Σε ΦΕΚ και η διάταξη για φυλάκιση μέχρι 2 έτη σε γονείς που δεν στέλνουν τα παιδιά στο σχολείο
Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο Νόμος 4871/2021 “Μεταρρυθμίσεις στο νομοθετικό πλαίσιο της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών και άλλες επείγουσες διατάξεις”.
Πέρα από τις εκτενείς αλλαγές στονομοθετικό πλαίσιο για την Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών, ο Νόμος περιλαμβάνει σημαντικές διατάξεις για τους ποινικούς κώδικες, τη λειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων και την υποχρεωτικότητα φοίτησης στο νηπιαγωγείο, στο δημοτικό σχολείο και στο γυμνάσιο.
Αναλυτικά:
Άρθρο 88 Υποχρεωτικότητα φοίτησης στο νηπιαγωγείο, στο δημοτικό σχολείο και στο γυμνάσιο – Τροποποίηση του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 1566/1985
Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν. 1566/ 1985 (Α’ 167), περί της εποπτείας της φοίτησης στο νηπιαγωγείο, στο δημοτικό σχολείο και στο γυμνάσιο από όποιον έχει την επιμέλεια του ανηλίκου, τροποποιείται, ώστε η παράλειψη εποπτείας να αφορά και όποιον έχει την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου και να τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) έτη και χρηματική ποινή, και η παρ. 3 του άρθρου 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Η φοίτηση είναι υποχρεωτική στο νηπιαγωγείο, στο δημοτικό σχολείο και στο γυμνάσιο, εφόσον ο μαθητής δεν έχει υπερβεί το 16ο έτος της ηλικίας του. Όποιος έχει την επιμέλεια ή την πραγματική φροντίδα του ανηλίκου και παραλείπει την εγγραφή ή την εποπτεία του ως προς τη φοίτηση τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) έτη και χρηματική ποινή.».
Άρθρο 56 Επείγουσες ρυθμίσεις για τη λειτουργία των πολιτικών δικαστηρίων
1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 237 και 238 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α’ 182) στον πρώτο και δεύτερο βαθμό, όπως και στον Άρειο Πάγο, στη συντομότερη διαθέσιμη δικάσιμο, ο Πρόεδρος του τμήματος ή ο Πρόεδρος του δικαστηρίου κατανέμει χρονικά, εντός της αυτής ημέρας, τις εγγεγραμμένες στο πινάκιο ή έκθεμα υποθέσεις και ο καταμερισμός αυτός, με πρωτοβουλία του γραμματέα, γνωστοποιείται ακολούθως, και πάντως το αργότερο την προηγούμενη της δικασίμου εργάσιμη ημέρα, στους διαδίκους ή στους πληρεξούσιους δικηγόρους τους, με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στον οικείο δικηγορικό σύλλογο, στην Κεντρική Υπηρεσία του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, εφόσον συμπεριλαμβάνονται υποθέσεις με διάδικο το Ελληνικό Δημόσιο, και προσθέτως στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τους, εφόσον είναι γνωστή, ή με ανάρτηση στην πύλη ψηφιακών υπηρεσιών δικαστηρίων solon.gov.gr για όσα δικαστήρια και διαδικασίες έχουν ενταχθεί στο εν λόγω σύστημα. Η αναβολή μπορεί να δοθεί και χωρίς παράσταση των πληρεξούσιων δικηγόρων στο ακροατήριο κατά την εκφώνηση της υπόθεσης από το οικείο πινάκιο ή έκθεμα κατά την ημέρα της δικασίμου, εφόσον οι δικηγόροι αυτοί διατυπώσουν σχετικό αίτημα με κοινή ανέκκλητη δήλωσή τους ή σχετικό κοινό αίτημα με αυτοτελείς ανέκκλητες δηλώσεις τους, οι οποίες υποβάλλονται στην οικεία γραμματεία του δικαστηρίου μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου το αργότερο μέχρι τη δωδεκάτη ώρα της προηγούμενης της δικασίμου εργάσιμης ημέρας.
