Μία σημαντική απόφαση εξεδόθη από το Μονομελές Εφετείο Λάρισας σχετικά με την ευθύνη των τραπεζών από επενδυτικές υπηρεσίες. Το Δικάσαν Δικαστήριο έκρινε ότι οι ενάγοντες δεν είχαν εξειδικευμένες οικονομικές γνώσεις και έτσι πληρούσαν τα κριτήρια για τον χαρακτηρισμό τους ως καταναλωτές κατά την έννοια του Ν. 2251/1994.
Επιπλέον, κρίθηκε ότι η προτροπή του προστιθέντος του τραπεζικού ιδρύματος σε αγορά ομολόγου μειωμένης εξασφάλισης, τα οποία ενείχαν το ρίσκο απώλειας κεφαλαίου της επένδυσης, συνιστά παραβίαση των συναλλακτικών υποχρεώσεών τους, καθώς παραβίασε το καθήκον διαφώτισής του.
Το συγκεκριμένο προϊόν, κατά τη στιγμή της έκδοσης του, είχε χαμηλή πιστοληπτική διαβάθμιση ΒΒ και ως εκ τούτου ανήκε στην κατηγορία του κερδοσκοπικού. Σύμφωνα με την κλίμακα που χρησιμοποιεί ο εν λόγω οίκος αξιολόγησης, η συγκεκριμένη αξιολόγηση υποδεικνύει αυξημένη ευπάθεια σε πιστωτικό κίνδυνο, ιδιαίτερα σε περίπτωση δυσμενών μεταβολών στην επιχείρηση ή στις οικονομικές συνθήκες με την πάροδο του χρόνου. Η πιστοληπτική διαβάθμιση των τίτλων με ΒΒ τους κατατάσσει στην κατηγορία των ομολογιών υψηλού κινδύνου (junk bonds).
Σύμφωνα με την αρχή της καταλληλότητας, η τράπεζα οφείλει να παρέχει προσαρμοσμένες στο πρόσωπο του πελάτη (κατάλληλες) συμβουλές. Η έκταση του καθήκοντος παροχής συμβουλών συμπροσδιορίζεται και από τα προσωπικά στοιχεία του πελάτη, ώστε θα πρέπει, στο πλαίσιο της παροχής της συμβουλής, να ληφθούν υπόψη το επίπεδο γνώσης, η ηλικία, το επάγγελμα, η οικογενειακή, οικονομική και περιουσιακή κατάσταση, η επενδυτική του εμπειρία, ο επενδυτικός στόχος και η προθυμία διακινδύνευσης (άρθρο 6. 2 ΚΔΕΠΕΥ), ο δεύτερος πόλος, στον οποίο όφειλα να προσαρμόζεται η διαδικασία της επενδυτικής συμβουλής, είναι το αντικείμενο της επένδυσης. Εδώ, εντάσσονται πληροφορίες, που αφορούν, γενικά, την αγορά, πληροφορίες για το αντικείμενο της επένδυσης, για την οικονομική κατάσταση και την φερεγγυότητα του εκδότη των προτεινομένων τίτλων.
Οι συμβουλές του παρέχοντος επενδυτικές υπηρεσίες θα πρέπει να είναι θεμελιωμένες σε επιμελή έρευνα. Η τράπεζα κα κάθε ΕΠΕΥ οφείλει να προμηθεύεται τις πλέον επίκαιρες πληροφορίες για την απόδοση, τη ρευστότητα και την ασφάλεια της προτεινόμενης επενδύσεως. Ιδιαίτερα, αυξημένο είναι το καθήκον της τράπεζας ή της ΕΠΕΥ για έρευνα ή ενημέρωση στις περιπτώσεις, ιδιαίτερα, επικίνδυνων ή πολύπλοκων επενδύσεων. Αυτό δεν σημαίνει ότι η τράπεζα πρέπει να αποτρέψει τον επενδυτή από μία επικίνδυνη επένδυση, αλλά οφείλει να καταστήσει, σε αυτόν, συνειδητό τον κίνδυνο, στον οποίο εκτίθεται. Στόχος των εν λόγω υποχρεώσεων, που βαραίνουν τις τράπεζες ή τις ΕΠΕΥ, δεν είναι η επιτυχία της επένδυσης, αλλά η εκ μέρους τους καταβολή κάθε δυνατής επιμέλειας, για την εκπλήρωση της υποχρέωσης ενημέρωσης, διαφώτισης, έρευνας και παροχής κατάλληλης συμβουλής.
