Οι βρετανικές εταιρείες δυσκολεύονται όλο και περισσότερο φέτος να πραγματοποιήσουν εμπορικές συναλλαγές με την Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο της εμπορικής συμφωνίας για το Brexit που επετεύχθη με το μπλοκ, δείχνει έρευνα που δημοσιεύτηκε την Πέμπτη.
Τα Βρετανικά Εμπορικά Επιμελητήρια ανέφεραν ότι το 45% των εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα τον Οκτώβριο αντιμετωπίζουν δυσκολία ή σχετική δυσκολία να εμπορευθούν αγαθά με την ΕΕ. Το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σε σχέση με το 30% που ίσχυε τον Ιανουάριο, όταν τέθηκε σε ισχύ η Συμφωνία Εμπορίου και Συνεργασίας (TCA).
Για τις βρετανικές εξαγωγικές εταιρείες, το ποσοστό ήταν 60%.
«Τα στοιχεία αυτά δείχνουν σίγουρα ότι τα ζητήματα που σχετίζονται με την Συμφωνία Εμπορίου και Συνεργασίας (TCA) συνιστούν κυρίως διαρθρωτικά ελαττώματα τα οποία, αν και επιδιορθώνονται, εάν δεν αντιμετωπιστούν θα οδηγήσουν σε μακροπρόθεσμη ζημία στους τομείς εισαγωγών και εξαγωγών μας», δήλωσε ο Shevaun Haviland, Γενικός Διευθυντής των Βρετανικών Εμπορικών Επιμελητηρίων.
Το ποσοστό των επιχειρήσεων που ανέφεραν δυσκολίες στις εμπορικές υπηρεσίες με την ΕΕ αυξήθηκε επίσης, στο 23% από 14%.
Τον Οκτώβριο, η Βρετανία ήταν η μόνη χώρα εκτός της Ομάδας των Επτά (G7), της οποίας οι εξαγωγές αγαθών δεν είχαν ανακάμψει στο μέσο επίπεδο του 2018.
Οι υποστηρικτές του Brexit αναφέρουν ότι η Βρετανία, μακροπρόθεσμα, θα είναι σε καλύτερη θέση να αξιοποιήσει ταχύτερα αναπτυσσόμενες αγορές από ό,τι όταν ήταν στην ΕΕ. Πολλοί οικονομολόγοι είναι επιφυλακτικοί ότι αυτό θα αναπληρώσει για το χαμένο εμπόριο με το μπλοκ.
Η έρευνα σε περίπου 1.000 επιχειρήσεις διεξήχθη μεταξύ 7 και 31 Οκτωβρίου.