2. Στις ίδιες υποθέσεις, εφόσον όλοι οι διάδικοι δεν επιθυμούν να εξετάσουν κατά τη συζήτηση των υποθέσεων μάρτυρα, μπορούν να το δηλώσουν στη γραμματεία του δικαστηρίου μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, το αργότερο μέχρι τη δωδεκάτη ώρα της προηγούμενης της δικασίμου εργάσιμης ημέρας, προκειμένου η συζήτηση της υπόθεσής τους να τεθεί στην αρχή του πινακίου ή του εκθέματος.
3. Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον δικηγόρου μπορούν να ληφθούν και για διαφορές ή υποθέσεις των ειδικών διαδικασιών, της εκούσιας δικαιοδοσίας, του Κτηματολογίου και των ασφαλιστικών μέτρων, εφαρμοζομένων, κατά τα λοιπά, των εκάστοτε ειδικότερων διατάξεων.
4. Το παρόν ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2022 έως την 31η Μαρτίου 2022.
Άρθρο 57 Συναινετική εγγραφή, ανάκληση, εξάλειψη και μεταρρύθμιση προσημείωσης υποθήκης
1. Για το χρονικό διάστημα από την 1η Ιανουαρίου 2022 έως και την 31η Μαρτίου 2022 η εκδίκαση υποθέσεων χορήγησης άδειας συναινετικής εγγραφής προσημείωσης υποθήκης διεξάγεται ως εξής: α) Η συζήτηση διεξάγεται εγγράφως, κατά παρέκκλιση της παρ. 2 του άρθρου 115 ΚΠολΔ και οι διάδικοι παρίστανται στο ακροατήριο του δικαστηρίου με δήλωση, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 242 ΚΠολΔ. β) Στη δήλωση της περ. α’, που υπογράφεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του καθ’ ου η αίτηση, επισυνάπτεται η έγγραφη συναίνεση του καθ’ ου στην αιτούμενη προσημείωση ή του τρίτου κυρίου του ακινήτου, με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής τους από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του καθ’ ου. γ) Στην έγγραφη συναίνεση προσδιορίζονται σαφώς η ασφαλιζόμενη με την προσημείωση απαίτηση και το ποσό της απαίτησης για το οποίο χορηγείται η συναινετική εγγραφή προσημείωσης και περιγράφεται λεπτομερώς το προσημειούμενο ακίνητο.
2. Κατά το χρονικό διάστημα της παρ. 1, η ανάκληση, η εξάλειψη και η μεταρρύθμιση συναινετικής προσημείωσης υποθήκης γίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία της παρ. 1. Η συναίνεση του προσημειούχου δανειστή δίνεται εγγράφως με βεβαίωση του γνησίου της υπογραφής του από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του.
3. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης δύναται να παρατείνεται η ισχύς του παρόντος, πάντως όχι πέραν της 30ής Ιουνίου 2022.
Άρθρο 58 Ρυθμίσεις θεμάτων παροχής κοινωφελούς εργασίας – Τροποποίηση της παρ. 5 του άρθρου 81 ΠΚ, της παρ. 4 του άρθρου 104Α ΠΚ και της παρ. 4 του άρθρου 105Α ΠΚ
1. Στην παρ. 5 του άρθρου 81 του Ποινικού Κώδικα (ν. 4619/2019, Α’ 95 [ΠΚ]) απαλείφεται το τελευταίο εδάφιο, ως προς την υποχρεωτική κλήτευση του καταδικασθέντος στη συνεδρίαση του δικαστηρίου εκτέλεσης ποινής, και η παρ. 5 διαμορφώνεται ως εξής:
«5. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του μπορεί, αφού προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε: α) να παρατείνει την προθεσμία για την εκτέλεση της εργασίας μέχρι ένα (1) επιπλέον έτος, β) να επιτρέψει την εκτέλεση της χρηματικής ποινής που είχε καθοριστεί σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, αφού αφαιρέσει το ποσό που αναλογεί στην ήδη εκτιθείσα ποινή παροχής κοινωφελούς εργασίας, καθορίζοντας για κάθε τέσσερις (4) ώρες εργασίας μία (1) ημερήσια μονάδα χρηματικής ποινής.».
