικανός για δικαιοπραξία, την ασκεί μόνος ο άλλος γονέας. Η επιμέλεια, όμως, του προσώπου του τέκνου ασκείται και από ανήλικο γονέα”. Από τις πιο πάνω διατάξεις των άρθρων 66, 63 εδ. (α) και 64 παρ. 1 ΚΠολΔ, δικονομικού χαρακτήρα, προκύπτει ότι: Ο ημεδαπός ανήλικος, κάτω των (10) ετών, ανίκανος για δικαιοπραξία [άρθρο 128 παρ.1 ΑΚ], δεν μπορεί να παρίσταται, με το δικό του όνομα, στα ελληνικά δικαστήρια και εκπροσωπείται, σε αυτά, από τους γονείς του [άρθρο 1510 ΑΚ]. Ο αλλοδαπός ανήλικος, επίσης, κάτω των δέκα ετών, δεν έχει, κατά το ελληνικό δίκαιο, την ικανότητα για δικαιοπραξία [άρθρο 128 παρ.1 ΑΚ] έτσι, δεν μπορεί να παρίσταται στα ελληνικά δικαστήρια, με το δικό του όνομα και εκπροσωπείται από το νόμιμο αντιπρόσωπό του. Ποιος είναι, εκάστοτε, ο νόμιμος αντιπρόσωπός του είναι θέμα, που ρυθμίζεται από το ουσιαστικό και όχι από το δικονομικό δίκαιο δηλ. λύνεται, το θέμα αυτό, σύμφωνα, όχι με το δίκαιο της χώρας του δικάζοντος δικαστηρίου (lex fori), αλλά με τους κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, κατά τα άρθρα 4 επ. ΑΚ (ΑΠ 258/1996). Διάδικος δε, κατά το ημεδαπό δικονομικό δίκαιο, είναι ο ανήλικος, ημεδαπός ή αλλοδαπός και όχι οι γονείς του ή ο εκάστοτε νόμιμος αντιπρόσωπός του, οι οποίοι, απλώς, αναπληρώνουν την έλλειψη ικανότητάς του να παρίσταται ο ίδιος ο ανήλικος στο ημεδαπό δικαστήριο, με το δικό του όνομα (ΑΠ142/2013).