Απόσπασμα απόφασης
«Από το ανωτέρω συνάγεται ότι οι δύο πρώτες εναγόμενες, αλλά και ο προστηθείς από αυτές τρίτος εναγόμενος, δεν εκπλήρωσαν την απορρέουσα από την, καταρτισθείσα, με τους ενάγοντες σύμβαση παροχής επενδυτικών συμβουλών υποχρέωση τους να προβούν σε σαφή, ακριβή, πλήρη και κατάλληλη ενημέρωση αυτού για τη φύση και λειτουργία του υποδειχθέντος επενδυτικού προϊόντος, την εγγυήτρια και εκδότρια αυτού, καθώς και για το κίνδυνο απώλειας του κεφαλαίου του. το οποίο γνώριζαν ότι ήθελε να εξασφαλίσει, δεδομένης και της έλλειψης σχετικής εξειδικευμένης εμπορίας και γνώσης ατού περί τις οικονομικές επενδύσεις. Η υποχρέωσή τους δε αυτή δεν αναιρείται από το γεγονός ότι, όπως ισχυρίζονται οι εναγόμενοι. Η εγγράφως καταρτισθείσα σύμβαση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, που προαναφέρθηκε, αποτελεί σύμβαση εντολής προς εκτέλεση συναλλαγών χρηματοπιστωτικών μέσων και περιέχει απαλλακτικές της ευθύνης τους ρήτρες, καθόσον, ανεξαρτήτως της εγκυρότητας ή όχι των επικαλουμένων απαλλακτικών ρητρών, ως αντικείμενων στην από τα άρθρα 332, 720 ΑΚ και 6 παρ. 12 ν. 2251/1994 προβλεπόμενη ακυρότητα «κάθε εκ των προτέρων συμφωνίας περιορισμού του παρέχοντος υπηρεσίες από την ευθύνη» (AΠ 2212/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), στην προκειμένη περίπτωση αποδείχθηκε ότι οι δύο πρώτες εναγόμενες δεν περιορίσθηκαν στην εκτέλεση της εντολής για αγορά του ενδίκου ομολόγου, αλλά προηγουμένως, όπως έγινε δεκτό ότι αποδείχθηκε, διά του προστηθέντος αυτών, τρίτου των εναγομένων, υπέδειξαν στους ενάγοντες ως επωφελή και ασφαλή την εν λόγω επένδυση και με τις σχετικές διαβεβαιώσεις τους τούς έπεισαν να την επιλέξουν. Ούτε, εξάλλου, αποδείχθηκε ότι οι ενάγοντες, πριν την υπογραφή της ανωτέρω έγγραφης σύμβασης ενημερώθηκαν από τους εναγομένους, αφενός μεν περί των οδών των συμβάσεων, που μπορούσαν να καταρτισθούν, αφετέρου δε περί των όρων της ανωτέρω σύμβασης, που υπέγραφαν. Έτσι, οι εναγόμενοι, όχι μόνο παρέλειψαν να προβούν στη δέουσα ενημέρωση των εναγόντων για την επισφάλεια της συγκεκριμένης επένδυσης, αλλά αντιθέτως τους διαβεβαίωσαν ανακριβώς ότι δεν υφίσταται κίνδυνος απώλειας του κεφαλαίου τους. Ούτε. εξάλλου, αναιρείται η ανωτέρω υποχρέωση των εναγομένων από το γεγονός ότι, όπως ισχυρίζονται, παρείχαν στους ενάγοντες τις υπηρεσίες τους χωρίς αμοιβή, καθόσον οικονομικό όφελος αυτών δεν αποτελεί μόνο η αμοιβή, αλλά και η. δια της παροχής των εν λόγω υπηρεσιών, ενίσχυση της συνεργασίας τους με αυτούς (ΑΠ 335/2010, ΤΝΠ NOMOΣ).»
Δείτε ολόκληρη την απόφαση στο dsanet.gr.