2. Στην παρ. 4 του άρθρου 104Α ΠΚ προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:
«4. Η παρ. 3 του άρθρου 81 ισχύει και στην περίπτωση αυτή. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του, μπορεί να προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε ή να εισαγάγει την υπόθεση στο δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής. Υπό τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, και λαμβάνοντας υπόψη το τμήμα της ποινής που εκτίθηκε, το δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής μπορεί να διατάξει την έκτιση της φυλάκισης που επιβλήθηκε αφού αφαιρέσει την εκτιθείσα ποινή και τον χρόνο παροχής κοινωφελούς εργασίας υπολογίζοντας αυτόν σύμφωνα με την παρ. 1. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά στη συνεδρίαση τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν και μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο.».
3. Στην παρ. 4 του άρθρου 105Α ΠΚ προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:
«4. Η παρ. 3 του άρθρου 81 ισχύει και στην περίπτωση αυτή. Αν η εργασία παρέχεται από εκείνον που καταδικάστηκε ελλιπώς ή πλημμελώς με δική του υπαιτιότητα, ο εισαγγελέας εκτέλεσης της ποινής, αφού λάβει υπόψη τη συχνότητα και σοβαρότητα της παραβίασης των υποχρεώσεων από τον καταδικασθέντα, καθώς και τον βαθμό της υπαιτιότητάς του, μπορεί να προβεί σε έγγραφη προειδοποίηση εκείνου που καταδικάστηκε ή να εισαγάγει την υπόθεση στο δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής. Υπό τις προϋποθέσεις του προηγούμενου εδαφίου, και λαμβάνοντας υπόψη το τμήμα της ποινής που εκτίθηκε, το δικαστήριο εκτέλεσης της ποινής μπορεί να διατάξει την έκτιση της φυλάκισης που επιβλήθηκε αφού αφαιρέσει την εκτιθείσα ποινή και τον χρόνο παροχής κοινωφελούς εργασίας υπολογίζοντας αυτόν σύμφωνα με την παρ. 2. Ο καταδικασθείς κλητεύεται υποχρεωτικά στη συνεδρίαση τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν και μπορεί να παραστεί αυτοπροσώπως ή με συνήγορο.».
Άρθρο 59 Απόλυση υπό όρο – Τροποποίηση της παρ. 6 του άρθρου 129 ΠΚ
Στο άρθρο 129 ΠΚ: α) γίνεται νομοτεχνική βελτίωση στην παρ. 5 με την προσθήκη της λέξης «υποχρεώσεων» μετά τις λέξεις «της παράβασης των», β) στην παρ. 6 απαλείφονται από τις προϋποθέσεις ανάκλησης της απόλυσης υπό όρο του ανηλίκου καταδικασθέντος, οι λέξεις «ή πλημμέλημα από δόλο σε ποινή άνω του ενός (1) έτους» και οι παρ. 5 και 6 διαμορφώνονται ως εξής:
«5. Στον απολυόμενο μπορεί να επιβληθούν κατά τη διάρκεια του χρόνου δοκιμασίας υποχρεώσεις που αφορούν στον τρόπο ζωής του και ιδίως στον τόπο διαμονής, στη διαπαιδαγώγηση ή την παρακολούθηση εγκεκριμένου από τον νόμο θεραπευτικού προγράμματος απεξάρτησης από ναρκωτικές ή άλλες ουσίες. Αν ο απολυόμενος παραβιάσει τους όρους που του έχουν επιβληθεί, η απόλυση μπορεί να ανακληθεί, όταν πιθανολογείται ότι ενόψει της βαρύτητας της παράβασης των υποχρεώσεων, του τρόπου και των εν γένει συνθηκών που αυτή συντελέσθηκε, δεν παρέχει ο ανήλικος την προσδοκία ότι στο μέλλον θα τηρήσει τις υποχρεώσεις του. Σε περίπτωση ανάκλησης, ο χρόνος από την απόλυση έως τη νέα σύλληψη δεν υπολογίζεται στην εκτιθείσα ποινή.
6. Αν ο απολυθείς κατά τον χρόνο της δοκιμασίας καταδικασθεί για κακούργημα, η απόλυση αίρεται και εφαρμόζεται το άρθρο 132.».
Άρθρο 60 Εμπρησμός – Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 264 ΠΚ
Στην περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 264 ΠΚ προστίθεται στην αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος εμπρησμού, η λέξη «άλλου» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής: «1. Όποιος προξενεί πυρκαγιά, τιμωρείται: α) με φυλάκιση, αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κοινός κίνδυνος για ξένα πράγματα, β) με κάθειρξη έως δέκα (10) έτη, αν από την πράξη μπορεί να προκύψει κίνδυνος για άνθρωπο, γ) με κάθειρξη, αν στην περίπτωση των περ. α’ ή β’ η πράξη προκάλεσε σημαντική βλάβη σε εγκαταστάσεις κοινής ωφέλειας ή είχε ως αποτέλεσμα τη βαριά σωματική βλάβη ανθρώπου, δ) με ισόβια κάθειρξη, αν στην περίπτωση της περ. β’ η πράξη είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο άλλου.».
Άρθρο 61 Μεταβατικές διατάξεις – Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 463 ΠΚ και τροποποίηση της παρ. 2 και κατάργηση της παρ. 3 του άρθρου 465 ΠΚ
1. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 463 ΠΚ, οι λέξεις «περ. γ’» αντικαθίσταται από τις λέξεις «περ. δ’» και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Όπου σε ειδικούς νόμους απειλείται κάθειρξη έως δέκα (10) έτη, επιβάλλεται ποινή μειωμένη κατά το άρθρο 83, περ. δ’. Η πράξη διατηρεί τον κακουργηματικό χαρακτήρα της. Όπου σε ειδικούς νόμους απειλείται ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών, επιβάλλεται ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα (10) ετών.».
2. Στο άρθρο 465 ΠΚ: α) στην παρ. 2 μετά τις λέξεις «σύμφωνα με», η λέξη «της» αντικαθίσταται με τη λέξη «τις», β) καταργείται η παρ. 3 και το άρθρο 465 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 465
1. Οι διατάξεις του προϊσχύσαντος Ποινικού Κώδικα για τη μετατροπή της ποινής σε χρηματική ποινή, την αναστολή εκτέλεσης της ποινής και την απόλυση υπό όρο εφαρμόζονται για πράξεις που τελέστηκαν μέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος. Σε περίπτωση αρχικής ή επιγενόμενης συρροής χρηματικής ποινής του άρθρου 80 του προϊσχύοντος Ποινικού Κώδικα με χρηματική ποινή του άρθρου 57 ΠΚ ή ειδικών ποινικών νόμων που εξακολουθούν να ισχύουν, σχηματίζεται συνολική ποινή κατά το άρθρο 96 ΠΚ.
2. Για τους μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου Ποινικού Κώδικα [ν. 4619/2019 (Α’ 95)] καταδικασθέντες αμετακλήτως σε πρόσκαιρες στερητικές της ελευθερίας ποινές, για τις οποίες καθορίστηκε, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 94 ΠΚ, συνολική ποινή υπερβαίνουσα τα είκοσι (20) ή δεκαπέντε (15) έτη πρόσκαιρης κάθειρξης, καθώς και τα οχτώ (8) ή πέντε (5) έτη φυλάκισης αντίστοιχα, ως εκτιτέα ποινή για την απόλυση υπό όρο αυτών λογίζονται τα είκοσι (20), δεκαπέντε (15), οχτώ (8) και πέντε (5) έτη, αντίστοιχα.
3. [Καταργείται].
4. Υποθέσεις, για τις οποίες μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος έχει γίνει επίδοση κλητήριου θεσπίσματος ή κλήσης στον κατηγορούμενο, εκδικάζονται από το δικαστήριο στο οποίο έχουν εισαχθεί.»
Άρθρο 62 Αρμοδιότητα για την άρση κατάσχεσης – Δυνατότητα προσφυγής κατά της απορριπτικής διάταξης του εισαγγελέα ή του ανακριτή – Τροποποίηση της παρ. 3 του άρθρου 269 ΚΠΔ
Στην παρ. 3 του άρθρου 269 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019, Α’ 96 [ΚΠΔ]) προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Σε κάθε περίπτωση το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο μπορεί να διατάξει να αρθεί η κατάσχεση, αν δεν είναι πιθανόν ότι από αυτόν τον λόγο θα δημιουργηθούν δυσχέρειες στην εξακρίβωση της αλήθειας. Κατά την προκαταρκτική εξέταση και την προανάκριση και στις περιπτώσεις των παρ. 3 και 4 του άρθρου 43 και των παρ. 2 και 3 του άρθρου 51 η άρση της κατάσχεσης διατάσσεται μετά την υποβολή αίτησης από τον κύριο των κατασχεθέντων, από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών και κατά την κύρια ανάκριση από τον ανακριτή. Εναντίον της απορριπτικής διάταξης του εισαγγελέα ή του ανακριτή επιτρέπεται προσφυγή στο συμβούλιο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από τότε που κοινοποιήθηκε η διάταξη σε εκείνον που αιτήθηκε την άρση της κατάσχεσης. Το ενδεχόμενο της δήμευσης των πραγμάτων που κατασχέθηκαν δεν εμποδίζει την αλλαγή του προσώπου του φύλακα ούτε την άρση της κατάσχεσης από το δικαστικό συμβούλιο.».
Άρθρο 63 Προσωρινή κράτηση ανηλίκων – Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 287 ΚΠΔ
Στην παρ. 2 του άρθρου 287 ΚΠΔ μετά τις λέξεις «μπορεί να επιβάλει» προστίθενται οι λέξεις «περιοριστικούς όρους, μεταξύ των οποίων και» και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής: «2. Εάν ο ανήλικος τέλεσε πράξη που για τον ενήλικο είναι κακούργημα, εκτός των περιπτώσεων της παρ. 1, ο ανακριτής μπορεί να επιβάλει περιοριστικούς όρους, μεταξύ των οποίων και αναμορφωτικά μέτρα των περ. α’ έως ια’ της παρ. 1 του άρθρου 122 ΠΚ.».
Άρθρο 64 Περάτωση της κύριας ανάκρισης – Τροποποίηση της παρ. 2 του άρθρου 308 ΚΠΔ
Στην παρ. 2 του άρθρου 308 ΚΠΔ προστίθεται δεύτερο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Από τη στιγμή που ο εισαγγελέας καταρτίσει τη σχετική πρόταση, πριν την υποβάλει στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, έχει υποχρέωση να ενημερώσει αμέσως, έστω και τηλεφωνικά, τους διαδίκους, προκειμένου να λάβουν αντίγραφό της και να ασκήσουν το δικαίωμα ακρόασης, υποβάλλοντας υπόμνημα με τις απόψεις τους. Στην περίπτωση αυτή, η δικογραφία διαβιβάζεται στο δικαστικό συμβούλιο, αφού παρέλθουν δέκα (10) ημέρες από την ειδοποίηση, η οποία αποδεικνύεται με βεβαίωση του αρμόδιου γραμματέα της εισαγγελίας, που επισυνάπτεται στη δικογραφία.»
Δείτε αναλυτικά το Ν. 4871/2021, όπως δημοσιεύθηκε σε ΦΕΚ.